Ο Πάνος Κοκκινόπουλος δεν είναι απλώς ένας σκηνοθέτης. Είναι ένας κόσμος ολόκληρος:
Με τη ματιά του πίσω από την κάμερα διεισδύει στα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής, αναζητώντας, μέσω της τέχνης του, το γιατί της πιο σκοτεινής πτυχής μας. Και τα καταφέρνει. Τώρα είναι έτοιμος να επιστρέψει στη μικρή οθόνη. Καιρός ήταν.
«Πάντα μου άρεσαν τα θρίλερ. Κυρίως μου άρεσε ο Χίτσκοκ. Τον θεωρούσα τον μεγαλύτερο δάσκαλο. Το πρώτο βιβλίο για τον κινηματογράφο που διάβασα ποτέ μου ήταν το «Χίτσκοκ-Τρυφό», με συνεντεύξεις που πήρε ο Τρυφό από τον Χίτσκοκ. Ετσι ξεκίνησα να κάνω και σινεμά. Χωρίς να είναι διανοούμενος, ο Χίτσκοκ έκανε τις πιο απόλυτες ταινίες που μπορεί να κάνει ένας σκηνοθέτης. Εκανε, πρώτος, μια ταινία μονοπλάνο, τον «Βρόχο» και μετά έκανε την ταινία με τα πιο πολλά cut στον κόσμο.
Με ενδιαφέρει το έγκλημα. Πάντα με ενδιέφερε. Πως περνάει δηλαδή κανείς το όριο, αυτήν την περίφημη λεπτή γραμμή. Γιατί όλοι είμαστε εν δυνάμει δολοφόνοι. Πέρα όμως από αυτά που κάνω εγώ στην τηλεόραση υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα εγκλήματα, υπάρχει ο πόλεμος. Στον πόλεμο σκοτώνεις και παίρνεις μετάλλιο, επιβραβεύεται ο θάνατος. Κάτι που απαγορεύεται στην κοινωνία».
Ολες μου οι ιστορίες είναι πειραγμένες. Κι αυτό το κάνω για να μην θιγούν πρώτα απ΄ όλα τα θύματα, αλλά ακόμα και οι θύτες
«Κι ένας λόγος που όλοι οι serial killers λαμβάνουν γράμματα θαυμαστών, πιστοποιεί ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι αντικείμενα λατρείας. Είναι άνθρωποι που κάνουν μόνον ό,τι ο θεός μπορεί να κάνει -αφαιρούν μια ζωή. Ξεπερνάνε την κοινωνία, την ηθική, τα ηθικά πλαίσια. Και έτσι γίνονται μικροί θεοί. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν συλλαμβάνονται από θεοί γίνονται αμνοί και αρχίζουν να γίνονται χριστιανοί. Οπως όταν ένα παιδί ζητάει, ας πούμε, ένα γλιφιτζούρι από τη μητέρα του κι εκείνη δεν του το παίρνει, τότε εκείνο, με την πρώτη ευκαιρία που θα βρει λίγα ψιλά, θα το αγοράσει κρυφά.
Ετσι θα νοιώσει ότι κάνει κάτι απαγορευμένο και παράλληλα δεν θα το τιμωρήσει κανείς. Γι΄αυτό και θα το κάνει και θα το ξανακάνει, νοιώθοντας ένας μικρός θεός. Ως τη στιγμή που η μητέρα του θα το καταλάβει, θα το μαλώσει, θα το δείρει, κι εκείνο θα ξαναγίνει αμνός. Σας θυμίζω τον Παπαχρόνη...ή το απόλυτα κακό, που κατέληξε να γίνει το ηδονιστικά κακό, τον Χάνιμπαν Λέκτερ.
Νομίζω ότι τα τρία λεπτά δημοσιότητας είναι αυτά που οδηγούν τον άνθρωπο στον εξευτελισμό
Στην Ελλάδα δεν έχουμε τόσους πολλούς serial killers, αλλά και πάλι για το μέγεθός μας, έχουμε κάποιους. Οχι βέβαια σαν την Αμερική. Υπάρχουν ωστόσο τόσα άλλα εγκλήματα στην κοινωνία...
