Η πρωτοφανής επιχείρηση της ισραηλινής Μοσάντ στον Λίβανο και την Συρία με τις εκρηγνυόμενες ηλεκτρονικές συσκευές επανέφερε στο προσκήνιο την τρομακτική δυνατότητα της μυστικής υπηρεσίας να υπερβαίνει, σαν τον Αρσέν Λουπέν, κάθε πρωτόκολλο ασφαλείας, οποιουδήποτε αντιπάλου.
Κάτι που κατέστη επίσης απόλυτα σαφές και με την «χειρουργική» δολοφονία του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια. Δολοφονία η οποία διεξήχθη, όπως ισχυρίστηκε η εφημερίδα New York Times, μέσω εκρηκτικού μηχανισμού που τοποθετήθηκε λαθραία στο δωμάτιο του ξενώνα που διέμενε ο Χανίγια στην Τεχεράνη, και πυροδοτήθηκε εξ αποστάσεως δύο μήνες μετά, στις 31 Ιουλίου.
Στις 16 Σεπτεμβρίου, την παραμονή της μαζικής πυροδότησης των περίπου 3.000 ατομικών βομβητών στο Λίβανο και στην Συρία, τρικάκια με κείμενο στα αραβικά «έπεσαν» από τον ουρανό στο νότιο Λίβανο, διατάσσοντας τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και προειδοποιώντας ότι οι πολίτες που παραμένουν εκεί γίνονται «νόμιμοι ισραηλινοί στόχοι», σύμφωνα με την οικεία ορολογία («legitimate targets»). Αλλά λίγο αργότερα, ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε ότι τα φυλλάδια διανεμήθηκαν χωρίς την «σχετική άδεια».
Αυτό ήταν το πρώτο βήμα μίας καθ’όλα «ψυχολογικής επιχείρησης» ή «psy-ops» («psychological operations») όπως είναι γνωστές στο εξωτερικό.
Την επόμενη ημέρα, Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου, οι βομβητές ανατινάχθηκαν ταυτόχρονα σε ολόκληρο τον Λίβανο και κάποιοι, πολύ λιγότεροι, και στη Συρία. Την μεθεπόμενη, εξερράγησαν τα γουόκι-τόκι.
Η ισραηλινή τρομοκρατική επίθεση είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν δεκάδες Λιβανέζοι, μεταξύ των οποίων και παιδιά, και να τραυματιστούν χιλιάδες άτομα. Παρά τα όσα αναφέρθηκαν στα διαχειριζόμενα δυτικά μέσα ενημέρωσης, ότι δηλαδή οι περισσότεροι τραυματίες ήταν μέλη της Χεζμπολάχ, πολλοί ήταν αθώοι πολίτες, κάποιοι οδηγούσαν αυτοκίνητα, ενώ άλλοι ψώνιζαν φρούτα και μπαχαρικά σε πολυσύχναστες αγορές.
Πρέπει, αναμφισβήτητα, να αναγνωρίσουμε ότι η παγίδευση των συσκευών τηλεειδοποίησης ήταν ενδεχομένως ένα από τα πιο εξελιγμένα σαμποτάζ που ενορχήστρωσε ποτέ η Μοσάντ.
Ήταν όμως μια πραγματική επιτυχία ή μια γκάφα των ισραηλινών; Αν είχαν σκοτωθεί χιλιάδες, αποδεδειγμένα, μέλη της Χεζμπολάχ, ποιός θα τολμούσε να αποκαλέσει την επιχείρηση ως «επιτυχημένη», με εξαίρεση τους υψηλά ιστάμενους της ισραηλινής υπηρεσίας, ή ένα μέρος από τα δυτικά, αιμοδιψή μέσα ενημέρωσης του κυρίαρχου αφηγήματος;
Αφήνοντας στην άκρη την επίδειξη εντυπωσιασμού της ταυτόχρονης έκρηξης χιλιάδων βομβητών και ασυρμάτων, αυτό που μένει είναι άλλη μια τυφλή μαζική αιματοχυσία.
«Παραστρατιωτικό» συμπλήρωμα της γενοκτονίας του Παλαιστινιακού λαού
Τα τρομοκρατικά χτυπήματα, σε Λιβανέζικο και Συριακό έδαφος, που φέρουν τη σφραγίδα της Μοσάντ, είναι το «παραστρατιωτικό» συμπλήρωμα της γενοκτονίας του Παλαιστινιακού λαού.
Επιδεικνύουν την ίδια περιφρόνηση για την ανθρώπινη ζωή που δικαιολογεί τους θανάτους χιλιάδων παιδιών και γυναικών ως νόμιμη άσκηση του «δικαιώματος του Ισραήλ να υπερασπιστεί τον εαυτό του».
Μπορεί η «τζειμς-μποντικής» έμπνευσης επιχείρηση να γίνεται πρωτοσέλιδο, όταν οι πολύνεκροι βομβαρδισμοί στα χωριά της Γάζας και τα πογκρόμ στη Δυτική όχθη περνάνε στις «μέσα» ειδήσεις – όμως δεν αλλάζει τη μεγάλη εικόνα. Κι αυτή είναι η εικόνα ενός κράτους-δολοφόνου, που όσο σκοτώνει με ατιμωρησία, εξοπλισμένο από τις δυτικές κυβερνήσεις, τόσο πιο μισητό γίνεται από τους λαούς όλου του κόσμου.
Το μακελειό στο Λίβανο, προβάλλεται μεν ως επιτυχία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, όμως στην πράξη δεν είναι παρά άλλη μια πινελιά στο κάδρο μιας συνεχιζόμενης Γκουέρνικα.
