Οι βασανιστές, οι χαφιέδες και οι αυτόκλητοι εκδικητές..... Νίκος Παπαδογιάννης


Προκλητικοί και είρωνες στο εδώλιο του κατηγορουμένου, οι τραμπούκοι της Χούντας «τιμωρήθηκαν» με χάδια. Το αντάρτικο πόλεων τους ανάγκασε να ζουν με τον φόβο.

 

Επειδή είμαι από τους παράξενους που πότε πότε κάνουν μεταβολή και επιχειρούν μακροβούτια στα βιβλία της Ιστορίας, και επειδή πρόσφατα μου χάρισαν την αυτοβιογραφία του Κουφοντίνα και μαζεύω κουράγιο για να τη μελετήσω, θυμήθηκα ότι τέτοιες περίπου μέρες πριν από 50 χρόνια γίνονταν οι δίκες των βασανιστών της Χούντας.

 

Σκαλίζοντας τα ιστορικά αρχεία των εφημερίδων, έπεσα σε ένα δημοσίευμα των Νέων από τις (άκου τώρα σύμπτωση) 17 Νοεμβρίου του 1975. Την εποχή όπου δικάζονταν, όπως δικάζονταν, οι βασανιστέςμε τα ματωμένα χέρια.

 

«Οι κατηγορούμενοι είναι προκλητικοί. Γελάνε την ώρα που τα θύματά τους καταθέτουν για τα απάνθρωπα βασανιστήρια που υπέστησαν στην Ασφάλεια. Συνεχίζουν τον πόλεμο λάσπης κατά των μαρτύρων κατηγορίας, υποστηρίζοντας για μερικούς απ’ αυτούς ότι συνεργάστηκαν με την Ασφάλεια», έγραφε η εφημερίδα, κάτω από τον τίτλο: «Προκλητικοί οι βασανιστές στη Χαλκίδα».

 

Και γιατί να μην είναι προκλητικοί και είρωνες οι βασανιστές; Γιατί να μη μιλούν για …αυτοτραυματισμό των κρατουμένων; Γνώριζαν, κατά βάθος, ότι η ακοίμητη Δικαιοσύνη της μεταπολίτευσης θα τους έβγαζε λάδι ή θα τους έριχνε στα πολύ μαλακά, όπως βγάζει σήμερα τόσους και τόσους εγκληματίες του λευκού ή του λερωμένου κολλάρου.

 

Το δημοσίευμα αναφερόταν στην περίφημη «Δίκη των 15», η οποία έγινε στο ασφυκτικά γεμάτο Κακουργιοδικείο Χαλκίδας σχεδόν ταυτόχρονα με τρεις, νομίζω, άλλες. Από τους δεκάδες κατηγορούμενους για βασανιστήρια στα κολαστήρια της ΕΑΤ-ΕΣΑ, φυλακή μπήκαν τελικά καμιά 15αριά λεβέντες μόνο, με ποινές που συχνά άγγιζαν το όριο του γελοίου: 23 χρόνια κάθειρξης ο Χατζηζήσης, 20 οι Θεοφιλογιαννάκος και Σπανός, 17 ο Τσάλας, 7 ο Κόφας, 6 οι Αντωνόπουλος και Πέτρου, 5 ο Αγγελής, 4 οι Πεταλάς και Δεμερτζίδης, 3 ο Καίνιχ, 2 οι Διαμαντόπουλος και Παπαχαραλάμπους κ.ο.κ.

 

Η ανακοίνωση των προσχηματικών ποινών (και, ακόμα χειρότερα, των αθωώσεων), σε συνδυασμό με την προκλητική συμπεριφορά των δραστών, προξένησε οργή και δυσφορία στην κοινή γνώμη, αφού η δυσοσμία της ατιμωρησίας και της συγκάλυψης πλημμύρισε τη χώρα. Σας θυμίζει τίποτε; Δεν πέρασαν τελικά και τόσο πολλά χρόνια, στον μισό αιώνα που μεσολάβησε.

