30 χρόνια χωρίς τον Μάνο Χατζιδάκι: «Σκοτεινή μητέρα», το ευτράπελο παρασκήνιο του δίσκου

Με αφορμή την συμπλήρωση των τριάντα ετών από τον θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι (23 Οκτωβρίου 1925 – 15 Ιουνίου 1994) ο Αντώνης Μποσκοΐτης γράφει και επιμελείται μια σειρά άρθρων για το έργο του μεγάλου συνθέτη

 

Ο «Σείριος», η δισκογραφική ετικέτα του Μάνου Χατζιδάκι στην τότε ΜΙΝΟΣ, είχε «εγκαινιαστεί» το 1985 με δύο έργα: Το «Για την Ελένη» του Χατζιδάκι με τη Μαρία Δημητριάδη και τον «Διόνυσο» του Μίκη Θεοδωράκη με τον Θανάση Μωραΐτη. Επομένως, ο κύκλος τραγουδιών «Σκοτεινή Μητέρα» των Μάνου Χατζιδάκι – Νίκου Γκάτσου που κυκλοφόρησε το 1986 ήταν ένα από τα πρώτα επίσης δικά του έργα που ο συνθέτης κράτησε για το προσωπικό του label.

 

Παρά το βάρος των ονομάτων των συντελεστών, δηλαδή Χατζιδάκις, Γκάτσος και η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύτρια, επρόκειτο ίσως για τον πιο…ευτράπελο δίσκο που αξιώθηκαν να κάνουν ο συνθέτης και ο στιχουργός μέσα στη μακρόχρονη κοινή τους πορεία. Ευτράπελος όχι φυσικά σε ότι είχε να κάνει με το περιεχόμενο του, αφού όλα τα τραγούδια ήταν εξαιρετικά για μία ακόμη φορά, όσο με το παρασκήνιο του. Ένα παρασκήνιο που μου αφηγήθηκαν σε συνεντεύξεις τους στο παρελθόν η στιχουργός και μεταφράστρια Αγαθή Δημητρούκα, σύντροφος και πνευματική κληρονόμος του Γκάτσου, και η τραγουδίστρια Μαρία Φαραντούρη.

 

30 χρόνια χωρίς τον Μάνο Χατζιδάκι: «Σκοτεινή μητέρα», το ευτράπελο παρασκήνιο του δίσκου

 

Η ιστορία λέει πως το διάστημα τέλη του 1985 – αρχές του 1986 ένας πολύ ευκατάστατος κύριος παρουσιάστηκε στον παραγωγό Γιώργο Πετσίλα και του ζήτησε να κάνει δώρο στη φιλενάδα του, που ήταν τραγουδίστρια της πίστας, ένα ολόκληρο δίσκο, τον οποίο θα έγραφαν ειδικά γι’ αυτήν ο Χατζιδάκις και ο Γκάτσος. Προτίθετο να δώσει ενάμισι εκατομμύριο δραχμές στον Γκάτσο και δυόμισι εκατομμύρια στον Χατζιδάκι, πολύ μεγάλα ποσά για τα χρόνια εκείνα.

Ο Πετσίλας ειδοποιεί και τους δύο κι εκείνοι φυσικά αποδέχονται την πρόταση. Υπήρχε ένα πρόβλημα όμως: Ξεκίνησαν να γράφουν τα κατά παραγγελίαν τραγούδια του δίσκου χωρίς να έχουν ακούσει καν τη φωνή της τραγουδίστριας. Μάλιστα, επειδή ο Χατζιδάκις κάτι είχε υποπτευθεί για το καλλιτεχνικό ποιόν της, ήθελε να μη βάλουν τα πραγματικά τους ονόματα, αλλά ψευδώνυμα. Ο Γκάτσος είχε άλλη γνώμη: «Γιατί, Μάνο μου; Επαγγελματίες άνθρωποι είμαστε»…

 

