Η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στην επενδυτική βαθμίδα ΒΒΒ- από ΒΒ+ από τον Οίκο Standard and Poor’s το βράδυ της Παρασκευής ήταν μεν μια θετική εξέλιξη ωστόσο δεν πρέπει να μας δημιουργεί αυταπάτες. Η ελληνική οικονομία δεν έχει κατ’ ουσίαν θετικό πρόσημο. Αύξηση 4,4 δισ. ευρώ εμφάνισε στο α’ εξάμηνο του 2023 το χρέος της κεντρικής διοίκησης, με αποτέλεσμα το γενικό χρέος να διαμορφωθεί στα 404,68 δισ. ευρώ (από 400,27 δισ. ευρώ στο τέλος του 2022).
Τα 404 δισ. ευρώ αποτελούν το μεγαλύτερο νούμερο που έχει καταγραφεί ιστορικά (σ.σ.: στο δεύτερο τρίμηνο του 2021 το αντίστοιχο ποσό ήταν 386,8 δισ. ευρώ και στο β’ τρίμηνο του 2022 ήταν 394,18 δισ. ευρώ), ενώ η αύξηση αποδίδεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στο βραχυπρόθεσμο χρέος (με περίοδο αποπληρωμής έως ένα έτος), το οποίο έφτασε πλέον στα 71,38 δισ. ευρώ. Η αρνητική αυτή εικόνα της ελληνικής οικονομίας ενισχύεται από το γεγονός ότι σε υψηλά επίπεδα αναμένεται να παραμείνουν τα επιτόκια δανεισμού σε ευρώ για το υπόλοιπο του 2023 ιδίως μετά τις αυξήσεις των επιτοκίων της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας.
Η πραγματικότητα αυτή δημιουργεί ολοένα και μεγαλύτερη έλλειψη ρευστότητας στην ήδη ασφυκτιούσα ελληνική αγορά που έχει μάθει να κινείται στα δύσκολα. Η κατάσταση χειροτερεύει ακόμη περισσότερο με την αυξανόμενη ακρίβεια που μαστίζει τα ελληνικά νοικοκυριά η οποία αναμένεται να κινηθεί σε καλπάζουσα μορφή με την χερσαία εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα και την ανατίμηση καυσίμων, ενέργειας και βασικών προϊόντων. Είναι θεωρώ σαφή τα συμπεράσματα την παρούσα χρονική περίοδο και βοηθάει να είμαστε πραγματιστές.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΑΓΑΡΑ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΔΙΕΘΝΟΛΟΓΟΣ
Πρ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΠΑΣΟΚ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