Ολες μου οι ιστορίες είναι πάντα πειραγμένες. Κι αυτό το κάνω για να μην θιγούν πρώτα απ΄ όλα τα θύματα, αλλά ακόμα και οι θύτες. Αρκετά κάνει η τηλεόραση και τα μέσα. Ο δεύτερος λόγος είναι καθαρά καλλιτεχνικός. Θεωρώ ότι η μυθοπλασία είναι ένα βήμα μπροστά από την πραγματικότητα. Αν και αυτό καμιά φορά διαψεύδεται από τη ζωή...»
Φωτογραφία BOVARY-Πάνος Μάλλιαρης
«Σήμερα, δεν ξέρω αν συμβαίνει λόγω κρίσης, πάντως τα εγκλήματα είναι πολλά. Κοιτάξτε πώς κυκλοφορούμε, πώς παρκάρουμε, πώς οδηγούμε, πώς περπατάμε, πώς βριζόμαστε.. Ανθρωποι τρελαμένοι.
Αν οι ιστορίες μου θυμίζουν μια αντίστοιχη πραγματική, είναι σαν να τους λέω εγώ “δείτε, αυτό το ίδιο γεγονός θα μπορούσε να είχε γίνει και αλλιώς”. Εχω καταλάβει ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται να μάθει ποια είναι η αληθινή ιστορία από πίσω. Εγώ ποτέ δεν λέω. Μια φορά, θυμάμαι, μας έγινε δίκη για ένα επεισόδιο που γυρίζαμε, πριν παιχτεί. Το κερδίσαμε όμως γιατί το δικαστήριο αποφάσισε ότι καθώς πρόκειται για καλλιτεχνικό έργο, έχει δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει. Κι έτσι υπάρχει πια δεδικασμένο, για μας τουλάχιστον.
Ετοιμάζω μια σειρά που θα μοιάζει με τη 10η εντολή, με άλλο τίτλο
Φυσικά και μου λείπει η τηλεόραση, το γύρισμα, να αφηγούμαι τις ιστορίες μου. Αλλά θα έλεγα ότι λείπει γενικά η τηλεόραση. Υπάρχει τηλεόραση αυτή τη στιγμή; Οχι. Τι υπάρχει όμως; Υπάρχει κυβέρνηση, πολιτεία, κοινωνία, αστυνομία, παιδεία, κουλτούρα; Υπάρχει ποδόσφαιρο; Τίποτα δεν υπάρχει. Σ΄ αυτόν τον τόπο δεν υπάρχει πια τίποτα. Ζούμε ένα χάλι, που τα τελευταία χρόνια τα αποτέλειωσε όλα. Πάντα στην Ελλάδα πιστεύεις ότι πιάσαμε πάτο, αλλά ποτέ δεν είναι αλήθεια. Σαν ένα πηγάδι που νομίζεις ότι πάτωσες, και ξαφνικά ανοίγει και πας ακόμα πιο κάτω, πιο βαθειά. Οπως αυτές οι καινούργιες εκπομπές που εξευτελίζουν τους ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες...
Νομίζω ότι τα τρία λεπτά δημοσιότητας είναι αυτά που οδηγούν τον άνθρωπο στον εξευτελισμό. Και φυσικά η έλλειψη παιδείας. Σήμερα τα όνειρα των ανθρώπων δεν είναι τα παιδιά τους να γίνουν γιατροί, επιστήμονες. Είναι πρώτα απ΄ όλα να γίνουν διάσημοι, ποδοσφαιριστές, μάγειροι... Υπάρχουν γονείς που πάνε τα παιδιά τους για να παίξουν κάπου, παιδιά δύο και τριών χρόνων. Για ποιο λόγο; Μόνο κακό θα κάνει».
