Ο 64χρονος σήμερα γιός του συναντά τον δολοφόνο του πατέρα του.
Όταν δολοφονήθηκε ο Ρόμπερτ Κένεντι άφησε πίσω του 11 παιδιά. Ο 64χρονος σήμερα Ρόμπερτ Κένεντι τζούνιορ συναντήθηκε όπως γράφει η Ουάσιγκτον Ποστ με τον Σιρχάν Σιρχάν, τον Παλαιστίνιο που είχε καταδικαστεί για τη δολοφονία του πατέρα του πριν από μισό αιώνα. Δήλωσε ότι δεν πιστεύει πως αυτός είναι ο δολοφόνος του πατέρα του ρίχνοντας στην ουσία λάδι στη φωτιά στις θεωρίες συνομωσίας που δε σταματούν εδώ και μισό αιώνα.
Το 1968 η Αμερική είχε ανάγκη από έναν πολιτικό που θα έφερνε ειρήνη στη χώρα, που θα αποκαθιστούσε την πληγείσα φήμη της Αμερικής μετά τα εγκλήματα του πολέμου στο Βιετνάμ. Αυτός ο πολιτικός φαινόταν να είναι ο Ρόμπερτ Φράνσις «Μπόμπι» Κένεντι, το μότο του οποίου ήταν: «Μπορούμε καλύτερα». Δύο μήνες πριν την επίθεση στο Λος Άντζελες είχε δολοφονεί ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, το είδωλο του κινήματος των Αφροαμερικανών στην Αμερική. Συχνά οι ιστορικοί περιγράφουν το 1968 ως τη «χρονιά του εθνικού νευρικού κλονισμού» στις ΗΠΑ.
Ο Μπόμπ Κένεντι ήταν ένας ωραίος άνδρας με λαμπερό χαμόγελο, χαρισματικός και με πειθώ. Και το σημαντικότερο: είχε γίνει πιο ανοικτός και πιο διαλλακτικός πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του αδερφού του Τζον Φ. Κένεντι, υπό τον οποίο είχε διατελέσει υπουργός Δικαιοσύνης.
Όταν ανακοίνωσε την υποψήφιότητά του δήλωσε: «Δεν είμαι υποψήφιος απλώς για να αντιταχθώ σε κάποιον συγκεκριμένο πολιτικό, αλλά για να προτείνω νέες πολιτικές”. Εννοούσε φυσικά τον τερματισμό της σφαγής και της αιματοχυσίας στο Βιετνάμ. Η προεκλογική του εκστρατεία σημαδεύτηκε από δυο θέματα: κοινωνική δικαιοσύνη και καλύτερες σχέσεις μεταξύ λευκών και Αφροαμερικανών και επιλογή της συμφιλίωσης και της ανεκτικότητας. Εμφανίστηκε ως ένας ενωτικός υποψήφιος και ως η επιτομή του σύγχρονου αμερικανικού φιλελευθερισμού.
Στις 4 Απριλίου 1968, ημέρα που ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ακτιβιστής των πολιτικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων και τιμημένος με το βραβείο Νομπέλ, δολοφονήθηκε στο Μέμφις του Τενεσί από τον Τζέιμς Ερλ Ρέι, φυγάδα των κρατικών φυλακών του Μισούρι, ο Ρόμπερτ Κένεντι εκφώνησε έναν ιστορικό λόγο στην καρδιά ενός άθλιου γκέτο στην Ινδιανάπολη, όρθιος σε ένα ημιφορτηγό, μίλησε σε ένα κοινό που απαρτιζόταν κυρίως από Αφροαμερικανούς, οι οποίοι έμαθαν το νέο της δολοφονίας από τον ίδιο.
