Ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση, κ. Αντώνης Παπαδημητρίου, ενημέρωσε τη Βουλή κατά τη συζήτηση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων ότι σε πρόσφατη έρευνα κοινού μεγάλο ποσοστό των ερωτώμενων ήταν θετικοί στην ίδρυση των Ωνάσειων Σχολείων. Πράγματι δεν είναι εύκολο να κατανοηθούν οι σφοδρές αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας, π.χ. της Κυψέλης, και των εκπαιδευτικών ενάντια στα Ωνάσεια, αν το μόνο που γνωρίζει κάποιος είναι ότι το Ίδρυμα θα «ρίξει λεφτά» στα τοπικά σχολεία. Ως κάποιος που έχει μεγαλώσει στην Κυψέλη, όπου σχεδιάζεται να λειτουργήσει ένα από τα πρώτα Ωνάσεια, καθώς και εργαζόμενος καθηγητής σε γειτονικό σχολείο, θα επιχειρήσω να εξηγήσω με απλά λόγια γιατί οι αντιδράσεις είναι έντονες και εύλογες.
Ο θεσμός των Ωνάσειων Σχολείων βασίζεται στον προβληματικό θεσμό των Πρότυπων Σχολείων. Η εγκατάλειψη των σχολείων από την πολιτεία και η μετατροπή κάποιων σε Πρότυπα έχει οδηγήσει τους γονείς σε έναν αγώνα να καταφέρουν να βάλουν τα παιδιά τους στα «καλά» σχολεία, με αποτέλεσμα τα φροντιστήρια να ξεκινάνε ακόμα και από την Δ΄ Δημοτικού (με ό,τι σημαίνει αυτό για τον ψυχισμό των μικρών μαθητών), παρόλο που μόνο περίπου το 20% των μαθητών τελικά καταφέρνουν να εισαχθούν σε κάποιο Πρότυπο. Με τα Ωνάσεια η κατάσταση θα είναι χειρότερη καθώς, παρά την ποσόστωση που μπήκε τελευταία στιγμή στον νόμο που επιβάλλει μέρος των μαθητών να είναι από την τοπική κοινωνία, ένα μεγάλο μέρος των μαθητών που θα πήγαινε στα σχολεία αυτά θα πρέπει να απορροφηθεί σε γειτονικά σχολεία. Στην Κυψέλη τα γειτονικά σχολεία είναι υπερφορτωμένα ήδη: στο δικό μου έχουμε τμήματα με 20 μαθητές σε 22 τετραγωνικά.
Θεωρώ προσωπικά τον διαχωρισμό των μαθητών σε «καλούς» και «κακούς» πολύ προβληματικό. Τα σχολεία μας έχουν έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα και μετράνε πολύ λίγα πράγματα από αυτά που συνθέτουν μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Ταυτόχρονα όμως είναι δεδομένο από την έρευνα στην εκπαίδευση ότι η υψηλή επίδοση π.χ. στα μαθηματικά έχει θετική συνάφεια με την πρόσβαση σε εργασία που προσφέρει υψηλότερους μισθούς. Είναι επίσης γνωστό στους ειδικούς της εκπαίδευσης ότι τα τμήματα με παιδιά όλων των επιδόσεων βοηθάνε και στο να τραβήξουν όλα τα παιδιά προς τα πάνω, αλλά και στο να μάθουν να συνεργάζονται και να συνυπάρχουν με όλους, ικανότητα απαραίτητη όταν θα βγουν στην κοινωνία ως πολίτες και εργαζόμενοι. Αυτό που θα συμβεί όταν ξεκινήσει τη λειτουργία του το Ωνάσειο στην Κυψέλη είναι να τραβήξει ένα μεγάλο μέρος των μαθητών υψηλότερων επιδόσεων και να μοιράσει τους υπόλοιπους στα γύρω σχολεία. Οι μαθητές της Κυψέλης θα προσπερνάνε ένα πανέμορφο σχολείο ανακαινισμένο με τους «καλούς» μαθητές και τους «καλούς» καθηγητές και θα περπατάνε ένα τέταρτο ακόμα να μπουν στο παρατημένο από την πολιτεία δικό τους. Είμαι σε θέση να γνωρίζω τα κτιριακά προβλήματα των γειτονικών σχολείων, και η λέξη «παρατημένα» είναι πολύ ήπια για να περιγράψει αυτό που παρατηρείται.
