Η αυτοπυρπόληση του Αμερικανού αεροπόρου που διαμαρτυρήθηκε για τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη φέρνει στην μνήμη την παρόμοια θυσία ενός Έλληνα φοιτητή, του Κώστα Γεωργάκη, τον καιρό της Χούντας.
Συγκινημένη η κοινή γνώμη στην ταλαίπωρη Ελλάδα, κλίνει το γόνυ μπροστά στο φέρετρο του Αμερικανού πολίτη Άαρον Μπούσνελ, αεροπόρου αν αυτό έχει κάποια σημασία, που αυτοπυρπολήθηκε μπροστά από την Ισραηλινή Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, φωνάζοντας: «Λευτεριά στην Παλαιστίνη». Οι εικόνες που μεταδόθηκαν ζωντανά μέσω της πλατφόρμας Twitch δείχνουν τον άνδρα να φοράει τη στρατιωτική στολή του και να δηλώνει ότι δεν σκόπευε να γίνει συνεργός σε μία γενοκτονία. «Τι θα έκανα, αν ζούσα εκείνη την εποχή του απαρτχάιντ ή της δουλείας; Πώς θα αντιδρούσα αν η δική μου χώρα διέπραττε γενοκτονία; Θα έμενα σιωπηλός;»
Την απάντηση την έδωσε ο ίδιος, με έναν αναπτήρα και λίγη βενζίνη, μπροστά στην πρεσβεία της χώρας που κατηγορείται για γενοκτονική πολιτική στη Γάζα, με 20.000 νεκρά γυναικόπαιδα. Θα πιάσει τόπο η θυσία του; Θα ιδρώσει κανενός το αυτί ή θα μείνει παντοτινά ο Μπούσνελ στην ιστορία ως ένας γραφικός που πήγε και αυτοκτόνησε για ψύλλου πήδημα, αντί να κάθεται ήσυχος στον καναπέ του σαν καλός νοικοκυραίος;
Γιατί όμως πρέπει να δανειστούμε τη συγκίνηση από το εξωτερικό; Η αυτοπυρπόληση του 25χρονου Αμερικανού μου έφερε στο νου την υπέρτατη πράξη διαμαρτυρίας ενός Ελληνόπουλου, του φοιτητή Κώστα Γεωργάκη, ο οποίος αυτοκτόνησε με τον ίδιο αποτρόπαιο τρόπο το 1970 στη Γένοβα, πασχίζοντας να αφυπνίσει τη διεθνή κοινή γνώμη για το μαρτύριο που βίωνε η πατρίδα του στα νύχια των συνταγματαρχών.
Δανείζομαι τη σχετικά άγνωστη και ξεχασμένη ιστορία του από διάφορες πηγές στο διαδίκτυο και σας την προσφέρω για να μαθαίνουν οι νεώτεροι και για να μη ξεχνούν οι παλιοί, οι λίγοι τέλος πάντων ενήλικες που έζησαν τη Χούντα στο πετσί τους και παραμένουν εν ζωή.
Ο Κώστας Γεωργάκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1948 και άφησε την τελευταία του πνοή, ένα ανθρώπινο κάρβουνο με καμένη σάρκα και λιωμένα οστά, στη Γένοβα όπου σπούδαζε Γεωλογία, τα ξημερώματα της 19ης Σεπτεμβρίου 1970. Υπήρξε πολιτικοποιημένος και ενεργό μέλος της Νεολαίας της Ένωσης Κέντρου. Δύο μήνες πριν από τον θάνατό του είχε αποκαλύψει ανώνυμα ότι η χούντα είχε διεισδύσει με ανθρώπους της και είχε διαβρώσει τις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις στην Ιταλία.
Φαίνεται όμως ότι η ταυτότητά του έγινε γνωστή και τον έκανε στόχο παρακρατικών, οι οποίοι του επιτέθηκαν. Το ελληνικό κράτος βάλθηκε να τον καλεί για να υπηρετήσει τη στρατιωτική θητεία του, αν και η αναβολή που είχε λάβει λόγω σπουδών ήταν απολύτως νόμιμη. Ο ατρόμητος νέος άρχισε να φοβάται για την οικογένειά του, που βρισκόταν πίσω στην Ελλάδα και δεχόταν πιέσεις. Και τότε ο θαρραλέος νέος με τη φλογερή καρδιά πήρε τη μεγάλη απόφαση.
Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου, ο Κώστας Γεωργάκης έγραψε μία επιστολή προς τον πατέρα του, αναφέροντας τα εξής: «Συγχώρεσέ με γι’αυτό που έκανα και μην κλάψεις. Ο γιος σου δεν είναι ήρωας. Είναι άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι, ίσως λίγο πιο φοβισμένος. Δεν θέλω να μπείτε σε κίνδυνο από τις πράξεις μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, παρά να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν ελεύθερο άτομο».
Προτού φύγει από το σπίτι του με το 500άρι Φιατάκι που οδηγούσε, ο νεαρός φοιτητής χάρισε το αντιανεμικό του στην αρραβωνιαστικιά του Ροζάνα. Στο παρμπρίζ του μικρού αυτοκινήτου,είχε κολλημένη τη φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Γεωργάκης έφτασε στην πλατεία Ματεότι και κατευθύνθηκε στο Παλάτσο Ντουκάλε, όπου στεγάζονταν τα δικαστήρια της πόλης. Πλέον, δεν υπήρχε γυρισμός.
Ο Κώστας Γεωργάκης έβγαλε από το πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου του τρία μπιτόνια με βενζίνη και κρατώντας τα στα χέρια έφτασε στη μεγάλη στοά. Εκεί μούσκεψε τα ρούχα του με το καύσιμο και με ένα σπίρτο άναψε τη φωτιά. Αυτοστιγμή τυλίχθηκε στις φλόγες.
