Η τραγική ιστορία πίσω από το παραμύθι της Χιονάτης

Είναι από τα αγαπημένα παραμύθια των παιδιών, μεγαλώνοντας γενιές και γενιές. Η Χιονάτη και οι εφτά νάνοι είναι από τα πλέον διάσημα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1812 με τον τίτλο «Η Μικρή Χιονάτη/Χιονατοπούλα», ενώ υπήρξαν και αρκετές εκδοχές του παγκοσμίως. Επίσης, είναι η πρώτη από τις πριγκίπισσες της Disney που εμφανίζεται στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων του Walt Disney το 1937.

 

Η όμορφη πριγκίπισσα με τη λευκή σαν το χιόνι επιδερμίδα και τα μαύρα μαλλιά, που πλήρωσε το φθόνο της κακιάς μητριάς της με τίμημα τη ζωή της, είναι η αγαπημένη των κοριτσιών. Η ιστορία της, άκρως συγκινητική αλλά και διδακτική, με το κλασικό happy end «και ζήσαμε εμείς καλά και αυτοί καλύτερα».

 

Όπως όλα τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, έτσι και με την Χιονάτη, πιστεύεται πως χρονικά τοποθετείται στον Μεσαίωνα και πως πρόκειται για μία ιστορία που διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, για να δημοσιευτεί το 1812. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνες, η Χιονάτη φαίνεται πως δεν ήταν μία φανταστική ιστορία που άντεξε στο βάθος των αιώνων, αλλά πραγματική. Και βασισμένη σε ένα αληθινό πρόσωπο, μία αρχόντισσα από τη Βαυαρία.

 

Το παραμύθι

 

 

Όταν γεννήθηκε η μικρή πριγκίπισσα είχε λευκή επιδερμίδα και η μητέρα της την ονόμασε Χιονάτη. Όμως, η Βασίλισσα πέθανε και ο Βασιλιάς παντρεύτηκε μία άλλη γυναίκα, ματαιόδοξη και κακιά. Η δεύτερη γυναίκα του βασιλιά είχε έναν μαγικό καθρέφτη και κάθε μέρα τον ρωτούσε «ποια είναι η ομορφότερη στον κόσμο». Κι εκείνος της απαντούσε πάντα: «Εσείς βασίλισσά μου».

 

Όταν όμως η Χιονάτη έγινε επτά χρονών, ο καθρέφτης απάντησε πως εκείνη τώρα ήταν η ωραιότερη. Η βασίλισσα διέταξε έναν κυνηγό να πάρει το παιδί στο δάσος και αφού το σκοτώσει, να φέρει πίσω τους πνεύμονες και το συκώτι της. Εκείνος, όμως, την λυπήθηκε και δίστασε να την σκοτώσει. Της είπε να τρέξει μέσα στο δάσος για να ξεφύγει από την βασίλισσα και έτσι, αντί της Χιονάτης, έφερε τους πνεύμονες και το συκώτι ενός γουρουνιού. Όταν ο κυνηγός έφτασε στο παλάτι έδειξε τη λάφυρα στη βασίλισσα, η οποία τα μαγείρεψε και τα έφαγε.

 

Τρέχοντας, η Χιονάτη έφτασε στο σπίτι επτά νάνων. Εκεί έφαγε, ξάπλωσε και κοιμήθηκε. Μετά από λίγη ώρα, οι νάνοι έφτασαν στο σπίτι τους και την είδαν να κοιμάται. Η νύχτα πέρασε και την άλλη μέρα το κορίτσι ξύπνησε, και αφού τους είπε την ιστορία της και ζήτησε από τους νάνους να μείνει μαζί τους, αυτοί της είπαν πως αν καθαρίζει, στρώνει τα κρεβάτια, ράβει και πλέκει, τότε θα μείνει μαζί τους και θα έχει ό,τι θέλει. Η Χιονάτη δέχτηκε και έτσι έμεινε.

 

Μια μέρα, η βασίλισσα κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και τον ρώτησε: «Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου στον τοίχο πάνω τώρα, ποια είναι η ωραιότερη σ' ολόκληρη την χώρα;» και ο καθρέφτης της απάντησε: «Κυρά Βασίλισσα, εσύ είσαι η ωραιότερη εδώ, μα πέρα από τα βουναλάκια, μαζί με τα επτά νανάκια, είν' η Χιονάτη από σένα χίλιες φορές ωραιότερη, όπως εγώ μπορώ να δω!»

 

Έτσι, η βασίλισσα μεταμφιέστηκε σε μια γυρολόγο και πήγε στο σπίτι των νάνων για να σκοτώσει την Χιονάτη. Αφού κατάφερε να παζαρέψει και να πουλήσει στο κορίτσι κάποια μεταξένια κορδόνια δεσίματος του κορσέ, τα έδεσε πολύ σφιχτά σε αυτήν και εκείνη έπεσε κάτω αναίσθητη.