 

Στη Χαλκίδα δικάστηκαν και δύο αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων, που έμελλε να περάσουν στην ιστορία όχι μόνο ως θύτες, αλλά και ως θύματα: ο Ευάγγελος Μάλλιος και ο Πέτρος Μπάμπαλης, επίλεκτα μέλη (σύμφωνα με το «κατηγορώ» αναρίθμητων κρατουμένων) της διαβόητης εξάδας των αρχιβασανιστών στην οδό Μπουμπουλίνας. Το σεξτέτο του τρόμου συμπλήρωναν οι κ.κ. Χατζηζήσης, Θεοφιλογιαννάκος, Σπανός και Λάμπρου. Οι Αγγελής, Δεμερτζίδης είχαν τη φήμη ότι ήταν οι πιο σκληροί απ’ όλους τους βασανιστές.

 

Οι δύο κατηγορούμενοι βασανιστές αποτάχθηκαν μεν από το σώμα, τη γλίτωσαν πάμφθηνα δε. Ο Μάλλιος τιμωρήθηκε με 10 μήνες εξαγοράσιμης κάθειρξης, ο δε Μπάμπαλης (στον οποίο αποδίδεται η φράση «τα μπουντρούμια είμαι εγώ») με 24 μήνες, από τους οποίους εξέτισε τους 18. Σε άλλη δίκη, στην Πάτρα, αθωώθηκαν αμφότεροι πανηγυρικά. Λίγο ακόμη και θα τους έδιναν και παράσημο.

 

Ο Ευάγγελος Μάλλιος δολοφονήθηκε από την «Επαναστατική Οργάνωση 17 Νοέμβρη» στις 14 Δεκεμβρίου 1976, με μία σφαίρα στο Παλαιό Φάληρο. Ήταν το δεύτερο χρονικά θύμα της (και τελευταίο για συναπτή τετραετία), ένα έτος μετά από την εκτέλεση του Αμερικανό σταθμάρχη της CIA Ρίτσαρντ Γουέλς. Και δεν νομίζω ότι η είδηση προκάλεσε αποτροπιασμό στην κοινωνία της εποχής.

 

«Αποφασίσαμε να εκτελέσουμε παραδειγματικά έναν από τους κύριους αρχιβασανιστές, τον πασίγνωστο Ευάγγελο Μάλλιο», παιάνισαν οι εκτελεστές στην προκήρυξη ανάληψης ευθύνης. «Ο αστυνόμος Μάλλιος δεν ήταν κανένα τσιράκι που εκτελούσε διαταγές ανωτέρων. Μαζί με τους ομοίους του, Λάμπρου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη, ήσαν τα αφεντικά στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας και της Μεσογείων. Χιλιάδες αγωνιστές υπέφεραν στα χέρια τους.

 

Σήμερα τα καθάρματα αυτά κυκλοφορούν ελεύθερα και κοροϊδεύουν τα θύματά τους και τον ελληνικό λαό. Κανένας θεσμός δεν μπόρεσε να τους τιμωρήσει. (…) Αν και πολλοί αξιωματικοί, ανάμεσά τους και ο Μάλλιος, κατηγορήθηκαν για τα βασανιστήρια, δικάστηκαν επιεικώς και σχεδόν έμειναν ατιμώρητοι». Η δολοφονία του Μάλλιου αποδίδεται στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο , με συνεργούς τον Νίκο Παπαναστασίου και κάποια άγνωστη γυναίκα.

 

Ο Πέτρος Μπάμπαλης εκτελέστηκε με τη σειρά του στις 31 Ιανουαρίου 1979 στον Άγιο Σώστη, με οκτώ σφαίρες, από μέλη της οργάνωσης «Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας – Ομάδα: Ιούνης ’78». Εκείνη την περίοδο ο Μπάμπαλης πηγαινοερχόταν στο εξωτερικό, τρομοκρατημένος από την αναφορά του ονόματός του στην προκήρυξη με την οποία η 17Ν πανηγύριζε τη δολοφονία Μάλλιου.

 

«Από σήμερα, ο άθλιος και μισητός βασανιστής, ο αστυνόμος Πέτρος Μπάμπαλης έπαψε να υπάρχει. Εκτελέστηκε από μια ομάδα αγωνιστών. Η προσωπικότητα και το έργο του Μπάμπαλη είναι γνωστά σε όλους. Ήτανε υπεύθυνος για τα φοβερά βασανιστήρια χιλιάδων και χιλιάδων ατόμων. Ήτανε υπεύθυνος για την “ανάδειξη” πολλών εκατοντάδων χαφιέδων σε επίλεκτους βασανιστές, πού και σήμερα συνεχίζουν τη δράση τους και πού όλο και περισσότερο γίνονται απαραίτητα στηρίγματα της κρατικής εξουσίας των αφεντικών.

