Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνος Υφαντής: Ο Ερντογάν θα επιμείνει στη στρατηγική της ελεγχόμενης έντασης

Σε όλα τα αυταρχικά, απολυταρχικά καθεστώτα, ο ηγέτης ξεκινά και απολαμβάνει τη δημοφιλία του, όμως όσο περισσότερο παραμένει στην εξουσία τόσο αυξάνεται η ανασφάλειά του και τόσο καταφεύγει σε αυταρχικές μεθόδους».

 

 

Για τον καθηγητή Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνο Υφαντή, αυτό ισχύει και για τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

 

 

«Παρ’ όλο που είναι παντοδύναμος, παραμένει ηγεμονική δύναμη και τον ακολουθεί σταθερά ένα ποσοστό 40-50% των πολιτών –κάτι που μάλλον θα επιβεβαιωθεί και στην αναμέτρηση του Ιουνίου– έχει αυξηθεί η ανασφάλειά του πολύ», σημειώνει ο Υφαντής, προσθέτοντας ότι, όπως θεωρούν πολλοί, στην κάλπη κρίνονται όχι μόνον η πολιτική αλλά, υπό μία έννοια, η βιολογική, φυσική επιβίωση.

 

 

Ο Κων. Υφαντής εκτιμά ότι το μείζον διακύβευμα αυτής της αναμέτρησης είναι η οικονομία, αφού το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της γείτονος έχει περιοριστεί στα επίπεδα του 2008. Αυτό αναδεικνύεται ως η αχίλλειος πτέρνα του Ερντογάν και, υπό αυτή την έννοια, ο Υφαντής κρίνει πως δεν επιθυμεί μία εκτός ελέγχου ένταση στο Αιγαίο, που θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόσθετες πιέσεις στην τουρκική οικονομία και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο.

 

 

Παρ’ όλα αυτά, θεωρεί ότι η στάση του Ερντογάν έναντι της Ελλάδας πυροδοτείται από δύο παράγοντες: Αφενός, την εκτίμηση του Τούρκου προέδρου και του ΑΚΡ ότι η ένταση εξυπηρετεί πολιτικά, καθώς αφοπλίζει την αντιπολίτευση που, παραδοσιακά, έχει ένα περισσότερο εθνικιστικό αφήγημα, αφετέρου δε, την εμμονή του να τιμωρηθούν όλοι όσοι ο ίδιος θεωρεί ότι εμπλέκονται στο αποτυχημένο πραξικόπημα (σ.σ. μεταξύ αυτών και οι οκτώ Τούρκοι αξιωματικοί που ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα).

 

 

Ο Κων. Υφαντής είναι, από το 2012, επισκέπτης καθηγητής και στο πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης. Συνομιλεί, δηλαδή, και με τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ο ίδιος εκτιμά πως ο Ερντογάν ελέγχει πλήρως την κάνουλα της έντασης στο Αιγαίο και στην Κύπρο, ανάλογα με τις πολιτικές του σκοπιμότητες. «Ο πρόεδρος Ερντογάν θα επιμείνει στη στρατηγική της ελεγχόμενης έντασης, σε υψηλότερα απ’ όσο στο παρελθόν επίπεδα. Μάλιστα, η Τουρκία είναι αυτή που καταφέρνει να ελέγχει απολύτως τον ρυθμό της έντασης, να δημιουργεί γεγονότα και τετελεσμένα... και εδώ πρέπει να αναρωτηθούμε για τα λάθη που κάνουμε εμείς ως Ελλάδα».

 

 

Κατά το παρελθόν, ειδικά ύστερα από κρίσεις, οι δύο χώρες επεδίωξαν να οικοδομήσουν διαύλους επικοινωνίας, ικανούς να λειτουργήσουν πυροσβεστικά σε περιόδους έντασης. Στο ερώτημα εάν αυτοί οι δίαυλοι παραμένουν ανοιχτοί ή αν αντιθέτως οι δύο χώρες μοιάζουν να ισορροπούν χωρίς δίχτυ ασφαλείας, ο Κων. Υφαντής, που διετέλεσε κατά το παρελθόν άμισθος διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού του υπ. Εξωτερικών, εμφανίζεται προβληματισμένος.

