Σαν μονόδρομο παρουσιάζουν κορυφαία στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος την αντικατάσταση του Τζο Μπάιντεν μετά την εξευτελιστική παρουσία του στην τηλεοπτική αντιπαράθεση με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Αμερικανός πρόεδρος δυσκολευόταν ακόμη και να ολοκληρώσει τις προτάσεις που ξεκινούσε.
Οι New York Times κάνουν πλέον λόγο για «ένα κόμμα σε πανικό» ενώ αρκετά μέλη των Δημοκρατικών δήλωναν ότι τους προκαλούσε αμηχανία και «σωματικό πόνο» να παρακολουθούν τη ζωντανή μετάδοση.
Αναλυτές του CNN σημείωναν ότι ανώτεροι σύμβουλοι επικοινωνίας και στρατηγικής συζητούσαν ακόμη και το ενδεχόμενο να μεταβούν το ίδιο βράδυ στο Λευκό Οίκο και να ζητήσουν από τον Μπάιντεν να αποχωρήσει από τις προεδρικές εκλογές.
Το ερώτημα αρκετών είναι γιατί ο μηχανισμός του κόμματος επέμενε στη συμμετοχή ενός ανθρώπου που εδώ και μήνες εμφανίζεται να μην επικοινωνεί με το περιβάλλον. Και η απάντηση είναι φυσικά πολιτική.
Όπως είχε αποδείξει και με την υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, το Δημοκρατικό Κόμμα δεν είχε σαν προτεραιότητα να κερδίσει τις εκλογές αλλά να αποτρέψει την εμφάνιση στο πολιτικό σκηνικό πιο προοδευτικών φωνών που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν το status quo. Αποφάσισαν λοιπόν ότι η εκλογή ενός αντιπάλου όπως ο Τραμπ, με εμφανή πλέον φασιστικά χαρακτηριστικά ήταν προτιμότερη. Η κατάσταση όμως έφτασε στο μη περαιτέρω όταν συνειδητοποίησαν ότι ο Μπάιντεν δεν είναι πλέον σε θέση να επιτελέσει ούτε καν το ρόλο του σκιάχτρου.
Το αδιέξοδο αυτή τη στιγμή είναι ακόμη μεγαλύτερο καθώς πιστεύουν ότι η αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις δεν διαθέτει το πολιτικό εκτόπισμα για να αντιμετωπίσει τον Τραμπ ενώ αν την παρακάμψουν θα θεωρηθεί από ορισμένους σαν εσωκομματικό «πραξικόπημα».
Υπήρξε πάντως μια στιγμή στην αντιπαράθεση που και οι δυο πολιτικοί βρήκαν τον ρυθμό και τη διαύγειά τους για να στηρίξουν τη συνεχιζόμενη γενοκτονία που πραγματοποιεί το κράτος του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων. Ο Τραμπ χρησιμοποίησε τον όρο «Παλαιστίνιος» σαν βρισιά απέναντι στον Μπάιντεν υποστηρίζοντας ότι είναι ένας «αδύναμος Παλαιστίνιος».
Την ίδια στιγμή βέβαια ο αναλυτής Αλί Αμπουνιμάχ σημείωνε ότι και οι δυο υποψήφιοι, αν και προσέφεραν γη και ύδωρ στο Ισραήλ, προσπάθησαν να προσπεράσουν αυτό το θέμα όσο το δυνατόν συντομότερα γνωρίζοντας ότι η πλειονότητα της αμερικανικής κοινής γνώμης καταδικάζει τη γενοκτονία.