Ένα χρόνο λιγότερο ζουν όσοι πίνουν ένα ποτό την ημέρα

Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι ένα ποτήρι κρασί την ημέρα κάνει καλό. Ακόμη και καρδιολόγοι συστήνουν μία μικρή ποσότητα ουίσκι, η οποία χαλαρώνει τον οργανισμό και απομακρύνει αιφνίδιους καρδιαγγειακούς κινδύνους.

 

 

Τώρα, βρετανοί επιστήμονες ισχυρίζονται ότι κάθε ποτό μάς κόβει και ώρες από τη ζωή. «Σε έρευνα που έγινε σε 600.000 άτομα που έπιναν από 10 έως 15 αλκοολούχα ποτά την εβδομάδα, φάνηκε ότι είχαν μικρότερο προσδόκιμο επιβίωσης από ένα έως δύο χρόνια. Για περισσότερα από 18 ποτά την εβδομάδα το προσδόκιμο ζωής μικραίνει κατά τέσσερα έως πέντε χρόνια», αναφέρει η επιστημονική επιθεώρηση The Lancet. Η έρευνα είχε και μεγάλη ελληνική συμμετοχή

 

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα 'Αντζελα Γουντ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, ανασκόπησαν δεδομένα από 83 μελέτες που αφορούσαν συνολικά περίπου 660.000 άτομα σε 19 χώρες. Ως ανώτατο ασφαλές όριο κατανάλωσης αλκοόλ βρέθηκαν να είναι τα πέντε ποτήρια κρασιού την εβδομάδα ή περίπου 100 γραμμάρια καθαρού αλκοόλ. Οποιοδήποτε ποτό πέρα από αυτό το όριο συνδέεται με μειωμένο προσδόκιμο ζωής.

 

Έτσι, ένας 40χρονος που πίνει 100 έως 200 γραμμάρια αλκοόλ την εβδομάδα, χάνει έως έξι μήνες ζωής, με 200 έως 350 γραμμάρια αλκοόλ χάνει ένα έως δύο χρόνια, ενώ για πάνω από 350 γραμμάρια αλκοόλ εβδομαδιαίως χάνει τέσσερα έως πέντε χρόνια ζωής. Όσο περισσότερο πίνει κανείς, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος εγκεφαλικού, ανευρύσματος, υπέρτασης, καρδιακής ανεπάρκειας και πρόωρου θανάτου. Μόνο για τα μη θανατηφόρα εμφράγματα φαίνεται το αλκοόλ να μικραίνει ελαφρά τον κίνδυνο.

 

Συγκεκριμένα, για κάθε πέντε παραπάνω ποτά την εβδομάδα υπολογίσθηκε ότι ο κίνδυνος εγκεφαλικού αυξάνεται κατά 14%, θανατηφόρας υπέρτασης κατά 24%, καρδιακής ανεπάρκειας κατά 9% και θανατηφόρου αορτικού ανευρύσματος κατά 15%. «Το μήνυμα-κλειδί από τη νέα μελέτη είναι ότι αν ήδη πίνετε αλκοόλ, το να πιείτε λιγότερο, θα σας βοηθήσει να ζήσετε περισσότερο και να μειώσετε τον κίνδυνο για σοβαρές καρδιαγγειακές καταστάσεις» δήλωσε η Γουντ.

 

Από ελληνικής πλευράς, στην έρευνα συμμετείχαν η Παγώνα Λάγιου (Πανεπιστήμιο Αθηνών-Ελληνικό Ίδρυμα Υγείας-Χάρβαρντ), ο καθηγητής Δημοσθένης Παναγιωτάκος (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών), η καθηγήτρια Αντωνία Τριχοπούλου (Πανεπιστήμιο Αθηνών-Ελληνικό Ίδρυμα Υγείας) και η 'Αννα Καρακατσάνη (Πανεπιστήμιο Αθηνών-Ελληνικό Ίδρυμα Υγείας).
 

reader.gr