O εκφασισμός εκκολάπτεται όχι σε ανήλιαγα πολιτικά εργαστήρια της ακροδεξιάς, αλλά στο καθιστικό σου μπροστά στην τηλεόραση, στο σχολείο της γειτονιάς σου, στο κατηχητικό που στέλνεις τα παιδιά σου.
Ζεστός από τα Όσκαρ αν και ξενύχτης, σκέφτομαι να πάω απόψε σινεμαδάκι, να δω για δεύτερη φορά την ταινία που λάτρεψα τους τελευταίους μήνες. Όχι, όχι το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου, αν και μου φάνηκε, και αυτό, καταπληκτικό, άξιο των βραβείων που συλλέγει τις τελευταίες εβδομάδες.
Το αγαπημένο μου φιλμ της φετινής σοδειάς είναι η «Ζώνη Ενδιαφέροντος» του Λονδρέζου Τζόναθαν Γκλέιζερ. Αυτό που κέρδισε το Όσκαρ της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, αφού, μολονότι βρετανικό, έχει γερμανικούς διαλόγους και διαδραματίζεται στο Άουσβιτς. Εάν το δείτε προσεκτικά και μολαταύτα κατορθώσετε να συνέλθετε γρήγορα, τότε θα πρέπει να συμβουλευτείτε ψυχολόγο και να μετρήσετε τη θερμοκρασία του αίματος στον οργανισμό σας.
Ειδάλλως, είστε από εκείνους που ανέθρεψαν και επώασαν το αυγό του φιδιού, όπως εμφανίστηκε –για πολλοστή φορά- το βράδυ του Σαββάτου στη Θεσσαλονίκη. Οι έφηβοι που απείλησαν να λυντσάρουν το γκέι ζευγάρι στην Πλατεία Αριστοτέλους είναι κατά πάσα πιθανότητα δικά σας παιδιά.
Το φιλμ πραγματεύεται την ίδια «λεπτομέρεια» που συγκλόνισε κι εμένα όταν αξιώθηκα περάσω ως προσκυνητές τη δυσοίωνη πύλη του κολαστηρίου Άουσβιτς το 2009: την παρουσία του σχεδόν ειδυλλιακού σπιτικού του διοικητή Ρούντολφ Χες δύο βήματα από τα κρεματόρια, από τα φουγάρα, από τα συρματοπλέγματα και από τα πολυβολεία. Πώς είναι δυνατόν να ζούσε η οικογένεια Χες μία σχεδόν ξένοιαστη ζωή με τα χέρια ματωμένα και με τη δυσοσμία της καμένης σάρκας στα ρουθούνια; Τι στο διάβολο συζητούσαν αυτοί οι άνθρωποι στο βραδυνό τραπέζι;
Η ταινία του Βρετανοεβραίου Γκλέιζερ καλά καλά δεν έχει πλοκή . Η αέναη εικόνα της βιλίτσας των Χες (ή Ες) με φόντο τον θηριώδη μαντρότοιχο και τους καπνούς από τους φούρνους όπου μαρτύρησαν χιλιάδες Εβραίοι, δέκα μέτρα μακριά απο τον κήπο με την πισίνα και τις κούνιες, είναι το Α της, το Ω της και όλα τα ενδιάμεσα γράμματα. Το εσωτερικό του Άουσβιτς δεν το βλέπουμε ποτέ στην οθόνη, αλλά ο τρόμος δεν απουσιάζει ούτε στιγμή.
Οι σκόρπιοι ήχοι, από τις οιμωγές και τους πυροβολισμούς, ανάμικτοι με τις παιδικές φωνούλες και τη γκρίνια της νοικοκυράς που αντιστέκεται στη μετάθεση του συζύγου της («εδώ ζούμε τη ζωή που πάντοτε ονειρευόμαστε») σκίζουν την ψυχή. Αρκεί, νομίζω, να δείτε πέντε λεπτά από το φιλμ για να το βιώσετε ολόκληρο.
Όπως διάβασα κάπου, η «Ζώνη Ενδιαφέροντος» σου δίνει αρκετό σχοινί για να κρεμαστείς μόνος σου. Εάν δεν βρίσκεις χρόνο για να πας να τη δεις, να βρεις πάση θυσία. Και θα με θυμηθείς. Η ταινία είναι μία ανυπόφορη δοκιμασία, που πρέπει όμως να τη ζήσουμε όλοι, ώστε να μην αποκοιμηθούμε.