Ακόμα και οι προβλέψεις για το όριο μαθητών ανά τμήμα είναι εξοργιστικές: Στα «κανονικά» σχολεία το όριο είναι 27 μαθητές, αλλά στα Ωνάσεια 25. Σε ποια σχολεία θα χρειάζεται περισσότερο χρόνο ο καθηγητής με τον κάθε μαθητή – σε αυτά της γειτονιάς ή σε αυτά που οι μαθητές έχουν την έξτρα βοήθεια του φροντιστηρίου και γενικά λιγότερες δυσκολίες στη μάθηση και στην καθημερινότητά τους; Δεν είναι τυχαίο που φροντιστήρια έβγαλαν διαφημίσεις για τα Ωνάσεια ήδη 10 μέρες πριν ψηφιστεί ο νόμος για να εκμεταλλευτούν το άγχος των γονιών να προσφέρουν στα παιδιά τους το καλύτερο δυνατό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διαχωρίζονται οι μαθητές με τρόπο ταξικό και μπαίνουν ακόμα περισσότεροι φραγμοί στα παιδιά των φτωχότερων οικογενειών. Ένα σχολείο δεν είναι μοναχά το μέρος στο οποίο μαθαίνουμε μαθηματικά, γλώσσα και ιστορία – είναι μια κοινότητα μέσω της οποίας τα παιδιά έρχονται σε επαφή με την κοινωνία. Ο διαχωρισμός σε «καλούς» και «κακούς» (και ότι οι ίδιοι ανήκουν στους δεύτερους) θα ακολουθεί τους μαθητές σε όλη τους τη ζωή.
Νομίζω είναι σαφές ότι παρά τη διαφήμιση του ΥΠΑΙΘ περί «αναβάθμισης υποβαθμισμένων περιοχών» δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Ή μάλλον υπάρχει αναβάθμιση, αλλά με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που την καταλαβαίνει η εκπαιδευτική κοινότητα. Η Κυψέλη είναι μια περιοχή στην οποία τα τελευταία χρόνια επιχειρείται ένα συστηματικό gentrification. Τα ενοίκια έχουν εκτοξευθεί λόγω την έλλειψης κατοικιών ως αποτέλεσμα της αγοράς τους από «επενδυτές» εσωτερικού και εξωτερικού, και ένα σχολείο σαν το Ωνάσειο θα επιτείνει το πρόβλημα, αφού η ζήτηση θα αυξηθεί και άλλο από άτομα που είναι εκτός της περιοχής και με μεγαλύτερη οικονομική επιφάνεια. Η «αναβάθμιση» έρχεται με τον εκτοπισμό των κατοίκων.
Παράλληλα με τις αντιδράσεις των γονέων και της τοπικής κοινωνίας, έντονες είναι και οι αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, καθώς πέρα από όσα προανέφερα, θίγονται και εργασιακά. Παρά την πρόβλεψη ότι όσοι εργάζονται εκεί μπορούν να παραμείνουν για δυο χρόνια και να επιμορφωθούν ώστε να κερδίσουν μια θέση στα Ωνάσεια για την επόμενη τετραετία, είναι προφανές ότι σε δυο χρόνια είναι αδύνατο να αποκτήσουν τυπικά προσόντα (π.χ. ένα διδακτορικό) που θα έχουν ενδεχόμενοι ανταγωνιστές τους για τη θέση. Και όσοι δεν είναι έτοιμοι για κάτι τέτοιο θα πρέπει να βρουν κάπου αλλού να δουλέψουν. Ήδη οι μαθητές των σχολείων που θίγονται διαμαρτύρονται που θα χάσουν τους καθηγητές τους αλλά και το υπόλοιπο προσωπικό των σχολείων. Οι καθηγητές και οι εργαζόμενοι έχουν δώσει την ψυχή τους για να κρατήσουν τα σχολεία σε αξιοπρεπές επίπεδο, και τώρα που έρχονται τα «λεφτά του Ωνάσειου», πρακτικά εκδιώκονται.
Παράλληλα τα σχολεία αυτά θα έχουν υποχρεωτικές απογευματινές υπερωρίες πληρωμένες από το Ωνάσειο Ίδρυμα. Πρόκειται για έναν Δούρειο Ίππο για την αποδοχή των υπερωριών ως τη βέλτιστη λύση για την κάλυψη των αναγκών στα σχολεία, αντί για τις προσλήψεις. Είναι επίσης απορίας άξιο πώς τα σχολεία αυτά θα διοικούνται από εννεαμελή Επιτροπή που θα έχει τέσσερα μέλη από το Ωνάσειο Ίδρυμα, με αποτέλεσμα να κρίνεται το έργο εκπαιδευτικών του δημοσίου από άτομα που εργάζονται σε ιδιωτικό φορέα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Γενικά είναι ένα ακόμα κεφάλαιο στο ξεχείλωμα της έννοιας της εποπτείας του Κράτους στην εκπαίδευση, που ξεκίνησε με τις ελεύθερες απολύσεις στα ιδιωτικά σχολεία, τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια και συνεχίζεται με επιλογές όπως η εισαγωγή του ΙΒ, ενός πτυχίου που εποπτεύεται από ξένο ίδρυμα, και τώρα με τη δυνατότητα της Επιτροπής των Ωνάσειων να έχει επιρροή στο προσωπικό και στο τι θα διδάσκεται στο σχολείο. Η μεταρρύθμιση αυτή μας καθιστά σαφές πως ο δρόμος για να έχουμε ένα αξιοπρεπές σχολείο δεν είναι να απαιτήσουμε από το Κράτος να υλοποιήσει τις υποχρεώσεις του με βάση το Σύνταγμα, αλλά να βρούμε χορηγό να αγοράσει το σχολείο μας.