Οι μοναδικοί άνθρωποι που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στην πλατεία ήταν οι εργάτες καθαριότητας της πόλης. Αμέσως έτρεξαν πανικόβλητοι να τον βοηθήσουν. Όταν έφτασαν κοντά του, εκείνος με όση δύναμη του είχε απομείνει φώναξε: «Το έκανα για χάρη της Ελλάδας. Ζήτω η δημοκρατία, όλοι οι Ιταλοί ας αναφωνήσουν: Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα». Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου δέκα ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο άνθρωπος που τηλεφώνησε στον πατέρα του δεν είχε κουράγιο να του πει για τον θάνατο του γιου του. «Ο Κώστας χτύπησε σε τροχαίο ατύχημα και νοσηλεύεται στο νοσοκομείο Σαν Μαρτίνο. Πρέπει να έρθετε αμέσως εδώ», του είπε. Την αλήθεια για τον θάνατο του παιδιού του την έμαθε μόλις έφτασε στο Μπρίντιζι, τυχαία, από έναν υπάλληλο.
Την επόμενη ημέρα ο χαροκαμένος πατέρας, Σπυρίδων Γεωργάκης, έσυρε τα πόδια του μέχρι το νεκροτομείο. Η μαρτυρία στον συγγραφέα Κωνσταντίνο Παπουτσή κόβει τα γόνατα: «Ήρθε η ώρα αυτή και με συνόδευσε στο νεκροτομείο ο ιερέας. Μου ζήτησε ο ιατροδικαστής να κάνω αναγνώριση. Ήταν καμένος, δηλαδή κάρβουνο, καμένος μέχρι και τρία εκατοστά βάθος. Ναι, αυτό είναι το παιδί μου… Αυτός είναι ο Κώστας μου. Έκανα τον σταυρό μου, τον φίλησα και κατέρρευσα».
Η σορός του νεαρού φοιτητή έμεινε άταφη για τέσσερις μήνες, αν και μεταφέρθηκε από φίλους και συμφοιτητές του στο νεκροταφείο της Γένοβα. Η δικτατορία ήθελε πάση θυσία να αποσιωπήσει το συγκλονιστικό περιστατικό και απαγόρευσε την άμεση μεταφορά της στην Ελλάδα. Ωστόσο το άψυχο σώμα του φοιτητή μεταφέρθηκε κρυφά στην Κέρκυρα με το πλοίο «Αστυπάλαια», τον Ιανουάριο του 1971. Η ταφή του έγινε στο Α’ Νεκροταφείο Κέρκυρας, ενώ μια μικρή πλατεία της πόλης φέρει το όνομά του. Παράλληλα, έχει αναγερθεί ένα μνημείο προς τιμήν του.
Η χούντα έπεσε τον Ιούλιο του 1974 και η Ελλάδα δεν ξέχασε τη θυσία του. Με την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την ανασύσταση της Ελληνικής Δημοκρατικής Νεολαίας (ΕΔΗΝ) από τον Αλέκο Παναγούλη, διοργανώθηκε το 1975 εκδήλωση τιμής για τον Κώστα Γεωργάκη και ευγνωμοσύνης προς την οικογένειά του.
Μάλιστα, ο Νικηφόρος Βρεττάκος αναφέρεται στη θυσία του σε ένα από τα ποιήματά του, με τίτλο «Αυτοπυρπόληση – συλλογή: Η θέα του κόσμου», αφιερωμένο «στον φοιτητή που αυτοπυρπολήθηκε στη Γένοβα το 1970»:
Ντύθηκες γαμπρός, φωταγωγήθηκες σαν έθνος.
Έγινες ένα θέαμα ψυχής, ξεδιπλωμένης στον ορίζοντα.
Είσαι η φωτεινή, περίληψη του δράματός μας,
τα χέρια μας προς την Ανατολή και τα χέρια μας προς τη Δύση.
Είσαι στην ίδια λαμπάδα τη μια τ’ αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας.
Σήμερα στην πλατεία της Γένοβας υπάρχει αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή στα ιταλικά: «Στον νεαρό Έλληνα Κωνσταντίνο Γεωργάκη που θυσίασε τα 22 χρόνια του για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία της πατρίδας του. Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι σκιρτούν μπροστά στην ηρωική του χειρονομία. Η ελεύθερη Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα».
Στη Κέρκυρα, γενέτειρα του ήρωα, υπάρχει σήμερα πλατεία με το όνομά του και με τον ανδριάντα του. Στη Θεσσαλονίκη μία οδός στην συνοικία της Ανάληψης φέρει το όνομά του. Όποιος θέλει να διαβάσει όλες τις λεπτομέρειες της εμβληματικής πράξης μπορεί να αναζητήσει το βιβλίο του ερευνητή Κωνσταντίνου Παπουτσή, που κυκλοφόρησε το 1996, με τίτλο «Το μεγάλο ΝΑΙ – Υπόθεση Κώστα Γεωργάκη».
Ο Άαρον Μπούσνελ κοιμάται σήμερα δίπλα στον Κώστα Γεωργάκη, στο αναπαυτήριο των ηρώων που δεν δίστασαν να δώσουν τη ζωή τους για να διατρανώσουν τα πιστεύω τους και για να δυναμώσουν τη φωνή τους. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σκεπάζει αυτούς, αλλά και τα αθώα θύματα των κτηνωδιών που θέλησαν να καταγγείλουν. Η φωτιά εκεί έξω θα καίει για πάντα.
Νίκος Παπαδογιάννη