Η Βουλγαρική χύμα αλκοόλη και οι Μπόμπες στα μπάρ της Αθήνας

Το λαθρεμπόριο μεγάλων φορτίων αυθυλικής αλκοόλης στα σύνορα Ελλάδας-Βουλγαρίας, τα σημαντικά έσοδα που χάνει το Δημόσιο και τα οριακά επιχειρήματα που ακούγονται στα δικαστήρια.

 

Το βουλγαρικό λαθραίο αλκοόλ δεν σταματά να ταλαιπωρεί την ελληνική αγορά. Η ζήτηση είναι τεράστια, το ίδιο και το περιθώριο κέρδους, ενώ στη νομοθεσία υπάρχουν γκρίζες ζώνες που συνήθως λειτουργούν υπέρ των λαθρεμπόρων, οι οποίοι συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους.

 

Η Οικονομική Αστυνομία έχει εξαρθρώσει τα τελευταία χρόνια δίκτυα που εισάγουν από τη Βουλγαρία σημαντικά φορτία λαθραίας αιθυλικής αλκοόλης, η οποία καταλήγει σε παράνομα -κατά κύριο λόγο – εργαστήρια ποτοποιίας. Τα ποτά παρασκευάζονται σε αποθήκης στη Δυτική Αττική και πάνω στα μπουκάλια τοποθετούνται ετικέτες-αντιγραφές γνωστών εταιρειών.

 

Το περασμένο καλοκαίρι εξετάστηκε στα διοικητικά δικαστήρια μία τέτοια υπόθεση εισαγωγής φορτίου αλκοόλης και από στοιχεία του φακέλου που είδε το NEWS24/7 προκύπτουν λεπτομέρειες για το παράνομο αλκοόλ που παρασκευάζεται και καταναλώνεται στην Ελλάδα.

 

Την υπόθεση, η οποία εκτυλίχθηκε στα σύνορα Ελλάδας-Βουλγαρίας, είχε χειριστεί το ΣΔΟΕ. Σε φορτηγό-ψυγείο διεθνών μεταφορών βρέθηκαν 24 πλαστικές δεξαμενές, χωρητικότητας 1.000 λίτρων η καθεμία, γεμάτες με άγνωστο υγρό. Από την εξέταση στη Χημική Υπηρεσία της Θεσσαλονίκης προέκυψε πως ήταν αιθυλική αλκοόλη (οινόπνευμα), 95-96 βαθμών.

 

Ο οδηγός του φορτηγού ισχυρίσθηκε ότι μετέφερε διάλυμα καθαρισμού επίπλων και σύμφωνα με όσα περιγράφονται στον φάκελο, είπε ότι τού είχε προτείνει το δρομολόγιο ένας συνάδελφός του χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει τον αποστολέα του φορτίου.

 

 

Πιο ειδικά, αναφορικά με τις λεπτομέρειες και τον τόπο παράδοσης των εμπορευμάτων, ο οδηγός είπε ότι θα τον ενημέρωνε καθ’ οδόν τηλεφωνικώς «κάποιος Βούλγαρος». Ο ίδιος επέδειξε στους ελεγκτές τα φορτωτικά έγγραφα, τα οποία όμως είχαν ημερομηνίες έκδοσης αρκετά προγενέστερες του ελέγχου στα σύνορα.

 

Στις φορτωτικές και στο τιμολόγιο αναφερόταν ως περιγραφή του εμπορεύματος “Solution for cleaning furniture”. Ως αποστολέας εμφανιζόταν μια βουλγαρική ΕΠΕ και ως παραλήπτης μια ελληνική. Στον φάκελο περιγράφεται ότι οι εταιρείες αναζητήθηκαν και το αποτέλεσμα δεν εξέπληξε κανέναν -η πρώτη εταιρεία φέρεται ότι δεν είχε καμία δραστηριότητα στη Βουλγαρία για τουλάχιστον πέντε χρόνια, ενώ η δεύτερη ήταν ανύπαρκτη.

 

Οι τελωνειακοί βεβαίωσαν ότι ο οδηγός «διακίνησε την κατασχεθείσα ποσότητα 24.000 λίτρων της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολικού τύπου 96%, χωρίς να διαθέτει τα απαραίτητα συνοδευτικά τελωνειακά και φορολογικά μεταφορικά έγγραφα […] κατά συνέπεια στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση της λαθρεμπορίας», όπως σημειώνεται στην πράξη του διοικητικού καταλογισμού.

