Υποτίθεται πως το 2011, η κυβέρνηση Παπανδρέου θα άλλαζε τα δεδομένα στην αξιοποίηση του εθνικού ορυκτού πλούτου. Αυτό θα το κατάφερνε με την σημαντική αναθεώρηση του παρωχημένου νόμου 2289/1995 για την Έρευνα & την Εκμετάλλευση Κοιτασμάτων Υδρογονανθράκων στην Ελλάδα. Μετά από σχετική εισήγηση στη Βουλή του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής υπό τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου το έως τότε νομοθετικό πλαίσιο «τροποποιήθηκε κατάλληλα» με σκοπό -υποτίθεται- να διευκολύνει τις επερχόμενες επενδύσεις εντοπισμού και ανάδειξης του υποθαλάσσιου ορυκτού μας πλούτου. Πόσο μάλλον των υδρογονανθράκων που ως γνωστόν βρίσκονται σε τεράστια θαλάσσια βάθη. Στην πραγματικότητα όμως ο περίφημος νέος νόμος 4001/2011 αποτέλεσε-ει μια παγκόσμια πρωτοτυπία νομοθετικού σαμποτάζ στην αξιοποίηση εθνικών πόρων!
Ήδη, από το 2010 είχαν ανακαλυφθεί στην Ανατολική Μεσόγειο το γιγαντιαίο υποθαλάσσιο κοίτασμα «Λεβιάθαν» έκτασης 340 τετραγωνικών χιλιομέτρων (km2) καθώς και το κοίτασμα Ταμάρ έκτασης 250 τετραγωνικών χιλιομέτρων εντός της ΑΟΖ του Ισραήλ. Παρά την παραπάνω γνώση της εποχής εκείνης, η αναθεώρηση του νόμου 4001/2011 έγινε με τέτοια μεγάλη προχειρότητα που αγνόησε πλήρως την απαίτηση αναθεώρησης της ισχύουσας δυνατότητας παραχώρησης -σε ανάδοχες πετρελαϊκές εταιρείες- του δικαιώματος αυτοδίκαιης εκμετάλλευσης κοιτασμάτων μέγιστου μεγέθους 100 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Το άρθρο 2 του νόμου του 1995 έμεινε ως έχει στην αναθεώρηση του 2011.
Αυτό τι σημαίνει όμως σήμερα; Σημαίνει ότι στην περίπτωση ανακάλυψης κοιτάσματος από ανάδοχο εταιρεία στην Ελλάδα, υπό το σημερινό καθεστώς, ο Νόμος υδρογονανθράκων προβλέπει μία μέγιστη αυτοδίκαιη παραχώρηση περιοχής 100 km2.
Στην περίπτωση που το κοίτασμα αποδειχθεί μεγαλύτερο προβλέπεται σχετική διαπραγμάτευση ώστε να «συναινέσει» η όποια ελληνική κυβέρνηση για την παραχώρηση μιας μέγιστης περιοχής εκμετάλλευσης έκτασης έως 200 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Προφανώς για έναν επίδοξο επενδυτή η διαδικασία να διαπραγματευτεί κάτι το οποίο πρέπει -και θεωρείται διεθνώς- δεδομένο είναι το λιγότερο αποθαρρυντικό. Συνεπώς, η παραπάνω ισχύουσα ρύθμιση σήμερα είναι ικανή από μόνη της να ανατινάξει τις Συμβάσεις της Κρήτης στον αέρα διατηρώντας μια απαρχαιωμένη ρύθμιση του 1995!
Είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι από τους στόχους κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που χαρτογραφήθηκαν ήδη επίσημα από την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ Α.Ε.) στην Κρήτη και οι οποίες εμβαδομετρήθηκαν από εμάς, εμφανίζουν ένα μέγεθος που κυμαίνεται μεταξύ 200 km2 και 760 km2 όπως φαίνεται και στον χάρτη. Οι Έλληνες διαχειριστές τροποποίησαν το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο δίχως να το εκσυγχρονίσουν!
Δεξιά στον χάρτη φαίνονται τα μεγέθη των κοιτασμάτων νοτίως της Κρήτης. Προφανώς η ελληνική νομοθεσία είναι τραγικά παρωχημένη αν και προσφάτως τροποποιημένη.
Άρα από πρακτική άποψη, μία εταιρεία που θα ανακαλύψει ένα υποθαλάσσιο κοίτασμα μεγέθους 600 km2 θα δικαιούται να εκμεταλλευτεί αυτοδίκαια μόλις το 1/6 του κοιτάσματος. Μία τέτοια εκρηκτική ρύθμιση θα αποτελούσε σήμερα μία παγκόσμια πρωτοτυπία! Είναι φανερό ότι εάν η Ελλάδα επιθυμεί μεσοπρόθεσμα να προσελκύσει πράγματι επενδυτές για την ανακάλυψη κοιτασμάτων σε μεγάλα θαλάσσια βάθη υπάρχει κατεπείγουσα νομοθετική ανάγκη αναθεώρησης του μέγιστου μεγέθους παραχώρησης περιοχών προς εκμετάλλευση αποκαλυφθέντος κοιτάσματος.
