Του Κώστα Μπετινάκη
Όλα τα προηγούμενα χρόνια η Ρωσία βρισκόταν στο στόχαστρο του δυτικού κατεστημένου ασφάλειας. Αν κρίνουμε από τη φετινή διάσκεψη του Μονάχου όμως, το επίκεντρο του ενδιαφέροντος έχει αρχίσει να στρέφεται στην Κίνα.
Κορυφαίοι στρατηγοί του ΝΑΤΟ, Γερμανοί υπουργοί και εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών κρατών παρακολουθούν τη σύνοδο ασφαλείας του Μονάχου που έχει επίκεντρο τις μελλοντικές γεωπολιτικές διαστάσεις στην ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία.
Ορισμένοι από τους συμμετέχοντες ήδη έχουν εκφράσει αισιοδοξία για το «ευρασιατικό μέλλον», όχι μόνο για τις χώρες που βρίσκονται στην περιοχή, αλλά και την ανάγκη συνεργασίας Ευρώπης-Ρωσίας.
Ο πρόεδρος της Αρμενίας Serzh Sargsyan, για παράδειγμα, είπε πως η χώρα του έχει μάθει πως «η γεωπολιτική διαμάχη δεν επιφέρει κάτι καλό, ενώ η συνεργασία σε κοινά ενδιαφέροντα προωθεί την πρόοδο».
Για τους Ευρωπαίους, η διαπίστωση της στροφής προς την εσωστρέφεια της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής σημαίνει ότι οι ίδιοι χρειάζονται να κάνουν περισσότερα για την δική τους ασφάλεια με επανεξέταση των αμυντικών τους δαπανών και την ενιαία άμυνα.
Αν τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Νορβηγία αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες κατά 2%, όπως απαιτεί το ΝΑΤΟ, θα σημάνει συνολική αύξηση κοντά στο 50% που μεταφράζεται σε €314 δισεκατομμύρια.
Αυτό σημαίνει πως οι ευρωπαϊκοί στρατοί θα καταστούν πιο αποτελεσματικοί αλλά θα πρέπει να γίνουν και περισσότεροι ενωμένοι.
Για παράδειγμα 25 ευρωπαϊκά κράτη αποφάσισαν να συντονίσουν την άμυνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Δεκέμβριο του περασμένου χρόνου, με το αμυντικό σύμφωνο «PESCO».
Την ίδια ώρα Γερμανία και Γαλλία έχουν διακηρύξει την επιθυμία τους να σχεδιάσουν και οικοδομήσουν νέα γενιά μαχητικού αεροσκάφους. Επανέρχεται πάλι η ιδέα της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Στρατού, με πρωτοβουλία που έχει εκφράσει ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν.
Tερέζα Μέι: Η ευρωπαϊκή ασφάλεια μας αφορά όλους
Η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι στην ομιλία της στη διάσκεψη του Μονάχου χθες Σάββατο, είπε πως «θα πρέπει να υπάρξει κοινή συμφωνία για την ασφάλεια ανάμεσα στη Βρετανία και την ΕΕ προκειμένου να προστατευθούν όλοι οι κάτοικοι της Ευρώπης». «Η ασφάλεια της Ευρώπης είναι και δική μας ασφάλεια», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, μιλώντας στο συνέδριο είπε πως απαιτείται μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ενότητα για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων εντάσεων.
Στην τελευταία του ίσως διεθνή ομιλία ως υπουργός της γερμανικής κυβέρνησης, ο Γκάμπριελ είπε στους συνέδρους ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση «θα πρέπει να καταστρώσει κοινή ατζέντα εξωτερικής πολιτικής για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη αβεβαιότητα από χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία».
Όπως επισημαίνουν οι σχολιαστές, τα σχόλια του Γκάμπριελ έρχονται σε μια στιγμή που εντείνονται οι ευρωπαϊκές ανησυχίες ότι οι ΗΠΑ υπό την ηγεσία του Ντ. Τραμπ, γυρίζουν την πλάτη στις παραδοσιακές υπερατλαντικές συνεργασίες.
Οι ανησυχίες εντείνονται καθώς η Κίνα, ξεπερνώντας τις προηγούμενες πολιτικές της, άνοιξε την πρώτη ξένη βάση της στο Τζιμπουτί. Παρ΄όλο που το Πεκίνο αποφεύγει να χρησιμοποιεί τον όρο «στρατιωτική βάση», οι παρατηρητές υποστηρίζουν πως προωθείται η κινεζική εξάπλωση στην Αφρική.
Η κινεζική βάση στο Τζιμπουτί αποσκοπεί στην προώθηση δράσεων στις οποίες συμπεριλαμβάνονται «η στρατιωτική συνεργασία, με κοινά γυμνάσια, αλλά και ασκήσεις διάσωσης και προστασίας», όπως μετέδωσε το κινεζικό πρακτορείο Xinhua. Χωρίς ωστόσο να αναφέρει πόσα κινεζικά στρατεύματα έχουν αποσταλεί στην βάση αυτή.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, η Ιαπωνία, η Ιταλία και η Ισπανία διατηρούν ήδη βάσεις στο Τζιμπουτί, το οποίο συνορεύει με την Ερυθραία, την Αιθιοπία και τη Σομαλία, ενώ ήδη και η Σαουδική Αραβία προετοιμάζει κι αυτή δική της βάση εκεί.
Το Τζιμπουτί αποτελεί στρατηγικής σημασίας λιμάνι αποτελώντας ένα μοντέλο σταθερότητας, σε μια περιοχή όπου επικρατούν συνθήκες πολυετούς αναταραχής.
Προκαλούν Ρωσία και Κίνα την αμερικάνικη κυριαρχία;
Οι ατλαντικοί κύκλοι εκφράζουν ανησυχία για την ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος της Κίνας, καθώς και την αύξηση της επιρροής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.
Ιδιαίτερα επισημαίνεται πως τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η Κίνα ναυπήγησε σκάφη που το συνολικό τονάζ τους είναι μεγαλύτερο από το σύνολο του γαλλικού στόλου και σχεδόν ίσο με του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού. Με άλλα λόγια, την καθιστά ικανή να αυξήσει την παγκόσμια επιρροή της.
Την ίδια ώρα οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Μόσχα -και λόγω του οικονομικού εμπάργκο- δημιουργεί προβλήματα στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεών της.
Παρ' όλα αυτά, η Ρωσία εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις της σε συγκρούσεις όπως στη Συρία για παράδειγμα. Εκείνο που ενοχλεί όμως τη Δύση ιδιαίτερα, είναι η ρωσική επιθετική πολιτική σε διεθνή προβλήματα όπως το ζήτημα της Ουκρανίας.
Πιο ανησυχητικό για την παγκόσμια κοινότητα είναι πάντως το ότι εξακολουθεί να ισχύει ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα, με τις τρεις μεγάλες δυνάμεις, ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα, να συνεχίζουν τον εκσυγχρονισμό των πολεμικών πυρηνικών τους δυνατοτήτων .