Διακόπηκε η σίτιση στη δομή του Κουτσόχερου, όπου φιλοξενούνται άνθρωποι που έχασαν τα σπίτια τους στη Θεσσαλία. Σπαρακτικές οι μαρτυρίες τους
Και ξεσπιτωμένοι και νηστικοί οι πλημμυροπαθείς από τα πνιγμένα χωριά Τρικάλων και Καρδίτσας που φιλοξενούνται στη δομή του Κουτσόχερου. Σαν να μην έφταναν όσα έχουν να αντιμετωπίσουν, αφού κανείς δεν ξέρει πότε και αν θα μπορέσουν να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους, έμειναν νηστικοί για τέσσερις μέρες, βιώνοντας ένα συνεχές αδιέξοδο.
Σαν καλός Σαμαρείτης ο Γρηγόρης Καψιώχας, ιδιοκτήτης ομώνυμου catering στην περιοχή, ακούγοντας σε τοπικό σταθμό τις εκκλήσεις πλημμυροπαθούς ανέλαβε αφιλοκερδώς τη σίτιση των ατόμων της δομής μέχρι το τέλος του μήνα. Η κίνηση αυτή αναδεικνύει την αναλγησία της κυβέρνησης σε μείζονα θέματα επιβίωσης των πολιτών, με τις ευθύνες να γίνονται μπαλάκι μεταξύ κυβέρνησης, δήμου και περιφέρειας. Οπως μαθαίνουμε η πραγματικότητα είναι πως η Περιφέρεια Θεσσαλίας οικειοθελώς είχε αναλάβει τη σίτιση για κάποιους μήνες όταν είχε και πάλι σταματήσει η σίτιση των πλημμυροπαθών από τον Δήμο Φαρκαδόνας λόγω διακοπής της σχετικής χρηματοδότησης από το αρμόδιο υπουργείο. Οταν η περιφέρεια δεν είχε άλλο διαθέσιμο κονδύλι, ήρθε και η διακοπή της σίτισης.
Η αιφνιδιαστική αυτή κατάσταση προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των πλημμυροπαθών, οι οποίοι μέσω του Documento εκπέμπουν SOS και περιγράφουν, μεταξύ άλλων, πώς αναγκάζονται να ζουν την ώρα που αναζητείται μόνιμη λύση.
«Δυο αυγά και καμιά κονσέρβα»
Η Αννα Βαλιάκου διαμένει στη δομή και μας δίνει πληροφορίες για την κατάσταση που βιώνουν οι πλημμυροπαθείς παρά τη θέλησή τους.
«Μέχρι 26 Φλεβάρη ήταν το κονδύλι, μετά μας έφερνε η περιφέρεια φαγητό για κάποιο καιρό. Εδώ και δύο εβδομάδες σταμάτησαν να μας προμηθεύουν και με εμφιαλωμένο νερό, έχει δυο βδομάδες που δεν έρχεται. Υπάρχουν άτομα μεγάλης ηλικίας που δεν μπορούν να μαγειρέψουν εξαιτίας προβλημάτων υγείας που έχουν. Γι’ αυτούς είναι αρκετά δύσκολη η κατάσταση» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Βαλιάκου και συνεχίζει περιγράφοντας πώς είναι η ζωή της μετά την καταστροφή:
«Εχω καταστραφεί οικονομικά, είμαι μόνη μου, με ένα μισθό, με τη δουλειά μου. Καταστράφηκαν όλα, ξηλώθηκαν τα πάντα από το σπίτι μου. Το νερό έμεινε μέσα μέρες. Εγώ ήμουνα από τους ανθρώπους που από την αρωγή πήραν μόνο 2.200 ευρώ. Τώρα περιμένουμε να κάνουμε πάλι τα χαρτιά μας μήπως πάρουμε και άλλα. Περιμένουμε απαντήσεις, πότε θα μπουν τα χρήματα; Του χρόνου;».
Η διακοπή της σίτισης, που ήταν μεγάλη οικονομική ελάφρυνση για τους διαμένοντες στη δομή, ήταν κεραυνός εν αιθρία για όλους.
«Προσπαθούμε να κάνουμε οικονομία για να φτιάξουμε το σπίτι μας, στερούμαστε τα πάντα για να μας μείνει κάτι. Τι νομίζετε πως μας μένει από τον μισθό;» λέει η Αννα Βαλιάκου.
