Υδρογόνο: O 3ος παγκόσμιος μόλις ξεκίνησε

Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου

 

Το ενεργειακό κλειδί του 21ου αιώνα προορίζεται να λειτουργήσει ως καύσιμο, αλλά και ως μέσο αποθήκευσης ενέργειας - Η μάχη για την αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου παγκοσμίως φέρνει οικονομικές και γεωπολιτικές αλλαγές

 

Μόλις πρόσφατα η Σαουδική Αραβία, η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα του πλανήτη, ανακοίνωσε ότι υιοθετεί τον στόχο για μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2060. Ταυτόχρονα, όμως, διευκρίνισε ότι σκοπεύει να διατηρήσει τα πρωτεία στην παραγωγή και εξαγωγή υδρογονανθράκων. Η ανακοίνωση της Σαουδικής Αραβίας σημαίνει ότι στο εσωτερικό της χώρας οι εκπομπές ρύπων θα μηδενιστούν μέχρι το 2060, αλλά από εκεί και πέρα τι θα γίνεται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που θα εξάγεται είναι… μια άλλη υπόθεση.

 

Η εξέλιξη αυτή φέρνει στο προσκήνιο τη μεγάλη μάχη που βρίσκεται σε εξέλιξη για την αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου παγκοσμίως.

 

Η Διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή στη Γλασκώβη (COP26) δεν σηματοδοτεί μόνο τη συντονισμένη προσπάθεια των ηγεσιών παγκοσμίως να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη οικολογική καταστροφή, αλλά και την αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου που φέρνει μεγάλες οικονομικές και γεωπολιτικές αλλαγές. Η λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» σε καθαρές μορφές ενέργειας συνδέεται με τεράστια συμφέροντα, οικονομικά και γεωπολιτικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι την επόμενη μέρα της ανακοίνωσης των Σαουδαράβων, το ολλανδικό συνταξιοδοτικό ταμείο ABP, που διαχειρίζεται επενδύσεις 528 δισ. ευρώ, ανακοίνωσε ότι θα ρευστοποιήσει επενδύσεις που διαθέτει σε περίπου 80 εταιρείες που συνδέονται με ορυκτά καύσιμα.

 

Οι Σαουδάραβες, πάντως, εκτός από την προσήλωσή τους στα ορυκτά καύσιμα ανακοίνωσαν και μια μεγάλη επένδυση 180 δισ. δολαρίων για την παραγωγή «μπλε υδρογόνου» με χρήση φυσικού αερίου, με στόχο να εξάγουν 4 εκατομμύρια τόνους ετησίως το 2030.

 

Το υδρογόνο είναι το ενεργειακό κλειδί του 21ου αιώνα, καθώς προορίζεται να λειτουργήσει ως καύσιμο, αλλά και ως μέσο αποθήκευσης ενέργειας.

 

Τα αιολικά και ηλιακά πάρκα αποδίδουν μόνο όταν φυσάει ή έχει ήλιο, αντίστοιχα, και ένας τρόπος να αντιμετωπιστεί αυτή η αστάθεια είναι η αξιοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας για την παραγωγή υδρογόνου, το οποίο στη συνέχεια θα αποθηκεύεται ώστε να χρησιμοποιείται σε δεύτερη φάση ως καύσιμο, είτε για κίνηση οχημάτων είτε για παραγωγή ηλεκτρικού.

 

Το υδρογόνο μπορεί να τροφοδοτήσει κινητήρες εσωτερικής καύσης, ακόμα και να υποκαταστήσει το ντίζελ στους σημερινούς κινητήρες, με μικρές προσαρμογές. Προς το παρόν, όμως, οι τεχνολογίες αυτές δεν είναι ώριμες, κυρίως σε ότι αφορά την αποθήκευση, καθώς το υδρογόνο είναι εξαιρετικά εύφλεκτο και εκρηκτικό.

 

Υπολογίζεται, πάντως, ότι μετά το 2030 οι συνθήκες θα είναι ώριμες ώστε να χρησιμοποιηθεί το υδρογόνο για μακροπρόθεσμη αποθήκευση πράσινης ενέργειας, ενώ μέχρι τότε θα έχουν εξελιχθεί και οι κάθε είδους μπαταρίες που θα χρησιμοποιούνται περισσότερο για βραχυχρόνια αποθήκευση. Οταν το υδρογόνο παράγεται με ηλεκτρισμό από αιολική και ηλιακή ενέργεια, ονομάζεται «πράσινο υδρογόνο».