Κάποια στιγμή ο Χατζιδάκις συνειδητοποίησε πως δεν του «έβγαιναν» τραγούδια στα τυφλά. Στο YouTube ανέβηκαν κάποια στιγμή ορισμένα από τα τραγούδια της «Σκοτεινής Μητέρας» με τη φωνή – οδηγό του ίδιου προορισμένα για την τραγουδίστρια. Εκεί ακούσαμε τον Χατζιδάκι να τραγουδά ελαφρώς διαφορετικούς στίχους απ’ αυτούς του Γκάτσου που τελικά τραγούδησε η Φαραντούρη. Ο λόγος στην Αγαθή Δημητρούκα από συνέντευξη της στον γράφοντα το 2018:

 

«Το τραγούδι ”Σκοτεινή Μητέρα”, το πρώτο, είχε άλλους στίχους, πιο απλοϊκούς, που τους συμπεριέλαβα με υποσημείωση στην αναθεωρημένη έκδοση με όλα τα τραγούδια του Γκάτσου. Οι στίχοι ”Μίση, προδοσίες και αγώνες” ήταν δική μου παρεμβολή για να πηγαίνει μετά το τραγούδι προς τη Φαραντούρη. Το έφτιαξε βέβαια ο Νίκος, που πίστευε πως, όπως οι ζωγράφοι είχαν τα ατελιέ με τους βοηθούς τους, έτσι είχε κι αυτός στο τραγούδι τη βοηθό του».

 

Από την έκδοση του βιβλίου «Νίκος Γκάτσος – Όλα τα τραγούδια» (εκδ. Πατάκη, σελ. 391) διαβάζουμε τους αρχικούς στίχους στα κουπλέ:

 

«Έλα, φίλε, άναψε τσιγάρο/ και άκουσε με πάλι απ’ την αρχή/ όταν έχεις την αγάπη φάρο/ να μη φοβάσαι μπόρα και βροχή» (πρώτο κουπλέ)
«Όλοι, φίλε, ρίχνουμε μια πέτρα/ για να στεριώσει μέσα στον καιρό/ συν και πλην λογάριασε και μέτρα/ κι αν βρεις την άκρη πες μου να χαρώ» (δεύτερο κουπλέ)
«Έλα, φίλε, πέτα πια τη γόπα/ να κοιμηθούμε λίγο ως το πρωί/ της καρδιάς μου το μεράκι σ’ τό’πα/ έχω κι εγώ σαν κάρβουνο καεί» (τρίτο και τελευταίο κουπλέ)

 

Από την ίδια έκδοση επίσης πληροφορούμαστε πως στιχουργικές αλλαγές είχαν γίνει σε ακόμη ένα τραγούδι, το «Ήσουν μια βρύση τ’ ουρανού»:

 

Αντί των στίχων «μετανιωμένη θα κατέβω τα σκαλιά» η αρχική γραφή ήταν «τα παγωμένα θα κατέβω τα σκαλιά». Ομοίως οι στίχοι «πικρή μου αγάπη στον απάνω μαχαλά» ήταν «πικρή μου αγάπη στα μπαλκόνια τα ψηλά» και, τέλος, οι στίχοι «μας βρήκαν μπόρες μες στου κόσμου την ψευτιά» ήταν «μας βρήκαν μπόρες μες στου κόσμου τη νυχτιά».

 

 

Άγνωστη λεπτομέρεια: Τους στίχους για το τραγούδι «Αν ήσουνα τρελός», ο Γκάτσος τους είχε έτοιμους, αλλά με διαφορετικό τίτλο, για ένα δίσκο σε μουσική Γιάννη Σπανού για τη φωνή του Μανώλη Μητσιά που δεν προχώρησε. Εκείνο το στιχούργημα λεγόταν «Αν ήμουνα τρελός» και όλα τα λόγια στα δύο κουπλέ ήταν σε πρώτο πρόσωπο.

 

Η Αγαθή Δημητρούκα ήταν εκείνη που έστειλε ο Γκάτσος σ’ ένα γραφείο στο Κολωνάκι για να παραλάμβανε το δικό του ποσό από την τραγουδίστρια. Ο Χατζιδάκις, απ’ την άλλη, δεν είχε προλάβει να πληρωθεί και τον απασχολούσε το γεγονός της ολοκλήρωσης ενός δίσκου που βασιζόταν σε παραγγελία, κάτι που δεν συνήθιζε να κάνει. Υπήρχε και το άγχος μην «έτρωγαν» τις προκαταβολές σε περίπτωση που ήθελαν να επιστρέψουν τα χρήματα αν δεν οδηγούσε πουθενά το πράγμα.