Είναι εξάλλου γνωστό, ότι στα μεγάλα αυτά θαλάσσια βάθη, ένα κοίτασμα είναι εκμεταλλεύσιμο μόνο και εφόσον αποδειχθεί ότι είναι τελικά αρκετά μεγάλο σε μέγεθος. Σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική, στην περίπτωση ανακάλυψης κοιτάσματος, μία ανάδοχος εταιρεία δικαιούται να εκμεταλλευτεί ολόκληρο το κοίτασμα που ανακάλυψε εφόσον όμως το κοίτασμα αυτό βρίσκεται εξ΄ολοκλήρου μέσα στην ερευνητική περιοχή που της έχει ήδη παραχωρηθεί.
Απαγόρευση συμμετοχής της ελληνικής κρατικής εταιρείας!
Στο άρθρο 157 του νέου νόμου του 2011 είναι ξεκάθαρη η ρήτρα απαγόρευσης στη συμμετοχή της ΕΔΕΥ ΑΕ.
Η παραπάνω ισχύουσα νομοθετική τραγωδία δεν είναι μοναδική στην ελληνική νομοθεσία υδρογονανθράκων. Υπάρχει μία δεύτερη, πιο οδυνηρή ρύθμιση, η οποία υιοθετήθηκε μέσω του Νόμου 4001/2011 και η οποία αφορά την πλήρη απαγόρευση συμμετοχής της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων Α.Ε. στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Να σημειώσουμε ότι το 1998, δηλαδή πριν από την υιοθέτηση του Νόμου 4001/2011, η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων Α.Ε. -που τότε λεγόταν ΔΕΠ-ΕΚΥ Α.Ε. με Διευθύνουσα Σύμβουλο την κα Τερέζα Φωκιανού- είχε συμμετάσχει κοινοπρακτικά (12,5% συμμετοχή) με αλλοδαπές πετρελαϊκές εταιρείες σε θαλάσσιες και χερσαίες της Δυτικής Ελλάδος.
Το άρθρο 11 του νόμου 2289/1995 καταργήθηκε με τον τροποποιημένο νόμο του 2011.
Αυτό μάλιστα είχε επιτευχθεί άνευ δαπάνης για την ΔΕΠ-ΕΚΥ Α.Ε. (carried interest) ενώ παράλληλα από τότε είχε ενδιαφερθεί κάποια στιγμή να μπορέσει να συμμετάσχει κοινοπρακτικά με περιορισμένα ποσοστά σε ερευνητικές και παραγωγικές δραστηριότητες περιοχών της Κυπριακής ΑΟΖ.
Η τραγική αυτή αλλαγή που πραγματοποιήθηκε στον νόμο των υδρογονανθράκων το 2011 ουσιαστικά απαγορεύσει τη δυνατότητα συμμετοχής κοινοπρακτικής παρουσίας του Ελληνικού Κρατικού Φορέα Υδρογονανθράκων στις κυπριακές δραστηριότητες εντοπισμού και ανακαλύψεων κοιτασμάτων στη Μεγαλόνησο.
Αν δούμε όμως τον νόμο του 1995 μπορούμε να εντοπίσουμε τα άρθρα που επέτρεπαν την κοινοπρακτική συμμετοχή της ΔΕΠ-ΕΚΥ Α.Ε. (δηλαδή σημερινή ΕΔΕΥ Α.Ε.) Α.Ε. τα οποία όμως καταργήθηκαν.
Είναι γεγονός ότι, εάν το 2011 δεν αναθεωρείτο ο νόμος των υδρογονανθράκων ακριβώς σε αυτό το σημείο αυτό, θα ήταν δυνατή μία παρουσία της ΕΔΕΥ Α.Ε. χωρίς καμία δαπάνη εκ μέρους της (carried interest) στον ορυκτό πλούτο της αδελφής Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επίσης το άρθρο 3 του νόμου του 1995 που επέτρεπε την κοινοπρακτική συμμετοχή της ΔΕΠ-ΕΚΥ Α.Ε. στην έρευνα και τη συμμετοχή καταργήθηκε.
Αυτό μάλιστα θα συνέβαινε δεδομένου ότι θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μία συμφωνία SWAP, δηλαδή παραχώρησης ερευνητικών και παραγωγικών δικαιωμάτων με ευνοϊκότερους όρους στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα αντίστοιχη παραχώρηση μικρού κοινοπρακτικού δικαιώματος παρουσίας σε ενδιαφέρουσα ερευνητική περιοχή της Κύπρου.
Τη στιγμή που οι γειτονικές μεσογειακές χώρες δραστηριοποιούνται με όλες τους τις δυνάμεις, το ελληνικό πολιτικό προσωπικό σαμποτάρει την εθνική ενεργειακή στρατηγική προκαλώντας ερωτήματα για τα κίνητρα τέτοιων αντεθνικών πράξεων. Όσο αργοπορεί το ελληνικό κράτος με τέτοιους είδους γραφειοκρατικές πρακτικές θα συνεχίζουμε να εισάγουμε κερδίζοντας ελάχιστοι και πάντως όχι ο ελληνικός λαός.
Ηλίας Κονοφάγος /SLpress
.iellada.gr