Ο Αντώνης Καλκαβούρας σχολιάζει τους δύο ημιελικούς του Stoiximan Super Cup κι επιχειρεί να προβλέψει τι ματς θα δούμε στον τρίτο διαδοχικό «αιώνιο» τελικό του θεσμού κι αν αυτός θα διαφέρει από τους δύο προηγούμενους που κατέληξαν εύκολα στους «ερυθρόλευκους».
Οι απουσίες εκατέρωθεν σημαντικές και διόλου ευκαταφρόνητες. Από την μία η πιο σημαντική μετεγγραφή του καλοκαιριού (Λορέντζο Μπράουν), ο τραυματίας Αντετοκούνμπο και ο σχεδόν άρτι αφιχθείς Οσμάν, που έμεινε εκτός 7άδας των ξένων του Παναθηναϊκού και από την άλλη οι δύο «κολώνες» του Ολυμπιακού μέσα στην ρακέτα (Φαλ και Μιλουτίνοφ), αλλά και ο ανέτοιμος ΜακΚίσικ.
Η ανετοιμότητα και των δύο, αναφορικά με το πόσο ψηλά έχουν βάλει, αμφότεροι, τον πήχη της εφετινής σεζόν, δεδομένη και εμφανής. Πολύ νωρίς, όμως, όπως άλλωστε πέρυσι και πρόπερσι (2/2 για τους «ερυθρόλευκους»), οι «αιώνιοι αντίπαλοι» καλούνται να αναμετρηθούν για τον λιγότερο σημαντικό τίτλο της σεζόν, σε ένα ματς που, ωστόσο, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το κλίμα και την ψυχολογία στο εκάστοτε στρατόπεδο, παραμονές της πρεμιέρας σε Euroleague και Stoiximan Basket League.
Ο Αντώνης Καλκαβούρας σχολιάζει τους δύο ημιελικούς του Stoiximan Super Cup κι επιχειρεί να προβλέψει τι ματς θα δούμε στον τρίτο διαδοχικό «αιώνιο» τελικό του θεσμού κι αν αυτός θα διαφέρει από τους δύο προηγούμενους που κατέληξαν εύκολα στους «ερυθρόλευκους».
Προσωπικά και με βάση την εικόνα που παρουσίασαν στους ημιτελικούς, δεν πιστεύω ότι θα δούμε ένα τελικό που θα μοιάζει στους δύο προηγούμενους. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι δεν βλέπω πως μία ομάδα θα πάρει το τρόπαιο με διαφορές όπως πέρυσι (75-51 με MVP τον Λαρεντζάκη) και πρόπερσι (67-52 με MVP τον Φαλ) η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα.
Κι αυτό γιατί και οι δύο δεν είναι ακόμη τόσο σκληροί όσο θέλουν να γίνουν οι προπονητές τους, στο αμυντικό κομμάτι (για τους Πειραιώτες, ειδικά, το κενό του Φαλ είναι πολύ σημαντικό), ενώ δεν έχουν αποκτήσει ακόμη τους αναγκαίους αυτοματισμούς και την διάρκεια στην επίθεση αλλά και στην δημιουργία (εδώ καθοριστική είναι η απουσία του Μπράουν για τους «πράσινους»).
Πιθανότατα, λοιπόν, θα πάμε στο πρώτο εφετινό «αιώνιο» ντέρμπι (θα γίνουν μίνιμουμ 9 και μάξιμουμ 16 σε όλες τις διοργανώσεις, οπότε θα τα χορτάσουμε με την ψυχή μας), με την συναρπαστική προοπτική ότι θα δούμε ένα ματς, πολύ ανοιχτό σε κάθε πρόβλεψη.
Οι Πειραιώτες δείχνουν ότι στην παρούσα φάση, έχουν περισσότερες επιθετικές λύσεις, ωστόσο, ακόμη ψάχνονται και δείχνουν αρκετά ευάλωτοι στην άμυνα κοντά στο καλάθι. Ίσως το γεγονός ότι ζορίστηκαν πολύ από το σαφώς πιο έτοιμο (από τον Άρη), Περιστέρι, ίσως να τους προσδώσει επιπλέον συγκέντρωση σε σύγκριση με τους πρωταθλητές Ευρώπης, που για την ώρα δεν είχαν μεγάλη αντίσταση και προκρίθηκαν χωρίς να πιεστούν και να πιάσουν μεγάλα επίπεδα απόδοσης.
Ολυμπιακός: Ζορίστηκε και πέρασε από τα επιθετικά ριμπαουντ!
Στον δεύτερο ημιτελικό, δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι ο σύλλογος των δυτικών προαστίων με τις 8 νέες προσθήκες, νέο προπονητή και αισθητά χαμηλότερο budget, ήταν η ομάδα που κέρδισε τις εντυπώσεις. Κι αυτό γιατί ηττήθηκε στις λεπτομέρειες και έβαλε στον μεγάλο της αντίπαλο πολλά προβλήματα και τον έφερε στα όρια του, μέχρι να λυγίσει την αντίσταση της και να πάρει στο τελευταίο πεντάλεπτο την πρόκριση στο τρίτο σερί τελικό σε Super Cup.
