Γόνος οικογενείας με ιστορία στη ναυτιλία που ξεπερνά τον έναν αιώνα, ο Κώστας Περατικός είναι το 11ο θύμα της «17Ν» που μετά από παρατεταμένη περίοδος απουσίας επιστρέφει εμφατικά στην ένοπλη δράση. Το ημερολόγιο δείχνει 28 Μαΐου 1997.
Η ώρα είναι 05:15 το απόγευμα και ο Κώστας Περατικός βγαίνει από τα γραφεία της εταιρείας του στην οδό Φίλωνος στον Πειραιά και κατευθύνεται προς το πάρκινγκ που έχει σταθμεύσει το όχημα του. Έξω από το «Σινέ Ολύμπικ», στη συμβολή των οδών Φίλωνος και Φιλελλήνων, κοντά στο λιμάνι του Πειραιά, τρεις ένοπλοι άνδρες τον κυκλώνουν και πυροβολούν από κοντινή απόσταση του εναντίον του. Ο 42χρονος εφοπλιστής θα μεταφερθεί στο Τζάνειο Νοσοκομείο όπου απλά διαπιστώνεται ο θάνατος του. Στο σημείο θα βρεθούν 4 κάλυκες και 2 βολίδες από 45άρι πιστόλι, το όπλο - ταυτότητα της «17Ν» που ακόμη και σήμερα δεν έχει βρεθεί.
Οι αστυνομικοί που σπεύδουν στο σημείο ξεκινούν να συλλέγουν μαρτυρίες και σχεδόν άμεσα φτάνουν στο συμπέρασμα ότι πίσω απ’ τη δολοφονία είναι η τρομοκρατική οργάνωση - φάντασμα. Η προκήρυξη που έρχεται λίγο αργότερα τους επιβεβαιώνει, όμως, έχει πολλά συντακτικά και ορθογραφικά λάθη (σ.σ. κάτι διόλου συνηθισμένο, καθώς τα κείμενα της «17Ν» ήταν πολύ προσεγμένα), ενώ μία ημέρα αργότερα στέλνουν ένα... ξεχασμένο υστερόγραφο στην «Ελευθεροτυπία». Οι αξιωματικοί της Ασφάλειας είναι σχεδόν σίγουροι ότι η «17Ν» αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα και ότι η δολοφονία του Κώστα Περατικού είναι μία προσπάθεια να πείσει ότι παραμένει ενεργή και μπορεί να κάνει εντυπωσιακά χτυπήματα.
Η προκήρυξη
«Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον εφοπλιστή Κώστα Περατικό, από τους κυριότερους υπεύθυνους για την απάτη της “ιδιωτικοποίησης” των ναυπηγείων Ελευσίνας. Ο κύριος αυτός αφού πήρε τα ναυπηγεία χωρίς να πληρώσει φράγκο από την τσέπη του, αφού τα λειτούργησε επί τρία χρόνια, αφού εισέπραξε τα δεκάδες δισεκατομμύρια κρατικά δάνεια, τα εγκατέλειψε πέρσι αφήνοντας χρέη 18 δισεκατομμυρίων, ενώ σήμερα απαιτεί άλλα 17 δισεκατομμύρια από το Δημόσιο. Ο κάθε εφοπλιστής κύριος Περατικός που επαίρεται για τη φιλοπατρία του θα πρέπει να αντιληφθεί ότι η Ελλάδα δεν είναι μπανανία.
Μπορεί οι θεσμοί της, πολιτικός κόσμος, Δικαιοσύνη, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να 'ναι θεσμοί κράτους μπανανίας, ο ελληνικός λαός όμως δεν πρόκειται να επιτρέψει στους εφοπλιστές να τον εξαπατούν και να τον κλέβουν κατ' εξακολούθηση κι ατιμώρητα με δεκάδες δισεκατομμύρια δραχμές, ενώ απ' την άλλη πλευρά μικροί, βιοπαλαιστές κλείνονται στη φυλακή για μικροχρέη στο Δημόσιο μερικών εκατοντάδων χιλιάδων δραχμών», αναφέρεται σε απόσπασμα της οχτασέλιδης προκήρυξης που εστάλη από τη «17Ν».
Η διαφυγή με ταξί
Αμέσως μετά τη δολοφονία, οι δύο ένοπλοι κατευθύνονται προς την οδό Φιλελλήνων, όπου είναι παρκαρισμένο ένα κλεμμένο φορτηγάκι, με ένα τρίτο συνεργό στη θέση του οδηγού. Το όχημα δεν παίρνει μπροστά, ενώ από τις φωνές που ακούγονται στο σημείο έχει κινητοποιηθεί ένας αστυφύλακας του Τμήματος Μεταγωγών, ο Θ. Αβδούλος, ο οποίος πλησιάζει τους τρεις άγνωστους και τους φωνάζει να παραδοθούν. Εκείνοι βγαίνουν από το φορτηγάκι και πυροβολούν με το 38άρι εναντίον του για εκφοβισμό, τρέχοντας παράλληλα προς την οδό Χαριλάου Τρικούπη. Οι τρεις άνδρες σταματούν ένα διερχόμενο ταξί, βγάζουν έξω τον οδηγό και την πελάτισσα και διαφεύγουν με το ταξί. Φτάνοντας έξω από το ξενοδοχείο «Σαβόι», αφήνουν το ταξί και επιβιβάζονται σε ένα κόκκινο Opel Kadett με κλεμμένες πινακίδες, το οποίο εγκαταλείπουν σχεδόν μισό χιλιόμετρο πιο κάτω.
Οι δράστες της εκτέλεσης γνώριζαν τα πάντα για τις κινήσεις του Κώστα Περατικού, ο οποίος είχε σταματήσει να φυλάσσεται από την Αστυνομία 15 μήνες πριν από τη δολοφονία του. Η ζωή του εφοπλιστή είχε απειληθεί από το 1992 και για τον λόγο αυτό είχε πάρει άδεια οπλοφορίας, ενώ στην προκήρυξη της «17Ν» θα αποκαλύψει ότι ήθελε να τον σκοτώσει από το 1995, ωστόσο, δύο φορές το σχέδιο ματαιώθηκε. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. η τρομοκρατική οργάνωση τον ήθελε νεκρό επειδή ο εφοπλιστικός όμιλος απέκτησε με ευκολίες πληρωμής -από τέσσερις τράπεζες και μία ασφαλιστική εταιρεία- τα ναυπηγεία Ελευσίνας τα οποία έκλεισαν τον Αύγουστο του 1995.
Ο Βασίλης Ξηρός, κατά την προανάκριση, ομολογεί ότι συμμετείχε στη δολοφονία του 42χρονου εφοπλιστή. Από την ίδια κατάθεση προκύπτει ότι συμμετείχαν ακόμα οι Σάββας Ξηρός, Δημήτρης Κουφοντίνας και ένας ακόμη με το ψευδώνυμο «Τάκης». «Ο “Λουκάς” και ο αδερφός μου μού έκαναν γνωστό ότι η επόμενη ενέργεια ήταν να σκοτώσουμε τον εφοπλιστή Περατικό στον Πειραιά», είχε πει ο Βασίλης Ξηρός. Επίσης, δακτυλικά αποτυπώματα του Σάββα Ξηρού θα βρεθούν σε αυτοκίνητο που χρησιμοποιήθηκε από τη «17Ν» στη δολοφονία του.