 

Εκτός του ποινικού σκέλους της υπόθεσης, στον οδηγό, ο οποίος θεωρήθηκε υπαίτιος λαθρεμπορικής παράβασης, καταλογίστηκε τέλος τριπλάσιο των διαφυγόντων δασμών και φόρων, δηλαδή περίπου 2,1 εκατ. ευρώ. Ο οδηγός είπε ότι δεν είχε δόλο και ισχυρίστηκε ότι κατά τη φόρτωση των δεξαμενών ήταν παρών και δεν αντιλήφθηκε το παραμικρό που θα μπορούσε να τον υποψιάσει. Επιπλέον, είπε ότι αργότερα στο δρομολόγιο για τον Προμαχώνα, στην καμπίνα του φορτηγού δεν υπήρχε καμία μυρωδιά αλκοόλης.

 

Σε άλλο σημείο της προδικασίας, πάντως, ο ίδιος είχε δώσει μια διαφορετική εκδοχή για τη σειρά των γεγονότων πριν από την κατάσχεση του φορτίου. Υποστήριξε ότι η φόρτωση του οχήματος έγινε χωρίς την παρουσία του, μάλιστα είπε ότι ένας Βούλγαρος υπάλληλος της προμηθεύτριας εταιρείας, του ζήτησε να αφήσει το φορτηγό του στην πύλη και το οδήγησε στο εσωτερικό, όπου έγινε η φόρτωση, χωρίς να βρίσκεται ο ίδιος μπροστά.

 

Δεν αποκλείεται να είχε γίνει κάπως έτσι. Τα παράνομα φορτία αποδίδουν τεράστια κέρδη στο δίκτυο και πολλές φορές οι ιστορίες κατάσχεσης έχουν κινηματογραφικές λεπτομέρειες. Σε παλαιότερη υπόθεση κατάσχεσης 22 τόνων αλκοόλης, επίσης στον Προμαχώνα, ο οδηγός είχε εγκαταλείψει το φορτηγό στη «νεκρή ζώνη» των συνόρων, μεταξύ του βουλγαρικού και του ελληνικού τελωνείου, και εξαφανίστηκε. Δεν εξακριβώθηκε από ποιον είχε ενημερωθεί ότι θα γινόταν έλεγχος στο φορτηγό από τους Έλληνες τελωνειακούς.

 

 

Η ΑΛΚΟΟΛΗ ΕΞΑΤΜΙΣΤΗΚΕ

 

Κατά κανόνα, τα βουλγαρικά φορτία αλκοόλης εισάγεται στην Ελλάδα με εικονικά παραστατικά μέσω του Προμαχώνα. Γι’ αυτόν τον λόγο ιδρύεται κάθε χρόνο άγνωστος αριθμός εταιρειών-κελύφη στις δύο πλευρές των συνόρων. Τα φορτία διασχίζουν τα -ευρωπαϊκά- σύνορα και καταλήγουν στα παράνομα εργαστήρια παρασκευής και τυποποίησης των φιαλών, στερώντας σημαντικά έσοδα από το ελληνικό Δημόσιο.

 

Στο μεταξύ, από τις υποθέσεις που φτάνουν στις δικαστικές αίθουσες προκύπτει στα χέρια της διωκτικών Αρχών βρίσκονται συνήθως τα «μικρά ψάρια» του δικτύου. Σχεδόν ποτέ δεν ζητείται επέκταση της έρευνας στην αφετηρία της ιστορίας, δηλαδή τις αποθήκες και τα εργαστήρια στη γειτονική χώρα, κυρίως στην επαρχία του Μπλαγκόεβγκραντ.

 

Άνθρωποι που γνωρίζουν την ιστορία του λαθρεμπορίου αλκοόλ εξηγούν ότι υπάρχει ένα σημαντικό κενό ασφαλείας. Η αλκοόλη απαλλάσσεται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, μόνο εφόσον προορίζεται για την παρασκευή παρα-ιατρικών προϊόντων, για παράδειγμα αντισηπτικών τζελ. Η νομοθεσία λέει ότι πρέπει το ποσοστό της αλκοόλης να αναγράφεται στην ετικέτα του σκευάσματος, ανεξάρτητα αν ανιχνεύεται ή όχι στο τελικό σκεύασμα.

 

Υπήρξαν, όμως, περιπτώσεις που οι δηλωμένες ποσότητες αγοράς αλκοόλης δεν ταίριαζαν με το στοκ σε αποθήκες που ελέγχθηκαν. Οι υπεύθυνοι της παραγωγής ισχυρίστηκαν ότι η διαφορά προκύπτει από την ανάλωση κατά την παραγωγική διαδικασία των παρα-ιατρικών φαρμάκων (ζυμώσεις, χημικές αντιδράσεις κλπ).

 

Πιο απλά, ο ισχυρισμός τους ήταν ότι η αφορολόγητη αλκοόλη εξατμίστηκε στη φάση της παρασκευής. Το παραπάνω έχει γίνει δεκτό σε ποινικά δικαστήρια.