Gragnano: Η ιταλική πόλη των 29.000 κατοίκων έχει μία μακρά ιστορία στην παραγωγή ζυμαρικών και έχει καταφέρει να αποκτήσει παγκόσμια φήμη με τα προϊόντα της. Οι παραγωγοί, με σύμμαχο τον άνεμο – η φόρα του οποίου είναι παραδοσιακά… προβλέψιμη – επενδύουν στον «λευκό χρυσό» (όπως είναι γνωστά τα ζυμαρικά) εδώ και πολλούς αιώνες.
Στο Gragnano δεν γίνεται παραγωγή φρέσκων ζυμαρικών, αλλά αποξηραμένων που έχουν ιδιαίτερη γεύση και φτιάχνονται με δύο και μόνο υλικά: νερό και σιμιγδάλι σκληρού σιταριού.
Έγγραφα του 1.200 κάνουν αναφορά στην παραγωγή αποξηραμένων ζυμαρικών, ενώ περίπου την ίδια χρονική περίοδο ο προσωπικός γιατρός του βασιλιά Γουλιέλμου ΙΙ της Σικελίας, έκανε αναφορές στα ευεργετικά στοιχεία της εν λόγω τροφής.
Τα ζυμαρικά φτιάχνονται σε παραδοσιακά σκεύη και το τελικό προϊόν έχει μία ιδιαίτερη υφή, που επιτρέπει την απορρόφηση περισσότερης σάλτσας όταν σερβίρονται.
«Εδώ, στο Gragnano είμαστε περισσότερο εθισμένοι στα αποξηραμένα ζυμαρικά», εξηγεί η Nunzia Riccio, επικεφαλής ποιότητας σε εργαστήριο παραγωγής του είδους.
Όπως αναφέρει το BBC, όλα βοηθούν στην παραγωγή του αποξηραμένου τροφίμου, ακόμη και η τοπογραφία. Η πόλη βρίσκεται ανάμεσα σε βουνά που δημιουργούν μία φυσική σκίαση, η οποία επιτρέπει την κατάλληλη ξήρανση του προϊόντος. Ακόμη και τα κτήρια είναι κατασκευασμένα κατά τέτοιο τρόπο που βοηθούν τον άνεμο να στεγνώνει τα προϊόντα.
Παλαιότερα στο Gragnano, που είναι γνωστό ως «Η Πόλη των Ζυμαρικών», κάθε κάτοικος έφτιαχνε τα δικά του κάτι που βοήθησε στην ανάπτυξη της οικονομίας όλης της πόλης.
Τον 19ο αιώνα το Gragnano ήταν μία από τις δημοφιλέστερες στάσεις των εύπορων που ταξίδευαν στην Ευρώπη. Σε περίπτωση που δεν είχαν απολαύσει τις γεύσεις που προσφέρει η πόλη, θεωρούσαν το ταξίδι τους ημιτελές.
«Οι ευγενείς για να αποδείξουν ότι επισκέφτηκαν το Gragnano έπαιρναν μαζί τους ζυμαρικά», σημειώνει στο BBC ένας από τους ιδιοκτήτες εργοστασίου ζυμαρικών της περιοχής.
Την περίοδο που η παραγωγή ήταν το ζενίθ της, καλλιτέχνες συνέρρεαν για να ζωγραφίσουν την πόλη και τα ζυμαρικά της. Τότε σχεδόν 70% του πληθυσμού εργαζόταν στον τομέα της παραγωγής, ενώ όταν ο βασιλιάς Φερδινάνδος II της Νάπολης επισκέφτηκε την περιοχή, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που έκλεισε τους παραγωγούς ζυμαρικών ως τους επίσημους προμηθευτές του.
Τον 19ο αιώνα, η παραγωγή είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις που χρειάστηκε η κατεδάφιση πολλών κτηρίων για να αυξηθούν τα σημεία παραγωγής. Τα εργοστάσια εργάζονταν πυρετωδώς και το προϊόν εξαγόταν κατά κόρον – κυρίως στις ΗΠΑ, όπου είχαν μεταναστεύσει πολλοί Ιταλοί.
Με το πέρασμα των ετών, τα εργοστάσια αυξάνονταν και μεγάλωναν. Η βιομηχανική ανάπτυξη, όμως, μείωσε τις ανάγκες για ανθρώπινο δυναμικό και οδήγησε πολλούς στην ξενιτιά. Σταδιακά και ενώ ο ανταγωνισμός στον τομέα της παραγωγής τροφίμων αυξανόταν, εργοστάσια έκλειναν. Όσα κατάφεραν να επιβιώσουν συνειδητοποίησαν πως δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τα μεγάλα εργοστάσια και αποφάσισαν να σταματήσουν να αποζητούν την ποσότητα και να εμείνουν στην ποιότητα.
Η διαδικασία παραγωγής σήμερα είναι πολύ διαφορετική απ’ ότι στο παρελθόν. Οι παραγωγοί, όμως, για να τιμήσουν την παράδοση κάθε Σεπτέμβριο μαγειρεύουν στο δρόμο στο πλαίσιο της Γιορτής των Ζυμαρικών του Gragnano. Πρόκειται για ένα φεστιβάλ το οποίο διοργανώθηκε για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να αναβιώσει τον παραδοσιακό τρόπο μαγειρέματος στην περιοχή.
Περισσότεροι από 100.000 τουρίστες συρρέουν στο διήμερο φεστιβάλ, όπου πωλούνται σχεδόν 5.000 πιάτα με ζυμαρικά κάθε μέρα. Γνωστοί σεφ στήνουν παρουσιάσεις μαγειρικής στους δρόμους του Gragnano.
«Αν πεις τη λέξη Parma σε έναν Ιταλό, θα σκεφτεί αμέσως την παρμεζάνα. Αν αναφέρεις το Gragnano, θα σκεφτούν τα ζυμαρικά».
cnn.gr