Μισό λεπτό, όμως. Δεν ήρθα στο ηλεκτρονικό σας κατώφλι να φλυαρήσω για σινεμά, αλλά για να μιλήσουμε για τη ζωή μας. Όπως είπε ο ίδιος ο σκηνοθέτης παραλαμβάνοντας το αγαλματίδιο, «η ταινία δεν μιλάει για όσα συνέβησαν την εποχή του Ολοκαυτώματος, αλλά για όσα συμβαίνουν τώρα».
Τα θρασύδειλα τάγματα εφόδου όπως αυτό της Θεσσαλονίκης και οι τυφλωμένοι όχλοι της σκοτοδίνης, όπως αυτός που διαδήλωσε προ μηνών υπέρ του Άντριου Τέιτ, εκκολάπτονται όχι σε ανήλιαγα πολιτικά χαλκεία, αλλά μέσα στα σπίτια μας. Από την αποκτήνωση, την αποχαύνωση και την αδιαφορία. Το φαιόχρωμο αυγό το κλωσσάνε οι γονείς, οι συγγενείς, οι παπάδες , καμιά φορά και οι δάσκαλοι.
Η αυθόρμητη διαμαρτυρία εκατοντάδων πολιτών στην Πλατεία Αριστοτέλους είναι μια κάποια παρηγοριά, αλλά δεν αρκεί. Οι ορδές των νοικοκυραίων που φωνάζουν «καλά τους έκαναν» είναι ένας πιο πιστός καθρέφτης της βυθισμένης στην αμορφωσιά νεοελληνικής κοινωνίας. Η κάλπη, άλλωστε, δεν λέει ψέματα. Ένας στους δύο Έλληνες ψηφίζει σκληρή δεξιά και ακροδεξιά. Και ο Αδόλφος Χίτλερ με εκλογές την πρωτοπήρε την εξουσία. Όχι με πραξικόπημα ούτε με τανκς.
Την οικογένεια του Ρούντολφ Χες την αποτελούσαν κανονικοί άνθρωποι. Οι ναζί φαντάροι που μακέλεψαν τα χωριά μας ήταν κανονικοί άνθρωποι. Της διπλανής πόρτας και του διπλανού θρανίου. Μαθημένοι στη μισαλλοδοξία, στη στρεψοδικία, στον αυταρχισμό, στην πατριαρχία, στον μεσαιωνισμό, στη θρησκοληψία, στην πατριδολαγνεία, σε ό,τι πάει λάθος και καλπάζει ανάποδα σε αυτή τη ρημάδα κοινωνία.
Χθες κυνηγήθηκε το ζευγάρι των ομοφυλόφιλων, προχθές δολοφονήθηκαν ο Ζακ Κωστόπουλος και ο Βαγγέλης Γιακουμάκης, αντιπροχθές προπηλακίστηκε ο δήμαρχος Μπουτάρης, αύριο θα λυντσάρουν τον Στέφανο Κασσελάκη που προχθές τραμπουκίστηκε με λοστάρια, μεθαύριο τον επόμενο Σαχζάτ Λουκμάν, αντιμεθαύριο τον επόμενο Παύλο Φύσσα, τη Δευτέρα κάποιον ανάπηρο που τους χαλάει την αισθητική, στο τέλος εσένα, που ανασηκώνεις τους ώμους σαν να μη τρέχει τίποτε, επειδή νομίζεις ότι είσαι στο απυρόβλητο.
Σιωπάς και χαχανίζεις όταν βλέπεις να καίνε καρνάβαλο τον Κασσελάκη με κιλοτάκι και σκουπόξυλο στον κώλο, μισείς το διαφορετικό που σε κάνει και σκιάζεσαι, ταΐζεις και τα παιδιά σου με το μίσος, επειδή εσύ δεν είσαι δα ομοφυλόφιλος, δεν είσαι λαθρομετανάστης, δεν είσαι σακάτης, δεν είσαι τσιγγάνος, δεν είσαι κομμουνιστής, δεν είσαι καν γυναίκα.
Όταν όμως χτυπήσουν τη δική σου πόρτα οι τραμπούκοι του διπλανού σαλονιού, δεν θα έχει μείνει κανένας ζωντανός για να σε σώσει.
Νίκος Παπαδογιάννης