Το Υπουργείο Παιδείας όλα τα παραπάνω τα γνωρίζει φυσικά. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι το Ωνάσειο Ίδρυμα είχε πλήρη κατανόηση της κατάστασης όταν ανακοινώθηκε η συνεργασία. Έκτοτε μέσω των δηλώσεων του προέδρου του, κ. Αντώνη Παπαδημητρίου, βλέπουμε μια προσπάθεια να εκτονωθούν οι αντιδράσεις μέσω κάποιων λύσεων και εξηγήσεων για τις προθέσεις του Ιδρύματος. Είναι εξοργιστικό για μένα που το Ωνάσειο δείχνει μεγαλύτερη ευαισθησία για τα ζητήματα αυτά από το ίδιο το Υπουργείο, το οποίο στην αρχική σύμβαση έδινε γην και ύδωρ στο Ωνάσειο χωρίς καμιά πρόβλεψη για όσα αναφέρω παραπάνω. Η προχειρότητα της όλης διαδικασίας και η αδιαφορία για την τοπική κοινωνία είναι φανερή για παράδειγμα από το ότι κανείς δεν είχε ενημερώσει το Ίδρυμα ότι το 15ο Λύκειο και Γυμνάσιο συστεγάζονται με το 60ο Γυμνάσιο, και αναγκαστικά θα πρέπει είτε να το καταργήσουν ή να το απορροφήσουν, ή ότι στο 15ο υπάρχουν τμήματα ΖΕΠ με μετανάστες και πρέπει να υπάρξει μέριμνα γι’ αυτά τα παιδιά. Ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να αξιολογεί τους καθηγητές ή να καθορίζει το πρόγραμμα, ότι θα χρηματοδοτήσει ψηφιακά φροντιστήρια για τα παιδιά της γειτονιάς και ότι θα στηρίξει και τα υπόλοιπα σχολεία της περιοχής, ιδέες που είναι στα μάτια μου βεβιασμένες προσπάθειες να καμφθούν οι αντιδράσεις και δεν επιλύουν όσα προβλήματα αναφέρω παραπάνω.
Το Ωνάσειο Ίδρυμα θα αποκτήσει στην Κυψέλη πρόσβαση σε ένα υπέροχο κτίριο με τεράστια ιστορία, που ιδρύθηκε ως Ιταλική Σχολή Καλογραιών και αργότερα λειτούργησε ως νοσοκομείο της Αεροπορίας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και από το 1976 και μετά στεγάζει δημόσια σχολεία. Με την ανακαίνισή του θα είναι μια ζωντανή διαφήμιση του Ιδρύματος καθώς επίσης και ένας χώρος τον οποίο θα μπορεί να αξιοποιεί ποικιλοτρόπως, όσο δε λειτουργεί ως σχολείο ή και παράλληλα, καθώς έχει υπόγεια και άλλους χώρους. Ένα αντίστοιχο κτίριο στο κέντρο της Αθήνας θα κόστιζε πολλά στο Ίδρυμα αν επιθυμούσε να το νοικιάσει. Θεωρώ ότι δεν πρέπει να βασιζόμαστε σε ιδιώτες για να έχουμε σύγχρονα, ασφαλή, καθαρά και εξοπλισμένα σχολεία, αλλά αν οπωσδήποτε θέλει το Ωνάσειο να προσφέρει στην «υποβαθμισμένη» Κυψέλη, δε χρειάζεται να πάρει το σχολείο της γειτονιάς να το κάνει Πρότυπο και να το διοικήσει. Έχω μια λίστα με βελτιώσεις που μπορούν να γίνουν στα σχολεία της περιοχής μεγαλύτερη του παρόντος άρθρου, ή, ακόμα καλύτερα, ας μας χτίσει ένα ακόμα δημόσιο σχολείο, ώστε να αποσυμφορηθούν τα ήδη υπάρχοντα. Υπόσχομαι να βάλω και πλακέτα.
γράφει ο Νίκος Βλασερός
Μαθηματικός MSc, PhD, καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης