Έκλεισαν πριν από λίγη ώρα οι κάλπες στην πΓΔΜ για το δημοψήφισμα για την επικύρωση ή μη της Συμφωνίας των Πρεσπών, με την προσέλευση των πολιτών, ωστόσο, να είναι απογοητευτική, αφού το ποσοστό συμμετοχής ήταν μικρότερο του 50%. Τα πρώτα επίσημα αποτελέσματα αναμένονται μετά τις 9 το βράδυ.
1,8 εκατομμύρια πολίτες κλήθηκαν να ψηφίσουν «ναι» ή «όχι» στο ερώτημα: «Είστε υπέρ της ένταξης σε Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ, αποδεχόμενοι τη συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της ‘Μακεδονίας’ και της ελληνικής δημοκρατίας;». Τη διαδικασία επόπτευαν περίπου 12.000 ντόπιοι και 200 διεθνείς παρατηρητές – αριθμός-ρεκόρ για διαδικασία κράτους τέτοιου πληθυσμού.
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η Εθνική Εκλογική Επιτροπή της πΓΔΜ, το ποσοστό συμμετοχής δύο ώρες πριν το πέρας της διαδικασίας παρέμενε αρκετό χαμηλό, στο 29%. Ζόραν Ζάεφ και Νικολά Ντιμιτρόφ άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα, ενώ από τη διαδικασία απείχε ο πρόεδρος Γκιόργκι Ιβάνοφ.
Σημειώνεται ότι η επιτυχία του δημοψηφίσματος εξαρτάται από το μέγεθος της συμμετοχής: Το ποσοστό προσέλευσης έπρεπε να ξεπεράσει το 50% (που μεταφράζεται σε περισσότερους από 900.000 ανθρώπους) ώστε να κριθεί έγκυρο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Τι συνεπάγεται το «όχι»
Το δημοψήφισμα έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα κι, ως εκ τούτου, το αποτέλεσμά του δεν είναι δεσμευτικό. Σε περίπτωση επικράτησης τού «όχι», η κυβέρνηση Ζάεφ που διατηρεί την πλειοψηφία στη βουλή, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο επικύρωσης της Συμφωνίας μέσω κοινοβουλίου.
Οι πολιτικές εξελίξεις, πάντως, στην περίπτωση επικράτησης τού «όχι» παραμένουν ήξεις αφήξεις. Ενδεικτικό της κυβερνητικής ασυνεννοησίας είναι η δήλωση, νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, του υπουργού Εξωτερικών, Νικολά Ντιμιτρόφ, ο οποίος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η συμφωνία να επανέλθει προς κύρωση στη Βουλή σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος εάν δεν επιτευχθεί το κατώτατο όριο συμμετοχής. Μία ημέρα μετά, ο πρωθυπουργός Ζάεφ τον «άδειασε», διαμηνύοντας πως σε περίπτωση επικράτησης τού «όχι», η συμφωνία ακυρώνεται.
Εναλλακτικά, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο νέων εκλογών προκειμένου να ενισχυθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία – κάτι, ωστόσο, που μπορεί να αποδειχτεί κίνηση υψηλού ρίσκου.
Πηγή: cnn.gr