 

 

«Οι μηχανισμοί που είχαν στηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια με μεγάλο κόπο, μοιάζουν εν υπνώσει, σε αφάνεια ή σε αχρηστία, και αυτό δεν είναι καλό. Αν σε ένα ζήτημα μεγάλης ανθρωπιστικής αξίας αλλά μικρής έντασης, όπως η κράτηση των δύο, δεν υπάρχει συνεννόηση, τι μπορεί να συμβεί σε ένα μείζον περιστατικό;» αναρωτιέται ο κ. Υφαντής, εξηγώντας πως, ακόμη κι αν δεν είναι επιλογή του Ερντογάν ένα θερμό επεισόδιο, «η συγκέντρωση δυνάμεων στο Αιγαίο είναι τόσο μεγάλη και σε τέτοια εγγύτητα που υπάρχει ο κίνδυνος ατυχήματος. Κι αυτό το ατύχημα μπορεί να κλιμακωθεί σε κρίση επειδή δεν υπάρχει ένα κόκκινο τηλέφωνο ανάμεσα στις δύο πλευρές ή ο δίαυλος δεν λειτουργεί εκείνη τη στιγμή».

 

 

Εν μέσω ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων, πώς αντιδρούν οι φοιτητές του Υφαντή στην Κωνσταντινούπολη; Συμμερίζονται τους εθνικιστικούς τόνους της τουρκικής ηγεσίας; Αντιμετωπίζουν με καχυποψία έναν Ελληνα; Η απάντησή του μπορεί και να εκπλήξει.

 

 

«Δεν υφίσταται ένα άγος μιας πολιτισμικής διαφοράς, οι περισσότεροι φοιτητές δεν έχουν ιδέα για τα ελληνοτουρκικά! Μπορεί να έχουν την εικόνα ότι η τουρκική Δημοκρατία στήθηκε εξαιτίας της νίκης του Κεμάλ επί των Ελλήνων, της δικής μας “Μικρασιατικής Καταστροφής” αλλά μέχρις εκεί». Ο ίδιος εξηγεί ότι, πέραν του γεγονότος ότι το σύστημα εκπαίδευσης κάνει μάλλον ντροπαλούς τους φοιτητές, «οι γενιές που είναι τώρα στο πανεπιστήμιο έχουν μεγαλώσει στα χρόνια της ηρεμίας, το 1999 ήταν η τελευταία μεγάλη κρίση με τον Οτσαλάν, συνεπώς δεν έχουν ζώσες μνήμες έντασης στο Αιγαίο».

 

 

Τα πανεπιστήμια στις δύο πλευρές του Αιγαίου

Με εμπειρία στο Πάντειο και στο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, ζητείται από τον καθηγητή Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνο Υφαντή, η σύγκριση των δύο πλευρών του Αιγαίου σε ακαδημαϊκό πεδίο: «Ο μέσος όρος των Ελλήνων φοιτητών και φοιτητριών είναι καλύτερος, όμως στην Τουρκία υπάρχουν πλέον 4-5 πανεπιστήμια που είναι διεθνούς επιπέδου και βελτιώνονται συνεχώς. Υπάρχει αίσθηση αριστείας και τα κριτήρια ειδικά στην έρευνα γίνονται ολοένα και περισσότερο αυστηρά, ακολουθώντας τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Δεν μιλάμε καν για τις υποδομές, εκεί είμαστε η ημέρα με τη νύχτα».

 

 

«Οσο στην Ελλάδα μένουμε στάσιμοι και βασιζόμαστε στον ηρωισμό κάποιων εκπαιδευτικών, τότε σε μία γενιά από τώρα θα μας ξεπεράσουν», σημειώνει ο κ. Υφαντής, προσθέτοντας πως «στην Τουρκία έχουν συνειδητοποιήσει πόσο σημαντικά κεφάλαια είναι η εκπαίδευση και η βελτίωση των ανθρώπινων πόρων».

 

«Στην Ελλάδα;», τον ερωτώ.

«Κρίνοντας από τη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Παιδείας; Σε καμία περίπτωση!».

 

 

 

Πηγή: Καθημερινή

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