Η συγκεκριμένη δολιοφθορά δεν εξετελέσθη ως στρατιωτική επιχείρηση πεδίου, σύμφωνα με την συμβατική έννοια του όρου, δηλαδή της ξεκάθαρης επίθεσης σε ένα σημείο του «εχθρού» στον χάρτη.
Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το Ισραήλ δεν αξιοποίησε τις πρώτες ώρες σοκ και σύγχυσης της Χεζμπολάχ για να στείλει χερσαίες δυνάμεις στον Λίβανο, ούτε εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές για να θέσει εκτός μάχης τους πιο ισχυρούς, βαρέως τύπου τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους ακριβείας της Χεζμπολάχ.
Βέβαια, 48 ώρες μετά, τη νύχτα της Πέμπτης, σφυροκόπησε το νότιο Λίβανο απο αέρος, χρησιμοποιώντας ως «γέφυρα» το διήμερο των ανατινάξεων, μολονότι δεν ανέλαβε ποτέ επισήμως την ευθύνη για αυτές.
Η μαζική πυροδότηση των βομβητών και των πομποδεκτών χειρός δεν κρίνεται από τις απώλειες ανθρώπινης ζωής, αλλά από τις ψυχολογικές συνέπειες στον άμαχο, ανενημέρωτο πληθυσμό, στον κόσμο της καθημερινότητας.
Είναι μια δήλωση: Ότι υπάρχει ένα κονκλάβιο εκπαιδευμένων «ειδικών» με διαβαθμισμένη πληροφόρηση από ακριβοπληρωμένους «καλοθελητές», το οποίο δύναται να «δράσει» και να φέρει εις πέρας οποιαδήποτε επιχειρησιακή «παρέμβαση», οπουδήποτε, οποτεδήποτε, με άκρα μυστικότητα, και να δημιουργήσει κιόλας ψευδείς εντυπώσεις περί πρωθύστερης «ενημέρωσης», αλλά και «προειδοποίησης», όπως επί παραδείγματι με τα τρικάκια που έριξαν οι δήθεν «μη-εξουσιοδοτημένοι».
Το πρότζεκτ των βομβητών δεν απέβλεπε στην εξολόθρευση συγκεκριμένων στόχων σε μαζική κλίμακα, παρά στην δημιουργία σύγχυσης και αταξίας εν μέσω πολέμου, να διακόψει δηλαδή τα κανάλια επικοινωνίας για τους πράκτορες-μέλη της Λιβανέζικης Αντίστασης, καθώς και τις πολιτικές υποδομές, όπως τα νοσοκομεία και η Πολιτική Άμυνα, σε ένα «κανονικό απόγευμα» στο Λίβανο.
Μόνο που μετά το αρχικό σοκ, η επόμενη αντίδραση είναι η οργή και το πείσμα για αντίσταση, από έναν λαό που έχει ήδη αναμετρηθεί στρατιωτικά με την πιο «δυνατή πολεμική μηχανή» του κόσμου, το 2006, και δεν ηττήθηκε. Από αυτήν την άποψη, η επιτυχία του psy-op είναι επιεικώς αμφισβητούμενη.
Ψυχολογικό πλήγμα αλλά όχι συντριβή για τη Χεζμπολάχ
Μετά το ψυχολογικό, λοιπόν, πλήγμα που δέχθηκε η Χεζμπολάχ την Τρίτη, παραμένει πιθανό η κατάσταση στη Μέση Ανατολή να εξελιχθεί με οποιονδήποτε τρόπο, να περιδινιστεί προς οποιαδήποτε αρνητική πιθανότητα.
Αφενός, η Χεζμπολάχ έχει ορκιστεί να ανταποδώσει τα χτυπήματα στο Ισραήλ, παρότι το ερώτημα παραμένει αν ο Νασράλα, και πιο συγκεκριμένα το Ιράν που προμηθεύει τον στρατιωτικό του εξοπλισμό, είναι έτοιμοι να συνεργαστούν προς έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με το Ισραήλ. Εξάλλου, είναι ιστορικό γεγονός πως το Ιράν δημιούργησε την Χεζμπολάχ στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στον Λίβανο στα χρόνια μεταξύ του 1975 και του 1990.
Αφετέρου, είναι επίσης ασαφές αν το Ισραήλ – με ή χωρίς την βοήθεια των συμμάχων του – είναι αρκούντως προετοιμασμένο για μια πραγματική σύγκρουση «πεδίου» που θα μπορούσε να επισκιάσει ακόμη και τις εχθροπραξίες των τελευταίων 11 μηνών και στη Γάζα και στα σύνορά του με το Λίβανο.
Παράλληλα, οι προσπάθειες για επίτευξη συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα και ανταλλαγή ομήρων αποτυγχάνουν η μία μετά την άλλη, παρά τους ισχυρισμούς των ΗΠΑ ότι «εργάζονται» πυρετωδώς για αυτό που αρέσκονται να λένε πως υφίσταται: μια ορατή πιθανότητα «κοινού εδάφους» μεταξύ Ισραήλ, Χαμάς και κατά συνέπεια και Χεζμπολάχ.
Στην πραγματικότητα, επί του παρόντος τουλάχιστον, είναι σίγουρο πως τακτικές τύπου «Ο Τσελεμεντές του Αναρχικού», με ασυρμάτους και βομβητές που αναφλέγονται σε μια τσέπη, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για ρεαλιστικές διαβουλεύσεις.
Τουναντίον, δρουν ως θεαματικός αντιπερισπασμός, απομακρύνοντας τα βλέμματα από τις ουσιώδεις, γεωπολιτικές διαστάσεις του Παλαιστινιακού ζητήματος. Ίσως αυτό ακριβώς να θέλει το Ισραήλ.
Κωνσταντίνος Βενιζέλος