Η ιστορία της Bασιλόπιτας είναι μια ιστορία που συνέβηκε περίπου πριν 1500 χρόνια στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός - τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να την λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία.
Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη. Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό.
Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι Xριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα!
Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας.
Τότε ο Μέγας Βασίλειος βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά.
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της.
Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα που έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου!
Η βασιλόπιτα έχει πάντα την πρώτη θέση στο Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, πλάι στους κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα, τις δίπλες και τα άλλα γλυκά.
Υλικά (για 12 μερίδες)
- 100 γρ. νερό χλιαρό
- 80 γρ. μαγιά νωπή (ή 2 κύβους που βρίσκουμε στα ψυγεία του σούπερ μάρκετ)
- 1 κιλό αλεύρι για τσουρέκι + επιπλέον, για την επιφάνεια εργασίας
- 100 γρ. νερό βρύσης
- 2 κουτ. σούπας γλυκάνισος
- 250 γρ. βούτυρο αγελάδος ή τύπου Κερκύρας ή, ακόμη καλύτερα, γάλακτος (το «λιωμένο» που βρίσκουμε σε βαζάκι)
- 300 γρ. ζάχαρη
- 1 κοφτό κουτ. γλυκού μαχλέπι, κοπανισμένο
- 1 κοφτό κουτ. γλυκού μαστίχα, κοπανισμένη με 1 κουτ. σούπας ζάχαρη
- 1 τσιμπιά αλάτι
- 4 αυγά μεγάλα
- λίγο λάδι, για το σκεύος
- 1 κρόκος, για άλειμμα
- αμύγδαλα λευκά, ανάλατα, για διακόσμηση
Διαδικασία
Βάζουμε το χλιαρό νερό σε ένα μεγαλούτσικο μπολ. Θρυμματίζουμε τη μαγιά και τη διαλύουμε στο χλιαρό νερό, ανακατεύοντας καλά. Προσθέτουμε 5 κουταλιές της σούπας από το αλεύρι και ανακατεύουμε.
Σκεπάζουμε το μπολ με μια καθαρή πετσέτα και το αφήνουμε σε ζεστό μέρος για περίπου 30 λεπτά, μέχρι το μείγμα σχεδόν να διπλασιαστεί σε όγκο.
Βάζουμε τα άλλα 100 γρ. νερό σε ένα μπρίκι και τοποθετούμε σε μέτρια φωτιά. Ρίχνουμε τον γλυκάνισο και βράζουμε για 1 λεπτό (ο χρόνος μετράει από τη στιγμή του κοχλασμού) ώστε να βγάλει τα αρώματά του. Αφού βράσει σουρώνουμε το αρωματισμένο νερό και το αφήνουμε στην άκρη να γίνει χλιαρό.
Βάζουμε το βούτυρο σε ένα κατσαρολάκι και τοποθετούμε σε μέτρια φωτιά. Προσθέτουμε τη ζάχαρη και ανακατεύουμε μέχρι να λιώσουν και να ομογενοποιηθούν τα δύο υλικά. Αποσύρουμε από τη φωτιά και αφήνουμε το μείγμα βουτύρου να γίνει χλιαρό.
Αλευρώνουμε μια επιφάνεια εργασίας και βάζουμε σε αυτή το αλεύρι και κάνοντας μια λακκούβα στο κέντρο του όπου εκεί μέσα ρίχνουμε το μαχλέπι, τη μαστίχα, το αλάτι, τα αυγά, το μείγμα της μαγιάς, το αρωματισμένο νερό και το μείγμα του βουτύρου. Ζυμώνουμε καλά με τα χέρια για τουλάχιστον 10 λεπτά.
Λαδώνουμε μια λεκάνη και μεταφέρουμε σε αυτή τη ζύμη. Κλείνουμε με μεμβράνη και τυλίγουμε τη λεκάνη με κουβέρτα.
Αφήνουμε τη ζύμη για περίπου 2 ώρες, μέχρι σχεδόν να διπλασιαστεί σε όγκο. Μετά την ξαναβάζουμε σε αλευρωμένη επιφάνεια και τη ζυμώνουμε ελαφρά (όχι με γροθιές), ίσα για να της δώσουμε σχήμα καρβελιού.
Στρώνουμε με λαδόκολλα ένα μεγάλο ταψί διαμέτρου 32 - 34 εκ., μεταφέρουμε τη ζύμη στο ταψί και την αφήνουμε πάλι για 30 λεπτά σε ζεστό μέρος ώστε να φουσκώσει λίγο.
Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 160° C. Ανακατεύουμε σε ένα μπολ το γάλα με τον κρόκο.
Αλείφουμε προσεκτικά όλη την επιφάνεια της ζύμης με το αυγόγαλα και σχηματίζουμε με τα αμύγδαλα το «2020».
Ψήνουμε τη βασιλόπιτα στον φούρνο για 1 ώρα.
Μυστικά
Ενώ ζυμώνουμε, καλό είναι να έχουμε λίγο αλεύρι δίπλα μας, μήπως χρειαστεί να ρίξουμε λίγο στη ζύμη για να τη δουλέψουμε καλύτερα.
Για περισσότερο άρωμα, επιλέγουμε βούτυρο γάλακτος (το πρόβειο που βρίσκουμε σε βαζάκι και συνηθίζουμε να το λέμε «λιωμένο»).