 

Οι Σαουδάραβες σχεδιάζουν να παράγουν «μπλε υδρογόνο», που σημαίνει ότι για την ηλεκτρόλυση θα παράγεται ηλεκτρικό ρεύμα από καύση φυσικού αερίου, αλλά το διοξείδιο του άνθρακα της καύσης θα αποθηκεύεται σε υπόγειες δεξαμενές και δεν θα αποδεσμεύεται στην ατμόσφαιρα. Το υδρογόνο που παράγεται σήμερα στα διυλιστήρια, με εκπομπές ρύπων, ονομάζεται «γκρίζο υδρογόνο». Μέχρι να ωριμάσουν οι νέες τεχνολογίες το βασικό καύσιμο θα είναι το φυσικό αέριο, το οποίο είναι μεν ορυκτό αλλά έχει πολύ μικρότερες εκπομπές ρύπων σε σχέση με το κάρβουνο και το πετρέλαιο και είναι συμβατό με τους περιβαλλοντικούς στόχους που έχουν τεθεί παγκοσμίως. Γι’ αυτό και έχει επιλεγεί ως ενδιάμεσο καύσιμο.

 

Η Ευρώπη έχει υιοθετήσει τους αυστηρότερους στόχους για μείωση της εκπομπής ρύπων, δεσμευόμενη να φτάσει στο μηδέν το 2050 και βάζοντας ενδιάμεσο στόχο το 2030, οπότε οι εκπομπές ρύπων θα πρέπει να έχουν περιοριστεί στο 55% του επιπέδου που βρίσκονταν το 1990.

 

Για την Ε.Ε. η πράσινη μετάβαση δεν υπαγορεύεται μόνο από την ανάγκη αποτροπής της κλιματικής αλλαγής, αλλά αποτελεί και στρατηγικό στόχο ενεργειακής αυτονομίας, αφού η Γηραιά Ηπειρος δεν διαθέτει αποθέματα υδρογονανθράκων και η «καθαρή» ενέργεια είναι ο μόνος τρόπος για να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο και του σαουδαραβικό πετρέλαιο.

 

Θεωρητικά, η εξέλιξη της τεχνολογίας και των επενδύσεων στην ηλιακή και την αιολική ενέργεια, καθώς και η μείωση του κόστους παραγωγής οδηγεί σε μια ισορροπία όπου θα είναι εφικτή η υποκατάσταση των υδρογονανθράκων.

 

Στην πράξη, όμως, αποδεικνύεται ότι η μετάβαση δεν είναι καθόλου αυτόματη, ενώ με την υπόθεση αυτή συνδέονται τεράστια συμφέροντα, τα οποία δίνουν τη δική τους μάχη στην επερχόμενη παγκόσμια ανακατανομή.

 

Η ευρωπαϊκή εξάρτηση από το φυσικό αέριο ήρθε με ένταση στο προσκήνιο τους τελευταίους μήνες, καθώς η έκρηξη της τιμής του τελευταίου οφείλεται, ανάμεσα σε άλλους παράγοντες, και στις μειωμένες παραδόσεις από τη ρωσική Gazprom.

 

Οι κινήσεις των Σαουδαράβων δείχνουν ότι επιχειρούν να διατηρήσουν τον έλεγχο της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας, αποκτώντας προβάδισμα και στα μελλοντικά καύσιμα, όπως το υδρογόνο. Η Κίνα έχει υιοθετήσει τον μηδενικό στόχο για το έτος 2060, αλλά προς το παρόν έχει φουλάρει τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού από άνθρακα, καθώς διαθέτει σημαντικά αποθέματα και τα αξιοποιεί για να μην «ξεμείνει» από ενέργεια λόγω της κρίσης του φυσικού αερίου.

 

Οι ΗΠΑ, που διαθέτουν δικά τους ορυκτά αποθέματα υδρογονανθράκων, έχουν εξαγγείλει ότι θα υιοθετήσουν στόχο μηδενικών ρύπων για το 2060, αλλά δεν έχουν προσδιορίσει συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές για την επίτευξή του.

 

Πάντως, η ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε από την άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου τους τελευταίους μήνες έφερε στο προσκήνιο τις αβεβαιότητες με τις οποίες συνδέεται η πορεία μετάβασης στις καθαρές μορφές ενέργειας, η λεγόμενη και «απανθρακοποίηση», που σημαίνει σταδιακή μείωση της χρήσης κάρβουνου και πετρελαίου.

 

Η μείωση μέχρι τα μέσα του αιώνα στο ισοζύγιο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων του θερμοκηπίου έχει στόχο να αποτραπεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη περισσότερο από 1,5 βαθμό Κελσίου.

 

Πάνω από το επίπεδο αυτό, σύμφωνα με τις μελέτες που γίνονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, αλλά και πολλές άλλες, οι αλλαγές στο κλίμα συνδέονται με καταστροφικά σενάρια και ανυπολόγιστες ζημιές για τη ζωή στον πλανήτη σε σημείο που να απειλείται η επιβίωση της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