Η καθαρή μηνιαία αύξηση των 33,78 ευρώ που ανακοίνωσε χτες ο Κυρ. Μητσοτάκης μοιάζει με κοροϊδία εάν συνυπολογιστούν οι αυξήσεις στις τιμές και η φορολογική κλίμακα που παραμένει χωρίς τιμαριθμοποίηση από το 2019 ● Βολές κατά της κυβέρνησης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και την ΓΣΕΕ.
Ούτε 34 ευρώ δεν είναι η καθαρή μηνιαία αύξηση που θα λάβουν από την 1η Απριλίου οι μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα με τον νέο κατώτατο μισθό που αποφάσισε χθες το υπουργικό συμβούλιο, ενώ μόλις στα 20 ευρώ θα είναι η αύξηση για τους δημοσίους υπαλλήλους. Κι όμως για την πενιχρή αύξηση, των 33,78 ευρώ, στον ιδιωτικό τομέα, οι εργοδότες θα έχουν επιβάρυνση ύψους 60,89 ευρώ, ενώ δεν αποκλείεται ακόμη κι αυτή η αύξηση των λίγων ευρώ να λειτουργήσει αντίστροφα εξαιτίας της άρνησης της κυβέρνησης να προχωρήσει σε τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας.
Ειδικότερα, η αύξηση κατά 50 ευρώ μικτά (6,02%) στον υφιστάμενο μισθό των 830 (μικτά) διαμορφώνει τον κατώτατο στα 880 ευρώ και μεταφράζεται για τον μισθωτό του ιδιωτικού τομέα σε μια καθαρή μηνιαία αύξηση 33,78 ευρώ.
Τα ποσά διαφοροποιούνται ελάχιστα, ανάλογα με τα επιδόματα των πολυετιών. Ο μισθωτός με μία τριετία συμπληρωμένη θα έχει μηνιαία αύξηση 55 ευρώ, με δύο τριετίες 60 ευρώ και με τρεις τριετίες 65 ευρώ. Αντιστοίχως, για τον εργαζόμενο χωρίς τριετία ο μικτός μισθός διαμορφώνεται στα 880 ευρώ, ο καθαρός στα 742,98 ευρώ. Για τον μισθωτό με δύο διετίες, ο μικτός μισθός ανεβαίνει στα 1.056 ευρώ και ο καθαρός στα 860,76, ενώ για όλους όσοι έχουν και τρίτη τριετία, ο μικτός μισθός διαμορφώνεται στα 1.444 ευρώ και ο καθαρός στα 918 ευρώ.
Ο κατώτατος μισθός αφορά 575.000 εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, ενώ συμπαρασύρει και 600.000 υπαλλήλους στο Δημόσιο και επηρεάζει 19 επιδόματα. «Η απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού φέρνει την Ελλάδα στην 11η θέση μεταξύ 22 ευρωπαϊκών χωρών που έχουν καθεστώς κατώτατου μισθού», επισήμανε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης στην εισαγωγική τοποθέτηση στο υπουργικό συμβούλιο. «Προφανώς, δεν ανακουφίζει όσο θα θέλαμε όλες τις ανάγκες, νομίζω, όμως, ότι αναδεικνύει αυτή η απόφαση τα σταθερά βήματα ώστε να υλοποιείται η κεντρική μας προεκλογική δέσμευση, που δεν είναι άλλη από τη συνεχή βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Ειδικά στο Δημόσιο, η οριζόντια αύξηση ανέρχεται στα 30 ευρώ, μετά την περσινή των 70 ευρώ, και σε συνδυασμό με άλλες παρεμβάσεις το συνολικό όφελος κάθε υπαλλήλου θα αγγίξει μεσοσταθμικά τα 190 ευρώ τον μήνα. Πρόκειται, συνεπώς, αν το δει κανείς σε σχέση με το 2022, για ακόμα έναν μισθό, ουσιαστικά», σημείωσε ο πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι «κάθε αύξηση του κατώτατου μισθού δεν πρέπει να υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα, ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των εργοδοτών μας».
«Μπορεί οι συνολικές αυξήσεις που αποφάσισε –ερήμην των κοινωνικών εταίρων– την τελευταία πενταετία η κυβέρνηση να προσεγγίζουν το 30%, ωστόσο οι εργαζόμενοι αγοράζουν 10% λιγότερα αγαθά!», επισήμανε σε ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ, η οποία έχει προκηρύξει γενική απεργία για τις 9 Απριλίου διεκδικώντας αξιοπρεπείς μισθούς με συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
«Κάθε ανακοίνωση για αυξήσεις μερικών ευρώ στον κατώτατο μισθό είναι περί όνου σκιάς», επισημαίνει η ΓΣΕΕ, υπενθυμίζοντας ότι αποχώρησε από τη διαδικασία του ΟΜΕΔ για τον κατώτατο μισθό ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο. «Διότι τέτοιες προκάτ διαδικασίες πενιχρών αυξήσεων αφήνουν την κοινωνία παγερά αδιάφορη. Κανέναν εργαζόμενο δεν ενδιαφέρει πώς η κυβέρνηση θα μοιράσει τα "προγραμματισμένα" 120 ευρώ μέχρι το τέλος της τετραετίας», αναφέρει η ΓΣΕΕ. «Η σημερινή πενιχρή αύξηση του κατώτατου μισθού θα απορροφηθεί από τη φορολογική κλίμακα που παραμένει χωρίς τιμαριθμοποίηση από το 2019 ενώ, όπως δείχνουν τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, ο φόρος του εισοδήματος αυξήθηκε 4 φορές περισσότερο από τη μέση αύξηση των μισθών κατά το διάστημα 2019-2023», δήλωσε ο ο τομεάρχης Εργασίας του ΠΑΣΟΚ Παύλος Χρηστίδης.
«Κοροϊδία» χαρακτήρισε το ΚΚΕ «την αύξηση των 30 ευρώ μικτά, που δίνεται στον νεοδιόριστο δημόσιο υπάλληλο υποχρεωτικής εκπαίδευσης, την ίδια στιγμή που διατηρείται η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων, με τους μισθούς τους να έχουν σωρευτική μείωση άνω του 30% εδώ και 15 χρόνια».
«Με τις ίδιες φορολογικές κλίμακες, με τον ίδιο και χειρότερο πληθωρισμό τροφίμων και με την κατακόρυφη αύξηση του κόστους ζωής, οι σημερινές (σ.σ.: χθεσινές) ανακοινώσεις του πρωθυπουργού μόνο απορία δημιουργούν, αν πράγματι έχει αντίληψη της πραγματικότητας που βιώνουν οι εργαζόμενοι στη χώρα», σχολίασε ο τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., βουλευτής Αργολίδας, Γ. Γαβρήλος.
Χριστίνα Κοψίνη