Φωτογραφία BOVARY-Πάνος Μάλλιαρης
«Ακούω πώς μιλάνε οι άνθρωποι, πώς μιλάνε στην τηλεόραση. Δεν μπορούν να κλίνουν ένα ρήμα, ένα ουσιαστικό, δεν μπορούν να συντάξουν μια πρόταση.Προφανώς και έχει βαθιές ρίζες η έλλειψη παιδείας. Ξέρω ανθρώπους χωρίς βιβλίο σπίτι τους.
Γιατί δεν αντιδρά κανείς σε όλο αυτό; Τι να πω. Κατ΄ αρχήν εκείνοι που αντιδρούσαν, τώρα είναι στα υπουργεία, βολεμένοι. Παραδοσιακά η δεξιά δεν μπορεί να ξεσηκώσει τον κόσμο. Νομίζω ότι έχουμε τελειώσει πολιτισμικά, κι ας μην θέλω να το πιστέψω.
Ετοιμάζω μια σειρά που θα μοιάζει με τη 10η εντολή, με άλλο τίτλο. Συζητάω με δύο κανάλια. Ολα αυτά που έχω κάνει, από την Ανατομία ενός εγκλήματος, τον Κόκκινο Κύκλο, τη 10η Εντολή, τον Τρίτο Νόμο, ήταν παραλλαγές της ίδιας λογικής. Αυτοτελή επεισόδια για εγκλήματα. Το αυτοτελές είναι σαν μικρή ταινία. Κάθε φορά από την αρχή, καινούργιοι άνθρωποι, νέα κατάσταση.
Η πολιτική δεν με ενδιέφερε ποτέ. Προσωπικά δεν έχω καμία όρεξη να μπω στη Βουλή. Σε ποια Βουλή;
Ξέρετε, οι καλές δουλειές δεν γίνονται με πολλά λεφτά, γίνονται με ιδέες. Το βλέπουμε και στον κινηματογράφο αυτό. Το μυστικό της επιτυχίας δεν το έχει βρει κανείς».
«Σε ό,τι αφορά τις δικές μου παραγωγές, η δουλειά με τον ηθοποιό δεν είναι δύσκολη. Τα πράγματα κυλούν ομαλά. Σε αυτού του τύπου τις ιστορίες οι ηθοποιοί κάνουν πράγματα που δεν μπορούν να τα κάνουν αλλού. Τους δίνεται η ευκαιρία να εκφράσουν συναισθήματα και καταστάσεις. Και γι΄ αυτό έρχονται κι έχουμε μια καλή συνεργασία. Μου αρέσει πολύ να δουλεύω με τους ηθοποιούς, κι εκείνοι μαζί μου. Αν ο σκηνοθέτης είναι η ψυχή, ο ηθοποιός είναι η καρδιά μιας δουλειάς. Είναι αυτό που φαίνεται, πάλλεται και συγκινείται. Κι αν δεν το κάνεις καλά, μπορείς να εκθέσεις τον ηθοποιό ανεπανόρθωτα. Στις σειρές μου συνδυάζω γνωστούς με νέους -τους ψάχνω τους νέους.
Θυμάμαι όταν έκανα τα Μαύρα Μεσάνυχτα, σκεφτόμουν ότι κάθε μέρα είχα γύρισμα με τους ίδιους ανθρώπους. Με τον Βασίλη Ρίσβα και τη Δήμητρα Σακαλή που έγραψαν το σενάριο, μας γεννήθηκε η ιδέα για τη σειρά. Ούτε εγώ ούτε εκείνοι ξέραμε από μπουζούκια. Και γι΄ αυτό σκεφτήκαμε έναν ήρωα που δεν έχει ιδέα από αυτόν τον κόσμο, έναν ήρωα που σιγά-σιγά τον ανακαλύπτει και τελικά γίνεται νονός. Κι αυτό μου άρεσε στην πορεία. Ετσι μάθαμε κι εμείς τα μπουζούκια της εποχής. Γίναμε όλοι ο ήρωας, ο Θράσος....