«Αυτό που χρειαζόμαστε στις ΗΠΑ δεν είναι ο διχασμός· αυτό που χρειαζόμαστε στις ΗΠΑ δεν είναι το μίσος· αυτό που χρειαζόμαστε στις ΗΠΑ δεν είναι η βία και η ανομία, αλλά η αγάπη, και η σοφία, και το έλεος του ενός προς τον άλλο, και μια αίσθηση δικαιοσύνης προς αυτούς που ακόμη υποφέρουν στη χώρα μας, είτε είναι λευκοί είτε μαύροι […] Μπορούμε να πετύχουμε σε αυτή τη χώρα. Θα έχουμε δύσκολες στιγμές […] Αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των λευκών και η συντριπτική πλειοψηφία των μαύρων σε αυτή τη χώρα θέλουν να ζήσουν μαζί, θέλουν να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής μας, και θέλουν δικαιοσύνη για όλους τους ανθρώπους στη γη μας». Χρησιμοποίησε κείμενο του Αισχύλου για να κατευνάσει τα πλήθη εκείνο το μοιραίο βράδυ: πάθος μάθος·/ αυτός, ώς και στον ύπνο, στην καρδιά μας/ στάζει τον πόνο, που θυμίζει/ με τρόμο τα παθήματά μας/ κι αθέλητα μας συνετίζει.
Η μοίρα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ήταν και η δική του μοίρα. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 5ης Ιουνίου δολοφονήθηκε στην κουζίνα του ξενοδοχείου Ambassador στο Λος Αντζελες, αφού την προηγούμενη ημέρα είχε κερδίσει την προκριματική εκλογή της Καλιφόρνιας. Ήταν μόλις 42 ετών. Πυροβολήθηκε πολλές φορές σχεδόν εξ επαφής από έναν Παλαιστίνιο μετανάστη, 24 ετών, με το όνομα Σιρχάν Σιρχάν. Τα τεράστια πλήθη των πενθούντων που συγκεντρώθηκαν στη διαδρομή του τρένου από τη Νέα Υόρκη στην Ουάσιγκτον καθυστέρησαν την άφιξή του στο Union Station, και έτσι, σε μια εξαιρετικά σπάνια νυκτερινή τελετή ενταφιασμού, ο Ρόμπερτ Κένεντι τελικά τάφηκε κοντά στον αδελφό του, στο κοιμητήριο του Αρλινγκτον
Η δολοφονία του Κένεντι, μόλις δύο μήνες μετά τη δολοφονία του Κινγκ, ενέτεινε την αυτο-αμφισβήτηση της Αμερικής.. Η αμερικανική αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση μειώθηκαν δραστικά. Και οι δύο άνδρες είχαν επιζητήσει την αλλαγή, αλλά κατά την επιδίωξή της είχαν καταλήξει νεκροί. Ωστόσο, ο θάνατος του Κένεντι προκάλεσε απόγνωση σε μεγαλύτερα τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας απ’ ό,τι του Κινγκ. Πολλοί παρατηρητές περιέγραψαν το γεγονός ως τον θάνατο του ονείρου για μια πιο δίκαιη και ευγενή Αμερική, που θα βρισκόταν σε ειρήνη με τον εαυτό της, και ως τη γέννηση μιας πιο βίαιης και σκοτεινής Αμερικής.
Περισσότεροι υποθέτουν ότι θα κέρδιζε την προεδρική εκλογή του 1968, αν και δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία που υποστηρίζουν μια τέτοια υπόθεση. Οι πιθανότητες να κερδίσει ή να χάσει ήταν περίπου ίσες, καθώς πολλοί ισχυροί παράγοντες συνέκλιναν εναντίον του, ενώ ο κύριος αντίπαλός του, ο Χιούμπερτ Χάμφρεϊ (ο αντιπρόεδρος του Τζόνσον), είχε την υποστήριξη του μεγαλύτερου μέρους του κατεστημένου του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο Ρόναλντ Στιλ έγραψε: «Πιστεύω ότι ο Μπόμπι Κένεντι εξακολουθεί να στοιχειώνει τη φαντασία μας, επειδή εκπροσωπεί αυτό που θα μπορούσε να έχει υπάρξει».
Στις εκλογές που ακολούθησαν , οι Αμερικανοί επέλεξαν τον Νίξον, και γρήγορα ανακάλυψαν κάτι διαφορετικό από αυτό που ήλπιζαν.
The Toc