Το καπάκι του υπονόμου..... Νίκος Παπαδογιάννης

Το πηχτό σκοτάδι της έμφυλης βίας απλώνεται παντού και θα πρέπει να νιώθουμε όλοι συνένοχοι. Ακόμα και όσοι νομίζουμε ότι είμαστε αθώοι.

 

«Μόνο το περασμένο Σάββατο έφτασαν στο αυτόφωρο 20 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, αλλά τα περισσότερα κουκουλώθηκαν από το ίδιο το θύμα», διάβασα στο Twitter. «Έπεσα από τα σκαλοπάτια κύριε πόλιτσμαν, μην ανησυχείτε, πάμε σπίτι καλέ μου, γεια, γεια, εις το επανιδείν».

 

Τα του ποινικολόγου που αναλάμβανε να υπερασπιστεί θύματα ξυλοδαρμού και μολαταύτα βρίσκεται ο ίδιος κατηγορούμενος για τον άγριο ξυλοδαρμό της συζύγου του, τα μάθατε πια με κάθε λεπτομέρεια. Όχι, ούτε αυτή η γυναίκα έπεσε από τις σκάλες. Το σκοτάδι απλώνεται και μας καταπίνει. Πολύ φοβάμαι, ότι το φως δεν είναι πια αρκετό.

 

Το κυριακάτικο σερφάρισμα στο διαδίκτυο ξεκίνησε χαλαρά, συνεχίστηκε με τον συνήθη εκνευρισμό και κατέληξε σε βαθύτατο σοκ. To hashtag #η_πρώτη_φορά_που_με_παρενόχλησε_άντρας εξελίχθηκε σε δημόσιο εξομολογητήριο και σε παράθυρο ενός βόθρου που όλοι αντιλαμβανόμαστε στον περίγυρό μας, όλοι μυρίζουμε την αποφορά του, όλοι υποψιαζόμαστε ότι φτάνει πιο κοντά μας απ’ όσο νομίζαμε, αλλά ελάχιστοι τολμάμε να αγγίξουμε ή να στηλιτεύσουμε.

 

Ίσως επειδή ξυπνάει τον χειρότερο εφιάλτη μας. Ότι, αναζητώντας τους ενόχους, θα βρεθούμε μπροστά στον καθρέφτη μας.

 

Την τολμηρή διαδικτυακή πρόσκληση που ξεκίνησε, νομίζω, από τη νομικό Όλγα Κ., αποδέχθηκαν εκατοντάδες γυναίκες, ίσως χιλιάδες. Ναι, και μερικοί άνδρες, αλλά ας τους αφήσουμε αυτούς προσωρινά στην άκρη. Σχεδόν όλες οι κοπέλες που εκμυστηρεύτηκαν δημόσια την τραυματική εμπειρία τους φέρουν το τραύμα από παιδική ηλικία.

 

«Ήμουν 11 χρονών». «Ήμουν 8 χρονών». «Ήμουν 5 χρονών». «Ήμουν μωρό».

 

Στην επόμενη φράση, ακολουθούσε αυτό που φαντάζεστε. «Και ήταν ο πατέρας μου». «Και ήταν ο παππούς μου». «Και ήταν ένας θείος μου». «Και ήταν ο πρώτος μου ξάδελφος». «Και ήταν δύο συμμαθητές που με ακολούθησαν στην τουαλέτα του σχολείου».

 

Λίγο λάιτ το τελευταίο, σε σχέση με τα προηγούμενα. Πάντοτε, όμως, το ίδιο σενάριο. Ο χειροδύναμος ενήλικας άνδρας, το απροστάτευτο και ανυποψίαστο κοριτσάκι.

 

Ή και …λιγότερο κοριτσάκι. Αμέτρητες γυναίκες μοιράστηκαν την εμπειρία του σαρδελοποιημένου τρένου. «Ο κωλόγερος άρχισε να με χουφτώνει». «Ένας μαλάκας ήρθε και τριβόταν πάνω μου». «Όταν απομακρύνθηκε κατάλαβα ότι είχε τελειώσει πάνω στα ρούχα μου». «Είδα τον καβάλο του παντελονιού του μουσκεμένο».

 

Ο κακοποιητής παραμονεύει συνήθως στον δρόμο ή σε κάποιο αυτοκίνητο. «Με φώναξε κοντά και είδα ότι είχε βγάλει το μόριό του και το έπαιζε». «Αυνανιζόταν στην είσοδο της πολυκατοικίας». «Μου είπε ότι θέλει να με γλείψει».

 

Ο ψιλικατζής της γειτονιάς: «Με τράβηξε μέσα από τον πάγκο, μου έδειχνε πορνοπεριοδικά και με χάιδευε». Ο γιατρός του ΙΚΑ: «Έβαλε τα χέρια μου στο στήθος και τα χούφτωσε, τάχα ότι με εξέταζε». Ο δάσκαλος στο σχολείο: «Με σήκωνε κάθε μέρα στον πίνακα και έλεγε στα αγοράκια ότι έχω ωραίο κωλαράκι».

 

Και πάντοτε, πάντοτε, ο ίδιος παρονομαστής: «Ήμουν μικρό παιδί και δεν είχα συναίσθηση τι μου συνέβαινε». «Το κατάλαβα αρκετά χρόνια μετά». «Νόμιζα ότι αυτό που κρατούσε ο παππούς ήταν λουκάνικο». «Δεν τόλμησα να μιλήσω σε κανέναν».