 

Όταν οι νάνοι ήρθαν, έκοψαν τα κορδόνια και αυτή ζωντάνεψε. Μα ο καθρέφτης είπε στην βασίλισσα ότι η Χιονάτη ήταν ακόμα ζωντανή. Τότε, εκείνη ξανάρθε στο σπιτάκι, ντυμένη ως γερόντισσα, αυτή τη φορά με μια δηλητηριώδη χτένα, την οποία έβαλε στα μαλλιά της Χιονάτης, κάνοντάς την να λιποθυμήσει.

 

Η βασίλισσα, μαθαίνοντας πάλι για εκείνη, έφτιαξε ένα μήλο, μισό λευκό και καθαρό, μισό κόκκινο και δηλητηριασμένο. Έπειτα, με τη μορφή αγρότισσας, πήγε στην καλύβα και το προσέφερε στο κορίτσι, που τρώγοντας το έπεσε κάτω νεκρή. Οι νάνοι, μη μπορώντας να τη συνεφέρουν, την θρήνησαν για τρία μερόνυχτα και έπειτα, επειδή παρέμενε όμορφη, την έκλεισαν σε ένα γυάλινο φέρετρο και σκάλισαν με χρυσά γράμματα το όνομα και την καταγωγή της βασιλοπούλας.

 

Τα χρόνια πέρασαν και ένα βασιλόπουλο που έφθασε στα βουνά, είδε την όμορφη κόρη πλέον να κείτεται στο φέρετρο. Τότε, εκείνος ζήτησε και οι νάνοι του έδωσαν το φέρετρο να το πάρει στο παλάτι του. Στη διαδρομή, ένας από τους στρατιώτες που κουβαλούσαν την κόρη σκόνταψε και το φέρετρο τραντάχτηκε, με αποτέλεσμα το κομμάτι του μήλου να ξεκολλήσει από τον λαιμό της Χιονάτης και εκείνη να ζωντανέψει. Έτσι, αφού της εξήγησαν τι είχε γίνει, το βασιλόπουλο την πήρε μαζί του και την παντρεύτηκε.

 

Η Χιονάτη ήταν η Margarete von Waldeck;

 

 

Το 1994, ο Γερμανός ιστορικός Eckhard Sander δημοσίευσε το «Χιονάτη: είναι παραμύθι;», όπου υποστήριζε πως είχε βρει κάποιες ενδείξεις ότι η Χιονάτη ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο και η ιστορία της ενέπνευσε τους αδελφούς Γκριμ.

 

Σύμφωνα με τον Sander, ο χαρακτήρας της Χιονάτης βασίστηκε στη ζωή της Margarete von Waldeck, μίας Γερμανίδας κοντέσσας από τη Βαυαρία, η οποία γεννήθηκε το 1533. Όταν έγινε 16 ετών, η μητριά της Καταρίνα του Χατζφελντ τη φθονούσε για την απαράμιλλη ομορφιά της και την έστειλε στο Wildungen στις Βρυξέλλες για να την ξεφορτωθεί. Εκεί, η Margarete ερωτεύτηκε έναν πρίγκιπα που αργότερα έγινε ο Φίλιππος Β’ της Ισπανίας.

 

Ο πατέρας και η μητριά της Margarete απέρριψαν τη σχέση καθώς ήταν «πολιτικά ενοχλητικό». Η Margarete πέθανε μυστηριωδώς σε ηλικία 21 ετών, αν και υπήρχαν έντονες υποψίες πως είχε δηλητηριαστεί. Σύμφωνα με ιστορικούς, ο βασιλιάς της Ισπανίας, που επίσης ήταν αντίθετος στον γάμο του γιου του με τη νεαρή κοντέσσα, μπορεί να έστειλε ανθρώπους του για να δολοφονήσουν την Margarete.

 

Η εκδοχή για τους 7 νάνους

 

 

Αν η Χιονάτη ήταν πράγματι υπαρκτό πρόσωπο, τι ισχύει με τους 7 νάνους; Υπήρξαν και αυτοί ή αποτελούν αποκλειστικά έμπνευση των αδελφών Γκριμ;

 

Ο πατέρας, λοιπόν, της Margarete είχε στην κατοχή του αρκετά ορυχεία χαλκού, όπου εκεί δούλευαν πολλά παιδιά ως δούλοι. Οι σκληρές συνθήκες, όμως, που επικρατούσαν στα ορυχεία, προκάλεσαν σε πολλά παιδιά τον πρόωρο θάνατό τους. Όσα, όμως, κατάφεραν να επιζήσουν, λόγω των σκληρών συνθηκών είχαν σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξή τους, ενώ εξαιτίας του υποσιτισμού και της σκληρής σωματικής εργασίας, είχαν παραμορφωθεί τα άκρα τους. Τα παιδιά αυτά, συχνά αναφέρονταν ως «φτωχοί νάνοι»!

 

Όμως και το δηλητηριασμένο μήλο, μάλλον δεν ήταν αποκλειστική έμπνευση των παραμυθάδων Γκριμ. Πάντα, σύμφωνα με τον Sanders, το «δανείστηκαν» από μία  γερμανική ιστορία, ιδιαίτερα διαδεδομένη, σύμφωνα με την οποία ένας ηλικιωμένος είχε συλληφθή επειδή έδινε δηλητηριασμένα μήλα σε παιδιά που πίστευε ότι κλέβουν τους καρπούς του.