Η ίδια επισημαίνει επίσης πως κάποιοι που έχουν τη δυνατότητα μερίμνησαν να πάρουν φαγητό, αλλά «υπάρχουν ζευγάρια μεγάλης ηλικίας που δεν μπορούν. Προσπαθούν να φτιάξουν δυο αυγά και να πάρουν καμιά κονσέρβα. Ετσι περνάει ο κόσμος».
Γεμάτη κατσαρίδες η δομή Κουτσόχερου
Μία ακόμη πλημμυροπαθής, η Βέρα Τσάτα, μητέρα τριών ανήλικων παιδιών, καλείται επίσης να αντιμετωπίσει μια δυσχερή καθημερινότητα στη δομή του Κουτσόχερου.
«Είμαι τόσους μήνες εδώ, δεν μπορώ να μαγειρέψω, γιατί αν το κάνω ο χώρος είναι τόσο μικρός που βρομάει. Να στέλνω τα παιδιά μου στο σχολείο με βρόμικα ρούχα; Δεν φαντάζεστε πώς βρομάει. Εχουμε κατσαρίδες» περιγράφει η κ. Τσάτα και συνεχίζει:
«Εχουμε πέσει κάτω, έχουμε διαλυθεί. Προσπαθώ να φτιάξω ένα δωμάτιο στο σπίτι μου. Ομως με ένα μισθό και τρία παιδιά δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε. Δεν παλεύεται η κατάσταση εδώ τόσους μήνες. Ο Θεός να μας βοηθήσει, δεν μπορώ άλλο, δεν μπορώ να ταΐζω τα παιδιά μου κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια. Αντιλαμβάνεστε πως έδωσα 35 ευρώ για μια σακούλα πράγματα, έχω παιδιά που πρέπει να φάνε. Κάθεται ο άντρας μου και δουλεύει όλη μέρα για να επιβιώσουμε, έμεινε 45 κιλά. Εχω τρελλαθεί.
Ρωτώντας τη τι χρειάζεται περισσότερο αυτήν τη στιγμή μάς απαντά «λεφτά να φτιάξουμε το σπίτι μας, να βάλω μέσα το κεφάλι μου. Δεν θέλουμε να μείνουμε για πάντα στο κοντέινερ» και ξεσπά:
«Γιατί μας κόβουν το φαΐ, είμαστε για τα σκουπίδια; Εχουμε μικρά παιδιά. Το φαγητό ήταν μια βοήθεια για να μπορούμε να παίρνουμε γάλα. Κανένας δεν ήρθε να μας ρωτήσει τόσο καιρό πώς είμαστε, πώς ζούμε» καταλήγει η κ. Τσάτα.
«Δεν είμαστε εδώ με τη θέλησή μας»
Αλλος κάτοικος της δομής που είχε απευθυνθεί ξανά στην εφημερίδα μας και προτιμά να κρατήσει την ανωνυμία του (τα στοιχεία του βρίσκονται στη διάθεση του Documento) εξομολογείται πως οι άνθρωποι «ζοριζόμαστε» και «δεν είμαστε εδώ με τη θέλησή μας, μας πνίξανε και μας ανάγκασαν να είμαστε εδώ. Είναι δύσκολο για όλους μας».
Ο χώρος όπου αναγκάζονται να ζουν είναι πολύ μικρός και στη διάθεσή τους έχουν μόνο ένα ηλεκτρικό μάτι, ένα μικρό ψυγείο και έναν πολύ μικρό
«Εκεί που θα μαγειρέψουμε, εκεί θα κοιμηθούμε, τα πράγματά μας τι θα γίνουν;» αναρωτιέται.
Ο πρόεδρος Φαρκαδόνας Δημήτρης Κοταρέλας θέτει μέσω του Documento το ερώτημα που αναδεικνύει την ανάγκη για άμεσες και μόνιμες λύσεις:
«Στη δομή υπάρχουν ΑμεΑ και άτομα με πολύ σοβαρά προβλήματα που δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν. Τελειώνει ο μήνας και ερχόμαστε πάλι στο μηδέν. Η σίτισή τους πώς θα συνεχιστεί;».
Ελένη Καρανικόλα Κοντορούση