«Κόκκινες» οι επιχειρήσεις
λόγω φτωχών καταναλωτών – Πνίγει την αγορά η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου

Στην τελευταία (22.10.2024) Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) καταγράφηκε ένα ανησυχητικό στοιχείο που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα της «οικονομίας που υπεραποδίδει», κατά το προσφιλές αφήγημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πρόκειται για την αύξηση των δανείων σε καθυστέρηση, αυτών που βρίσκονται δηλαδή ένα βήμα προτού γίνουν «κόκκινα».

 

Ειδικότερα, τα δάνεια σε καθυστέρηση πληρωμής από μία ως 90 μέρες –χαρακτηρίζονται πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές– αυξήθηκαν κατά 43% το πρώτο εξάμηνο του 2024, φτάνοντας τα 7,7 δισ. ευρώ τον Ιούνιο 2024 έναντι 5,4 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2023, ενώ ο λόγος των δανείων αυτών προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων έφτασε το 5,5% τον Ιούνιο 2024 έναντι 3,8% τον Δεκέμβριο 2023. Η αύξηση αυτή, σημειώνει η ΤτΕ, προέρχεται κυρίως από τα επιχειρηματικά δάνεια σε καθυστέρηση από μία έως 30 ημέρες.

 

Κάτω ο τζίρος, πάνω τα κόστη

 

Αυτό σημαίνει ότι από τις αρχές της φετινής χρονιάς ολοένα μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων δεν είναι σε θέση να πληρώσει τη δόση του στην τράπεζα στην ώρα της γιατί κάτι ξεφεύγει από τους υπολογισμούς του. Είτε δεν κάνει τους τζίρους που υπολόγιζε ώστε να καλύπτει εγκαίρως τις δόσεις του είτε έχει δαπάνες που ξεπερνούν τις προϋπολογισθείσες. Και είναι γεγονός ότι η ΤτΕ αφήνει μια χαραμάδα ελπίδας να λυθεί το πρόβλημα στο μέλλον, δεδομένου ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επιβαρυνθεί ιδιαίτερα από την αύξηση των επιτοκίων –εύλογα, αφού, όπως προσθέτει, οι ελληνικές τράπεζες τις χρεώνουν με επιτόκια από τα υψηλότερα της Ευρώπης– και αναμένεται να πάρουν μια ανάσα με τη μείωση των επιτοκίων, ωστόσο προειδοποιητικό καμπανάκι χτυπά ξανά μόλις προσέξει κανείς ένα άλλο στοιχείο που καταγράφεται στην έκθεση.

 

Το στοιχείο αυτό είναι η συνέχιση της μείωσης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, η οποία ξεκίνησε το 2022 λόγω πληθωρισμού και κατά την ΤτΕ συνεχίζεται ακόμη. Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο τρίμηνο 2024 το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε με ρυθμό της τάξης του 2,2%, παρά την ονομαστική αύξησή του κατά 1,1%. Σε μια οικονομία λοιπόν που η βύθιση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος συνεχίζεται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, οι επιχειρήσεις πού θα βρουν καταναλωτές με γεμάτο πορτοφόλι για να αντλήσουν τους τζίρους που χρειάζονται ώστε να πληρώσουν τα όλο και πιο αυξημένα λειτουργικά τους κόστη, από το ρεύμα ως το αυξημένο κόστος συμμόρφωσης με τα διάφορα συσσωρευμένα μέτρα φορολογικού ελέγχου, και να βάλουν στο ταμείο αρκετά για να πληρώσουν τη δόση στην τράπεζα στην ώρα της;

 

Και είναι αυτή η διαρκής συρρίκνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών που συντελείται μέσω του –υψηλότερου του ευρωπαϊκού μέσου όρου– πληθωρισμού στην Ελλάδα που οδηγεί εντέλει και στη διαρκή αύξηση του ιδιωτικού χρέους, ενήμερου και «κόκκινου», και στη μετατροπή του σε θηλιά για νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

 

Βζιιιν το ιδιωτικό χρέος

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, το πρώτο εξάμηνο 2024 το συνολικό ιδιωτικό χρέος αυξήθηκε στα 376,6 δισ. ευρώ έναντι 372,9 δισ. ευρώ πριν από ένα χρόνο, ενώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, το χρέος που δεν πληρώθηκε δηλαδή και «κοκκίνισε», έφτασαν στα 225,6 δισ. ευρώ έναντι 223 δισ. ευρώ πέρυσι.

 

Στο πλαίσιο αυτό 3,7 εκατ. φυσικά και νομικά πρόσωπα φέρονται να χρωστούν στην εφορία 107,2 δισ. ευρώ (εκ των οποίων μόνο τα 26,3 δισ. είναι παλαιά χρέη και έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτα είσπραξης), 2,2 εκατ. επαγγελματικά μητρώα φέρονται να χρωστούν στα ασφαλιστικά ταμεία 48 δισ. ευρώ, ενώ κάπου 10,43 εκατ. ευρώ καταμετριούνται ακόμα ως «κόκκινα» δάνεια προς τις τράπεζες και άλλα 59,43 δισ. ευρώ είναι τα «κόκκινα» δάνεια προς τους servicers: δάνεια που εκκαθαρίζονται με τρόπο αργό και οδυνηρό, καταλήγοντας, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, στο 48% των περιπτώσεων σε ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων και πλειστηριασμούς. Κατά τ’ άλλα, «η οικονομία πάει σφαίρα»…

 

Μαριάννα Τόλια

 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