Με εντυπωσιακό ξεκίνημα, πολύ γρήγορη κίνηση στην επίθεση και εξαιρετική κυκλοφορία, η ομάδα του Γιώργου Λιμνιάτη συμπλήρωσε σχεδόν 6 λεπτά με ισάριθμες ασίστ και μηδέν λάθη (11-17 στο 5’48”), αναγκάζοντας τον Μπαρτζώκα να χαμηλώσει το αρχικό του σχήμα (έπαιξε με τον Φουρνιέ στο “2” και τον Παπανικολάου στο “3”).
Οι «ερυθρόλευκοι» υποχρεώθηκαν να πιέσουν στην άμυνα και να ψάξουν λίγο καλύτερα (στην επίθεση) για την καλύτερη δυνατή εκτέλεση και είχαν ένα διάστημα που έκρυψαν την μπάλα μπροστά και πίσω. Το επιμέρους 18-2 σκορ (με 6 λάθη και 0/10 σουτ για τους Περιστεριώτες), μας έδωσε μία πρώτη γεύση για το πόσο μεγάλη ευχέρεια έχει το εφετινό ρόστερ της ομάδας του Πειραιά, που πήγε την διαφορά μέχρι και το +12 (34-22 στο 15’11”), πριν χαλαρώσει αδικαιολόγητα.
Το Περιστέρι των 17 πόντων στο πρώτο 6λεπτο, πετυχε άλλους τόσους στο υπόλοιπο του 2ου μέρους και μείωσε στο -7 στην ανάπαυλα, αλλά στο 2ο μέρος επέστρεψε αποφασισμένο να δείξει ότι έχει εξαιρετική τεχνική κατεύθυνση και ότι με τις σωστές προσαρμογές, μπορεί να κάνει ζημιές.
Το 3ο δεκάλεπτο που έκαναν οι παίκτες του ίσως να μην το ξαναδούμε μεμονωμένα σε κάποιο εφετινό ματς των «κυανοκίτρινων». Με 4/4 τρίποντα και 10/11 σουτ, πήγαν από το -12 στο +8 (53-61 στο 27’32”), καλύπτοντας απόσταση 20 πόντων και ουσιαστικά ανάγκασαν τον Ολυμπιακό να πάει σε κλεφτοπόλεμο για να μην κινδυνεύσει με γκέλα ολκής στην επίσημη εφετινή πρεμιέρα.
Το σχήμα με τους τρεις κοντούς (Γουόκαπ, Γουίλιαμς-Γκος και Βιλντόζα) αύξησε πολύ την ευχέρεια των Πειραιωτών στην αμυντική πίεση και αντίστοιχα προσέδωσε ταχύτερη μετακίνηση της μπάλας στην επίθεση. Κάπως έτσι τα 4/16 σουτ του Περιστερίου και η αξιοποίηση του Πετρούσεφ (18π. & 9ρ. με 7/8 σουτ σε 24’) μέσα στο «ζωγραφιστό» , επέτρεψαν στον Ολυμπιακό να προσπεράσει και στο τελευταίο πεντάλεπτο να έχει την ευκαιρία να νικήσει ακόμη και με μεγαλύτερη διαφορά από το τελικό 79-74.
Ας όψεται, όμως, η απελπιστική του αστοχία πίσω από τα 6,75 (7/32 τριπ.) σε πολλά ελεύθερα (3/21 είχαν οι Βιλντόζα, Γουόκαπ, Ντόρσεϊ και Γουίλιαμς-Γκος). Καλύτερος όλων ήταν μακράν ο Βεζένκοβ (20π. & 4ρ. με 8/11 σουτ σε 23’), βοήθησε ο Γουίλιαμς-Γκος, ενώ μέτρια εικόνα είχαν οι Φουρνιέ και Πίτερς.
Από τους «πρίγκηπες της δυτικής όχθης» που είχαν 4 ασίστ (21) περισσότερες από τον αντίπαλό τους, εξαιρετικοί ήταν και οι τέσσερις Αμερικανοί (Κόφι, Έντι, Κάρμπερι και Πάτον), τα λόγια είναι περιττά για την βοήθεια που παρέχει ο 40χρονος Βασίλης Ξανθόπουλος (2π., 6ας. & 3κλ.), ενώ θα ήταν άδικο να κριθούν αυστηρά – λόγω της κακής και μέτριας απόδοσης αντίστοιχα – που είχαν ο Αβδάλας (0/6 σουτ σε 14') με τον Ζούγρη (3π., 7ρ. & 2κλ. σε 13'). Το ότι έχουν σημαντικό ρόλο στο rotation και ότι τους πιστεύει ο coach, σημαίνει ότι πρώτον το έχουν κερδίσει και δεύτερον θα το δείξουν πολύ σύντομα.
Παναθηναϊκός: 20 λεπτά μπάσκετ ήταν αρκετά!