 

Ήτανε από τους υπεύθυνους της εκστρατείας των δολοφονιών, πού εξαπέλυσε η Ασφάλεια μετά το Νοέμβρη του 1973, πού είχε σαν αποτέλεσμα πολλές δεκάδες νεκρούς -πού τους παρουσίασαν για “αυτοκτονημένους”- και πού σήμερα φαίνεται ότι όλα τα επίσημα κόμματα τους ξέχασαν. Ήτανε ακόμα υπεύθυνος για βασανισμούς και εκβιασμούς, με αποκλειστικό σκοπό να αρπάξει διάφορα χρηματικά ποσά από τους συγγενείς των θυμάτων», έγραφε χαρακτηριστικά ο ΕΛΑ στην πεντασέλιδη προκήρυξη.

 

Ο «Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας» ανέλαβε την ευθύνη για περισσότερες από 200 βομβιστικές επιθέσεις, εξέδιδε ακόμα και περιοδικό ονόματι Αντιπληροφόρηση, αλλά δεν διέπραξε άλλη δολοφονία. Το 1995 ανακοίνωσε την παύση της δράσης του. Εικάζεται ότι ο Χρήστος Τσουτσουβής, που σκοτώθηκε σε πολύνεκρη ένοπλη συμπλοκή με την Αστυνομία το 1985 ως μέλος της «Αντικρατικής Πάλης», ήταν ανάμεσα στους εκτελεστές του Μπάμπαλη.

 

Δεν ξέρω πώς μου ήρθαν στο μυαλό όλα αυτά. Ή μάλλον, ξέρω. Πριν από εβδομάδες, ανήμερα της επετείου της εκτέλεσης Μπάμπαλη, έμαθα ότι σε περιοχή της Αττικής απεβίωσε από φυσικά αίτια ένας τέως αξιωματικός, που όλοι στα πέριξ το ‘χαν βούκινο ότι ήταν βασανιστής της ΕΑΤ/ΕΣΑ. Μιας και δεν εντόπισα πουθενά το ονοματάκι του στις λίστες των καταδικασμένων, συμπεραίνω ότι ήταν από εκείνους –τους πολλούς- που αθωώθηκαν.

 

Στη μικρή κοινωνία όπου ο λεγάμενος ζούσε ήταν δακτυλοδεικτούμενος και παρίας, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να ζήσει ανενόχλητος μέχρι τα βαθιά γεράματα. Και υπάρχουν εκεί έξω και άλλοι πολλοί σαν αυτόν, χώρια οι νοσταλγοί και τα «σταγονίδια». Τον ίδιο τον Παττακό, που έφτασε 104 ετών, τον έβλεπα συχνά να σουλατσάρει στο θέρετρο των αξιωματικών της Αεροπορίας, ευθυτενής, καμαρωτός και προφανώς αμετανόητος. Ο Χατζηζήσης, από τη Δεσκάτη Γρεβενών, ενώ ο Λάκων Θεοφιλογιαννάκος πέθανε το 2015 στα 87 του. Οι δύο τρομεροί αρχιβασανιστές έμειναν στη φυλακή 18-19 χρόνια έκαστος.

 

Ζουν άραγε με κάποιου είδους φόβο στην ψυχή οι τελευταίοι των βασανιστών; Υποθέτω πως όχι, αφού η στροφή της κοινωνίας προς τα ακροδεξιά απενοχοποίησε την αθλιότητα, ενώ το όποιο «αντάρτικο πόλεων» εξανεμίστηκε και κλειδώθηκε στο χρονοντούλαπο. Ως αντίδοτο της συγκάλυψης, της ασυδοσίας και της ατιμωρησίας, ο φόβος (προσοχή, όχι ο τρόμος) ήτανε, κι αυτός, μια κάποια λύσις. Σήμερα, στην –προσεχώς- επταετία του Μητσοτάκη του νεότερου, δεν φοβούνται αυτοί, αλλά εμείς, οι πολίτες. Φοβόμαστε τη Δικαιοσύνη και την Αστυνομία, που θα έπρεπε να είναι φύλακες άγγελοί μας.

 

Νίκος Παπαδογιάννης

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