Η Μπέσυ, η πρώην γυναίκα μου, είναι το alter ego μου. Είναι ο πιο δικός μου άνθρωπος
Η πολιτική δεν με ενδιέφερε ποτέ. Προσωπικά δεν έχω καμία όρεξη να μπω στη Βουλή. Σε ποια Βουλή; Σ΄αυτή τη Βουλή; Πολιτικά ζώα είμαστε πάντα. Από τα 17 μου είμαι στην πολιτική -παράνομος επί δικτατορίας....
Ποτέ δεν ξέρω ποιος είναι ο δρόμος μου. Δεν προγραμματίζω. Δεν ξέρω. Ποτέ δεν διαισθάνομαι την επιτυχία. Δύο γράμματα απέχει η επιτυχία από την αποτυχία... Ενα τίποτα δηλαδή. Είσαι πάντα στην κόψη του ξυραφιού. Είμαστε ειδικού κοινού -μου είχαν πει μετά από έρευνα, ότι οι περισσότεροι από όσους βλέπουν τις σειρές μου, δεν βλέπουν τηλεόραση γενικά».
Φωτογραφία BOVARY-Πάνος Μάλλιαρης
«Η τηλεόραση έχει και μια άλλη πρόκληση. Στο σινεμά βγαίνεις από το σπίτι σου και πηγαίνεις εκεί, να δεις την ταινία. Στην τηλεόραση έρχεται το προϊόν στο σπίτι σου... Eίναι πολύ δύσκολο να κρατήσεις τον τηλεθεατή εκεί, να μην σηκωθεί από την καρέκλα. Κι αυτό είναι μια πρόκληση.
Το επεισόδιο που είχε σοκάρει τον κόσμο ήταν εκείνο που ο Νίκος Ψαρράς μαγείρεψε σούπα τον εραστή της γυναίκας του και της έδωσε να φάει, στο τέλος. Κι όμως ήταν μια αληθινή ιστορία που είχε συμβεί στην Ελλάδα.
Σήμερα η αντίδραση σ΄ αυτό που βλέπει κανείς στην τηλεόραση είναι άμεση, μέσω twitter -παλιά το συζητούσαν στον δρόμο
Η Μπέσυ (σ.σ. η Μπέσυ Βουδούρη, συνεργάτης και παραγωγός), η πρώην γυναίκα μου, είναι το alter ego μου.Είναι ο πιο δικός μου άνθρωπος. Χωρίς εκείνη δεν γίνεται τίποτα. Είναι φίλη, μάνα, αδελφή, τα λέμε όλα. Δουλεύουμε μαζί εδώ και τριάντα χρόνια και μαζί, τα έχουμε περάσει όλα. Και συνεχίζουμε.
Στο θέατρο ο ηθοποιός ελέγχει τα μέσα του, γιατί υπηρετεί έναν ρόλο που βρίσκεται σε μια πορεία εξέλιξης. Η κινηματογραφική αφήγηση είναι αποσπασματική, πράγμα που σημαίνει ότι ο ηθοποιός πρέπει να μπει σε μια κατάσταση χωρίς να έχει γυρίσει την προηγούμενη. Κι εδώ μόνο ο σκηνοθέτης μπορεί να τον βοηθήσει. Οι ηθοποιοί στην τηλεόραση και το σινεμά είναι εκτεθειμένοι -τους εκθέτει κάποιος άλλος, ο σκηνοθέτης».
«Η σαπουνόπερα είναι μια άλλη δουλειά, εγώ δεν ξέρω να το κάνω. Δεν ξέρω πως γίνεται η εικόνα βιομηχανία. Εγώ ξέρω να κάνω μικρό σινεμά. Η τηλεόραση δεν είναι υποδεέστερη του κινηματογράφου, είναι μέσο πιο ευρύ, πιο άμεσο.