 

Για το λόγο αυτό ο Πετσίλας ειδοποίησε μια μέρα τον καψούρη χρηματοδότη του δίσκου: «Ξέρεις, ο Χατζιδάκις δυσκολεύεται να γράψει…» Και τότε συνέβη κάτι το καταπληκτικό: Αυτός, που μόλις είχε χωρίσει με την τραγουδίστρια και μόνο ένα τέτοιο μεγάλο δώρο δεν θα ήθελε πια να της κάνει, πετάχτηκε και είπε: «Όχι, να μην το κάνει! Θα του δώσω εγώ άλλα τόσα χρήματα για να μη γράψει τίποτα». Περιχαρείς, όσο και ξαλαφρωμένοι, ο Χατζιδάκις και ο Γκάτσος αποφασίζουν να ξαναδουλέψουν τα τραγούδια για τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη.

 

Η κορυφαία ερμηνεύτρια θυμόταν να της τηλεφωνεί ο Χατζιδάκις αργά το βράδυ για να πέρναγε από το σπίτι του και να της έπαιζε στο πιάνο μερικά απ’ τα τραγούδια. Σύντομα μπήκαν στο στούντιο Polysound με ηχολήπτη τον Γιάννη Σμυρναίο κι εκεί η Φαραντούρη συνειδητοποίησε πως τα τραγούδια ήταν γραμμένα σε διαφορετικό τόνο, προορισμένα δηλαδή για άλλη φωνή και όχι για τη δική της. Μάλιστα, οι μουσικοί που έπαιξαν στο δίσκο ήταν το τρίο των Socrates (Γιάννης Σπάθας στην ηλεκτρική κιθάρα, Αντώνης Τουρκογιώργης στο μπάσο και Νίκος Αντύπας στα ντραμς), που είχαν συνοδεύσει τη Φαραντούρη στις συναυλίες της στο θέατρο Olympia της Γαλλίας ένα χρόνο πριν. Πιάνο και τσέμπαλο έπαιζε ο Τάσος Καρακατσάνης και κιθάρα η Στέλλα Κυπραίου, στενοί συνεργάτες του Χατζιδάκι αμφότεροι.

 

 

Το άλμπουμ «Σκοτεινή Μητέρα» κυκλοφόρησε στα μέσα του 1986 με ένα κολάζ του Οδυσσέα Ελύτη στο εξώφυλλο από το 1977 και ένα μακροσκελές κείμενο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη περί της μουσικής ιδιοφυΐας του Μάνου Χατζιδάκι. Ένα μικρό απόσπασμα απ’ αυτό το κείμενο του Τσαρούχη:

 

«Ο Χατζιδάκις εφευρίσκει μελωδίες που δεν υπάρχουν ή, αν υπάρχουν, δεν τις ξέρεις ή δεν τις αναγνωρίζεις. Είναι ψεύτης από ταλέντο. Ανήκει σ’ αυτούς που υπηρετούν την απώλεια της ψευδολογίας, για την οποία θρηνούσε ο Ουάιλντ. Εχάθηκε για τους άλλους η ψευδολογία: Όχι για τον Χατζιδάκι. Αυτός κατέχει το μεγάλο στυλ της μουσικής, που συχνά δίνει την οικουμενικότητα».

 

Λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία του δίσκου, η τραγουδίστρια της πίστας, δίνει μία συνέντευξη σε έντυπο όπου λίγο – πολύ δηλώνει πως η Φαραντούρη της πήρε τα τραγούδια μέσα απ’ το στόμα. Η Φαραντούρη πάλι, που δεν είχε ιδέα, ενημερώνεται γι’ αυτές τις δηλώσεις και θορυβημένη τηλεφωνεί του Χατζιδάκι: «Μάνο μου, τι γίνεται, τι λέει αυτή η τραγουδίστρια;»…«Τίποτα, Μαρία μου, μην ασχολείσαι, θα σου εξηγήσω» ήταν η απάντηση του.

 

 

 

Αντώνης Μποσκοΐτης

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