Η συνεργασία με τη Ρωσία και η αγορά των S-400, η επιθετική ρητορική του Ερντογάν κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για την υπόθεση της Συρίας και η κατρακύλα της τουρκικής λίρας στα διεθνή χρηματιστήρια, φέρονται να δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα εναντίον της Άγκυρας, το οποίο δεν αποκλείεται να «σκάσει» με απρόβλεπτες συνέπειες, μετά και το νέο διπλό «χαστούκι» από την Ουάσιγκτον και τη διευθύντρια του IMF Κριστίν Λαγκάρντ.
Την Πέμπτη, η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε το νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ, το οποίο περιλαμβάνει τροπολογία που προβλέπει το πάγωμα παράδοσης αμυντικού εξοπλισμού στην Τουρκία μέχρι το Πεντάγωνο να συντάξει και να παραδώσει ειδική έκθεση στο Κογκρέσο για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν συντριπτικό (351-66 ή 84,1%) και δείχνει την διακομματική στήριξη στο ίδιο το σχέδιο του νόμου, αλλά και στην επιμέρους τροπολογία που αφορά την Τουρκία. Τα επόμενα βήματα είναι να συμφωνήσει η Γερουσία και να υπογράψει το νομοσχέδιο ο πρόεδρος Τραμπ.
Την Παρασκευή, τη σκυτάλη πήρε η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε την τουρκική κυβέρνηση να διατηρήσει την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζάς της, καθώς η σύγχυση που δημιουργήθηκε, οδήγησε στην κατρακύλα της λίρας. Τα ανάμεικτα μηνύματα σχετικά με το αν η κεντρική τράπεζα είναι απαλλαγμένη από πολιτικές παρεμβάσεις δημιούργησαν μία αίσθηση αβεβαιότητας στους επενδυτές, θέτοντας υπό πίεση το τουρκικό νόμισμα, δήλωσε η Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στην τηλεόραση του Bloomberg στην Αγία Πετρούπολη.
«Όσον αφορά τη νομισματική πολιτική, είναι πάντα καλύτερο για όλους τους πολιτικούς ηγέτες να αφήνουν τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών να κάνουν τη δουλειά που πρέπει και να διατηρούν και να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους», σημείωσε η Λαγκάρντ. «Ορισμένες δηλώσεις σήμαναν συναγερμό στη διεθνή κοινότητα και ιδιαίτερα στους επενδυτές ότι ξαφνικά η τουρκική κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να βρεθεί κάτω από κατευθύνσεις, οδηγίες ή επιρροή. Αυτό δημιούργησε μία αίσθηση αβεβαιότητας και μία έλλειψη εμπιστοσύνης, η οποία είχε την αντανάκλασή της στην αγορά», πρόσθεσε.
Η κρίση της λίρας κυριάρχησε στην Τουρκία αυτό τον μήνα, καθώς ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι θα έχει μεγαλύτερη αρμοδιότητα στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής, αν επανεκλεγεί τον επόμενο μήνα. Ο Ερντογάν είχε αντιταχθεί επανειλημμένα σε κάθε κίνηση για αύξηση των επιτοκίων, αποκαλώντας αυτά ως «τη μητέρα όλων των δεινών», ενώ επενδυτές και οικονομολόγοι υποστήριζαν ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η πτώση. Στη συνέχεια, ο Ερντογάν δεσμεύθηκε να ακολουθήσει τις διεθνείς αρχές για τη νομισματική πολιτική και την Τετάρτη η τουρκική κεντρική τράπεζα αύξησε τα βασικά επιτόκιά της κατά 300 μονάδες βάσης (3 ποσοστιαίες μονάδες) στο 16,5% σε μία έκτακτη συνεδρίαση, μετά από τρεις εβδομάδες μίας σε μεγάλο βαθμό αυτοπροκληθείσας αναταραχής.
Πηγή: protothema