Για να περάσει το ΠΑΣΟΚ στην επόμενη πίστα, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι είναι κόμμα με κυβερνητικό DNA. Δεν εξυπηρετούν αυτό το σκοπό υποψηφιότητες τύπου Διαμαντοπούλου.
Το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα-φαινόμενο της Μεταπολίτευσης, βρίσκεται εδώ και 10 χρόνια εκτός εξουσίας. Η χρεοκοπία, την οποία ανέλαβε να διαχειριστεί μόνο του το 2009, το αποδιοργάνωσε. Και η συγκυβέρνηση 2012-2014 με τη ΝΔ (σχεδόν…) το κατέστρεψε. Έκτοτε προσπαθεί να συνέλθει.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου το έβαλε σε νέες περιπέτειες. Το 13% δεν είναι κακό αποτέλεσμα για μικρό ή έστω για μικρομεσαίο κόμμα. Είναι, όμως, απογοητευτικό για κόμμα με κυβερνητικό DNA. Σε πολύ ευνοϊκές συνθήκες (μεγάλη πτώση της ΝΔ, πτώση και του ΣΥΡΙΖΑ) δεν κατάφερε να πετύχει κανένα στόχο του. Ήρθε τρίτο, πίσω ακόμα και από τον σπαρασσόμενο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη.
Έτσι, μπήκε ξανά στην περιπέτεια εκλογής αρχηγού. Θεωρητικά αυτό είναι μια υγιής αντίδραση. Διότι δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ, σε αντίθεση με τον αφασικό ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, έχει συνειδητοποιήσει την αποτυχία και αποπειράται να τη διορθώσει. Αρκεί η διόρθωση που θα έρθει να έχει δύο θεμελιώδη χαρακτηριστικά. Πρώτον, να αποκτήσει νέα ηγεσία. Και, δεύτερον, η ηγεσία αυτή να έχει συνειδητοποιήσει ότι, στις σημερινές συνθήκες, το κόμμα αυτό δεν μπορεί μόνο του να αποτελέσει εναλλακτικό πόλο εξουσίας απέναντι στη ΝΔ.
Επομένως, ο στόχος να συγκροτηθεί μια ενωμένη και ανανεωμένη προοδευτική παράταξη (προσοχή: παράταξη και όχι μικρό κόμμα, όπως είναι σήμερα το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ χωριστά) είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Τουλάχιστον τρεις εκ των υποψηφίων αρχηγών (Δούκας, Γερουλάνος, Κατρίνης) δείχνουν ότι έχουν συνειδητοποιήσει αυτήν την πραγματικότητα και υπάρχει ελπίδα ότι , αν εκλεγούν, θα προσπαθήσουν να την αλλάξουν. Αντίθετα, ο Νίκος Ανδρουλάκης με την άποψη «παρέλαβα κόμμα δεν θα παραδώσω συνιστώσα» δείχνει ότι, αν επανεκλεγεί, θα συνεχίσει την αποτυχημένη τακτική «πάω να προσπεράσω τον Κασσελάκη και να βγω δεύτερος».
Είναι κάτι που δεν αφορά τον προοδευτικό κόσμο και αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο οποίος, αν εξακολουθήσει να έχει απέναντί του Κασσελάκη και Ανδρουλάκη, έχει πολλές ελπίδες να πετύχει και τρίτη (συνεχόμενη) θητεία, κατακτώντας ένα μοναδικό ρεκόρ στη Μεταπολίτευση.
Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορεί μετ’ επιτάσεως ότι υποψήφια αρχηγός θα είναι και η Άννα Διαμαντοπούλου, για την ακρίβεια το διοχετεύει η ίδια, μαζί με «ποιοτικά στοιχεία» ευνοϊκών γι’ αυτήν δημοσκοπήσεων. Η Διαμαντοπούλου έχει απομακρυνθεί εδώ και πολλά χρόνια από το ΠΑΣΟΚ, έχει δηλώσει ότι δεν την εκφράζει. Αλλά αυτό δεν είναι το χειρότερο, οι άνθρωποι αλλάζουν όταν πρόκειται να διεκδικήσουν ένα αξίωμα. Ούτε έχει μεγάλη σημασία το ότι, μόλις πριν από έξι μήνες, είχε διαβεβαιώσει ότι δεν θα επιστρέψει στην ενεργό πολιτική. Αλλάζουν αυτά.
Όμως, η Διαμαντοπούλου δεν έχει κρύψει ότι οι πολιτικές απόψεις της είναι πιο κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη παρά στο ΠΑΣΟΚ. Το 2019 είχε δηλώσει ανοιχτά «πιστεύω στην αυτοδυναμία της ΝΔ». Και είχε διατρανώσει ότι «ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα περισσότερη σχέση έχω με τη ΝΔ». Γι’ αυτό είχε επικρίνει τον Νίκο Ανδρουλάκη για το «ούτε με τον Μητσοτάκη ούτε με τον Τσίπρα», προφανώς ήθελε «με τον Μητσοτάκη».
Υπάρχει ένα κομμάτι στελεχών του ΠΑΣΟΚ (κυρίως πρώην, κάποια νυν το κρύβουν), που «διατίθεται» για συνεργασία με τη ΝΔ του νυν πρωθυπουργού. Είναι οι αποκαλούμενοι «ακροκεντρώοι», που έκαναν καριέρα με το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο.
Εκπρόσωπος αυτής της τάσης, ο Ανδρέας Λοβέρδος, επιχείρησε να πάρει την αρχηγία την προηγούμενη φορά, αλλά απέτυχε. Τώρα θα το επιχειρήσει η Άννα Διαμαντοπούλου.
Όμως, ανακύπτει ένα ερώτημα. Θα «διατεθεί» ξανά το ΠΑΣΟΚ για «συμπλήρωμα», κοινώς «τσόντα», στη μελλοντική κυβέρνηση Μητσοτάκη, αν δεν έχουμε αυτοδυναμία; Την προηγούμενη φορά που το έκανε(κυβέρνηση Σαμαρά 2012-2014) υπήρχε σοβαρή δικαιολογία, η χρεοκοπία. Αλλά το πλήρωσε ακριβά: έφτασε στα όρια της κοινοβουλευτικής εξαφάνισης και ακόμα βολοδέρνει σε μικρομεσαία ποσοστά.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Αν επαναληφθεί, θα είναι φάρσα και τραγωδία μαζί. Ο αρχαίος Μένανδρος είχε πει για «το δις εξαμαρτείν»…