 

«Δεν άφησα κανέναν να με αγγίξει έκτοτε». «Η μάνα μου μού είπε ότι συμβαίνουν αυτά, να μη κάνω φασαρία». Μισό λεπτό, μη τρέξετε ακόμη στον κουβά, έχει και πολύ χειρότερα: «Ο μπαμπάς πάντα έλεγε, καλύτερα να με ξεπαρθενιάσει αυτός, παρά κάποιος άγνωστος». Happy father’s day, βρε!

 

Κάθε συνταρακτική εξομολόγηση γινόταν δεκτή με μηνύματα συμπαράστασης και διαδικτυακές αγκαλιές. «Δεν νιώθω ακόμη έτοιμη να περιγράψω ανοιχτά αυτό που μου συνέβη όταν ήμουν 7 χρονών», ομολογούν μερικές κοπέλες. «Σιχαίνομαι το ανθρώπινο είδος και το ανδρικό φύλο», τονίζουν άλλες.

 

«Μου είναι αδύνατο να δοθώ σε οποιονδήποτε». «Δεν εμπιστεύομαι πια κανέναν, ούτε καν μέσα στο ίδιο μου το σπίτι». «Με βίαζε επί χρόνια ο ίδιος μου ο σύντροφος και έχυνε μέσα μου όποτε γούσταρε».

 

Από τον όγκο των μηνυμάτων, είναι φανερό ότι ελάχιστες γυναίκες έχουν αποφύγει τη σεξουαλική κακοποίηση. Η βίαιη παρενόχληση είναι ο συντριπτικός κανόνας και όχι η εξαίρεση. Κάπου ανάμεσα στην πατριαρχία, στην κοινωνιοπάθεια και στην αίσθηση της ασυδοσίας, το «κυρίαρχο σερνικό» επιβάλλει τον νόμο του σωματικά και κοινωνικά ισχυρότερου, ποντάροντας στην ατιμωρησία και στα πατροπαράδοτα «ήθη και έθιμα» που αφήνουν τον θύτη στο απυρόβλητο και στοχοποιούν το θύμα.

 

«Φταίτε εσείς που προκαλείτε». «Ας μη φορούσατε κοντή φούστα». «Ποιος ξέρει πώς τον κοίταζε το πουτανάκι». Και, όχι, δεν ακούγονται μόνο πίσω από τις κλειστές πόρτες αυτές οι γελοίες και άθλιες δικαιολογίες. Οι ίδιες οι καταγγελίες που συσσωρεύτηκαν κάτω από το συγκεκριμένο hashtag αμαυρώθηκαν από δεκάδες ανδρικά σχόλια, που τις χαρακτηρίζουν ψεύτικες, φανταστικές, μουσαντένιες, «βγαλμένες από τον κώλο σας».

 

Λες και δεν υπάρχουν εκατοντάδες αληθινές για κάθε μία τυχόν κίβδηλη. Λες και υπάρχει τρόπος να αμυνθεί μία γυναίκα, εάν θελήσει να καταγγείλει την κακοποίηση στις αρμόδιες αρχές. Λες και δεν είναι πολύ χειρότερη η πραγματικότητα από τη φαντασία.

 

Στον τόπο όπου η γυναικοκτονία εξελίσσεται σε εθνικό σπορ, το λιγότερο που οφείλουμε να κάνουμε εμείς οι άντρες είναι να συμπαρασταθούμε στο «αδύναμο φύλο» και να βγάλουμε τον σκασμό. Ακόμα και όταν αισθανόμαστε αθώοι, είμαστε ένοχοι. Όταν επικρατεί ο νόμος της συγκάλυψης και της ομερτά, αθώος δεν είναι κανείς.

 

Προσωπικά, αισχύνομαι για το φύλο μου και νιώθω την ανάγκη να ζητήσω συγγνώμη από κάθε γυναίκα που βίωσε την κακοποίηση στα χέρια κάποιου αδίστακτου νταβραντισμένου συμπολίτη μου. Ντρέπομαι που είμαι άντρας, πώς το λένε.

 

Ακόμα και αν με κατηγορούσαν άδικα και παρατραβηγμένα για απλή παρενόχληση, για το ακραία απερίσκεπτο φλερτ που στην ερωτευμένη ψυχή φαίνεται έντιμο αλλά στα απέναντι μάτια απειλητικό, η διάθεσή μου θα ήταν σήμερα καταθλιπτική στα όρια του αυτοκτονικού ιδεασμού. Πόσο μάλλον, αν ήμουν ένοχος.

 

Όταν μιλάμε για κακοποίηση ή για απλή παρενόχληση, η γυναίκα έχει πάντοτε δίκιο. Ακόμα και όταν υπερβάλλει, ακόμα και όταν έχει …άδικο. Διότι ο άντρας είναι υποχρεωμένος να σκεφτεί και να ζυγίσει όλα όσα διαβάσατε παραπάνω και πολλά άλλα που δεν φαντάζεται καν.

 

Να φορέσει τα παπούτσια της γυναίκας όσο κι αν του πέφτουν άβολα, να συμμεριστεί τον μύχιο φόβο της και να κάνει εκατό βήματα πίσω. Εκατό χιλιάδες, ήθελα να πω.

 

Νίκος Παπαδογιάννης