Ενα από τα εγκλήματα που με έχουν ταράξει πιο πολύ και με το οποίο δεν έχω καταπιαστεί κι ούτε πρόκειται είναι η υπόθεση Δουρή
Σήμερα η αντίδραση σ΄ αυτό που βλέπει κανείς στην τηλεόραση είναι άμεση, μέσω twitter -παλιά το συζητούσαν στον δρόμο. Οι άνθρωποι ασχολούνται πιο πολύ μ΄ αυτό που γράφουν παρά μ΄ αυτό που βλέπουν. Είναι λίγο φοβιστικό, αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρον. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε τηλεθεατής δηλώνει το παρόν του. Κι όλο αυτό μοιάζει με διαδραστική τηλεόραση.
Ξεκίνησα να κάνω τηλεόραση, αμέσως μετά την μεταπολίτευση. Εκανα το πρώτο επετειακό ντοκιμαντέρ της 21ης Απριλίου. Είχα βρει μάλιστα και τον νεαρό έφεδρο που είχε μπει με το τανκς στο Πολυτεχνείο. Αλλες εποχές, τραβούσα με φιλμ. Και το 1975 έκανα ένα επετειακό της 28ης Οκτωβρίου, που έγινε της τρελής, γιατί βγήκε τότε η Ελεύθερη Ωρα και έγραψε για μένα ο κόκκινος Κοκκινόπουλος, ο κομμουνιστής..... Και μετά έπεσε η διοίκηση της ΕΡΤ. Με έκοψαν από την τηλεόραση για τέσσερα χρόνια. Δούλεψα μετά και επί Χορν, και επί Βασιλικού, και με τον Κωνσταντίνο Αλαβάνο....
Οχι δεν έχω δημοσιογραφικό μεράκι... Περισσότερο θα έλεγα ότι με ενδιαφέρει το εγκληματολογικό στοιχείο. Γι΄ αυτό και σπούδασα ψυχανάλυση, στη Γαλλία όταν σπούδαζα και κινηματογράφο. Οταν έχεις να κουμαντάρεις 40-50 ανθρώπους πρέπει να μπορείς να βγάλεις το καλύτερο από αυτούς».
Φωτογραφία BOVARY-Πάνος Μάλλιαρης
«Ενα από τα εγκλήματα που με έχουν ταράξει πιο πολύ και με το οποίο δεν έχω καταπιαστεί κι ούτε πρόκειται είναι η υπόθεση Δουρή... Δεν μπορώ καθόλου την παιδοφιλία. Κι όμως βλέπουμε το φαινόμενο να εξαπλώνεται. Εχει πάρει απίστευτες διαστάσεις σήμερα.
Η σεξουαλική παρενόχληση είναι εύκολο να συμβεί παντού, στα νοσοκομεία, στα γραφεία, οπουδήποτε. Απλώς στον χώρο τον δικό μας οι γυναίκες είναι πιο όμορφες, οι άνδρες είναι πιο ωραίοι, ο χώρος έχει μεγαλύτερη λάμψη.... Στη δική μου τη δουλειά, σ΄ αυτό που κάνω εγώ, δεν το έχω δει να συμβαίνει. Το αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι. Βέβαια θα μου πείτε ότι οι σχέσεις μου είναι πάντα με ηθοποιούς. Μα σ΄ αυτό τον χώρο κινούμαι, πώς να βρω τραπεζική υπάλληλο ή οδοντίατρο; Καθημερινά βρίσκομαι σε επαφή με ηθοποιούς. Περνάμε ώρες, μέρες, μαζί, δεν έχουμε Κυριακές και αργίες, οπότε δεν είναι εύκολο να συμβαδίσουμε με κανονικούς ανθρώπους.... Είναι περίεργα τα δικά μας ωράρια.
Οταν δουλεύω, σκέφτομαι τον Μπερτολούτσι που έλεγε ότι εγώ πάντα προσπαθώ να κάνω την ιδανική ταινία. Ξέρω ότι δεν θα την κάνω, αλλά προσπαθώ. Οσο για μένα; “Η επιστροφή της Γηραιάς Κυρίας”, αυτός θα μπορούσε να είναι τώρα ο τίτλος».
bovary.gr