Στο ματς που άνοιξε την αυλαία της διοργάνωσης, οι «πράσινοι» μπήκαν χαλαρά στο ματς και λίγο η ραθυμία τους αλλά και η πίεση του Άρη στην μπάλα (μαζί με τα 4/6 τρίποντα από Μποχωρίδη και Μαντζούκα στα πρώτα 9 λεπτά), είχαν ως αποτέλεσμα να δούμε μία πολύ ισορροπημένη πρώτη περίοδο (20-20), παρ’ ότι οι Ναν και Λεσόρ δεν είχαν αντίπαλο (πέτυχαν τους 14 από τους 20 πόντους της ομάδας τους).
Η είσοδος του Σλούκα, όμως, που προσέδωσε ορθολογικό παιχνίδι, το ψηλό σχήμα με Καλαϊτζάκη (πολύ θετικός όσο έπαιξε) και Παπαπέτρου στην περιφέρεια και η πολύ ζωηρή παρουσία του Γιούρτσεβεν (στα ριμπάουντ και τα τελειώματα κοντά στο καλάθι), άλλαξε πολύ γρήγορα την εικόνα του αγώνα. Σταδιακά, η διαφορά έφτασε σε διψήφια επίπεδα (44-30 ημιχ.), με τον Άρη να παρουσιάζει αδυναμία στο set παιχνίδι και να έχει 0/8 τρίποντα στην 2η περίοδο και συνολικά τέσσερα εύστοχα δίποντα.
Στην 3η περίοδο, οι πρωταθλητές επέστρεψαν στο παρκέ με κεκτημένη ταχύτητα από το τελείωμα του 1ου μέρους και τα δύο «πάρε-βάλε» τρίποντα του Ναν (16π. με 4/10 τριπ.) από ασίστ του Μήτογλου και του Σλούκα (ήταν επιδραστικός με 9π. & 3ασ. στα 14 λεπτά που χρησιμοποιήθηκε), πήγαν την απόσταση των δύο ομάδών κοντά στους 20 πόντους.
Ήταν τόσο εμφανής η αμυντική ανετοιμότητα του «αυτοκράτορα» και τόσο η μεγάλη η ανωτερότητα του «τριφυλλιού» σε εμπειρία και ποιότητα, που από το 25ο λεπτό και μετά, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που πίστευαν ότι το ματς δεν είχε κριθεί.
Και αυτό όχι γιατί ο Παναθηναϊκός «πετούσε φωτιές», αλλά κυρίως γιατί οι Θεσσαλονικείς έδειξαν ότι χρειάζονται ακόμη χρόνο (ενδεχομένως και κάποια αλλαγή), για να φτάσουν στο επιθυμητό σημείο απόδοσης. Σκεφτείτε ότι ο Τολιόπουλος (3π., 4ασ. & 2κλ. με 1/5 σουτ σε 24’) έπαιξε σχεδόν τραυματίας, απόντες ήταν δύο σημαντικοί παίκτες, όπως ο Χοτζ και ο Λαζέφσκι, ενώ μιλάμε για μία ομάδα που το καλοκαίρι είχε 11 προσθήκες (8 ξένοι) και 12 αποχωρήσεις!
Για του λόγου το αληθές, μάλιστα, κάποια στιγμή πριν τελειώσει το 3ο δεκάλεπτο, η ομάδα του Γιάννη Καστρίτη μετρούσε περισσότερα λάθη (14) από τελικές πάσες (13) και πλην του έμπειρου και πολύ ορεξάτου Μποχωρίδη (16π., 2ρ., 2ασ. & 2κλ.με 6/8 σουτ σε 20’) και τους μαχητικούς Μπανκς (11π., 3ρ. & 2κοψ. με 3/3 σουτ σε 17’) και Χατζηδάκη (10π. & 2ρ. με 3/4 σουτ σε 12’), δεν είχε άλλους ουσιαστικούς διακριθέντες.
Στο ανώτατό της σημείο, η διαφορά έφτασε το +23 (69-46 στο 31’ και 75-52 και στο 33’), αλλά κάπου εκεί η ομάδα του Αταμάν, απολύτως φυσιολογικά, κατέβασε ρυθμούς κι έτσι οι «κιτρινόμαυροι» μπόρεσαν να τρέξουν ένα επιμέρους σκορ 6-16 στα τελευταία 6’50” και να μειώσουν στο τελικό 81-68!
Υγ.1: Τα 11 ριμπάουντ του Ομέρ Γιούρτσεβεν σε 15’28” στο παρκέ, είναι πολύ εντυπωσιακό νούμερο.
Υγ.2: Το μπράβο στον 17χρονο ταλαντούχο Βεροιώτη guard του Άρη, Βασίλη Πουρλίδα, είναι διπλό! Όχι μόνο γιατί είχε 2/2 τρίποντα στα τελευταία 1’54” του ημιτελικού με τον Παναθηναϊκό, όσο κυρίως γιατί δεν «φοβήθηκε» και πήρε με άνεση και τα δύο σουτ!
Αντώνης Καλκαβούρας