Από το Αίγιο στην Αθήνα, από την Αρχαιολογία στο σανίδι, από την αναζήτηση της ιστορίας στις ανασκαφές, στην αναζήτηση της ανθρώπινης αλήθειας μέσα από την τέχνη της υποκριτικής. Η Μαρία Καλλιμάνη είναι μια ηθοποιός με βάθος, με διαδρομή που χαράχτηκε όχι από συμπτώσεις, αλλά από επιλογές. Από μικρή ήξερε τι σημαίνει προσπάθεια, τι σημαίνει να στέκεσαι όρθιος μέσα στις δυσκολίες, να βρίσκεις το φως ακόμα και μέσα στην απώλεια.
Μεγαλωμένη σε μια οικογένεια που εκτιμούσε τη γνώση, σ' ένα σπίτι γεμάτο βιβλία, έμαθε από νωρίς πως η μόρφωση δεν είναι μόνο ακαδημαϊκή, αλλά και βιωματική. Όταν είδε μια παράσταση στο θέατρο Εμπρός, ένιωσε ότι κάτι μέσα της άλλαξε ανεξίτηλα. Δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ. Η υποκριτική δεν ήταν πλέον μια απλή περιέργεια, αλλά ένας δρόμος που έπρεπε να περπατήσει.
Το θέατρο έγινε για εκείνη καταφύγιο και πεδίο εξερεύνησης. Η απώλεια του πατέρα της σημάδεψε τη ζωή της και, όπως λέει, αν δεν είχε συμβεί, ίσως να μην είχε μπει ποτέ στο θέατρο. Ήταν μια εμπειρία οδυνηρή, αλλά μέσα από αυτή βρήκε το δικό της μονοπάτι, έναν χώρο όπου οι πληγές γίνονται τέχνη και η προσωπική αλήθεια συναντά την αλήθεια των ρόλων.
Σήμερα, με μια πορεία γεμάτη δυνατές ερμηνείες στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, παραμένει μια καλλιτέχνις που δεν βάζει ταμπέλες στον εαυτό της. Για εκείνη, η επιτυχία είναι αντοχή, υπομονή, επιμονή. Είναι εκείνη η μαγική στιγμή που ένας άγνωστος στον δρόμο θα της πει έναν καλό λόγο, που ένας συνάδελφος θα της δείξει αλληλοσεβασμό. Η καλοσύνη, λέει, είναι πολιτική θέση – και πρέπει να είναι ενεργητική, όχι παθητική.
Με αφορμή τη συμμετοχή που έχει στην ταινία «Κρέας»*, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Δημήτρη Νάκου, μιλάει στο ethnos.gr για την ελληνική κοινωνία, τη συγκάλυψη, την πατριαρχία, τη δικαιοσύνη, αλλά και για το πώς η τέχνη φωτίζει τις πιο σκοτεινές μας πτυχές.
Η ταινία «Κρέας» θίγει θέματα ηθικής ευθύνης και συγκάλυψης. Πιστεύετε ότι η ελληνική κοινωνία έχει μια τάση να συγκαλύπτει αλήθειες για χάρη της «τιμής» ή της «οικογένειας»;
Στην ταινία παρακολουθούμε τις προσπάθειες μιας οικογένειας να συγκαλύψουν τον φόνο, προκειμένου να μην πάει φυλακή το παιδί τους. Ο μικρόκοσμος της οικογένειας αντανακλά τα συμπτώματα της ευρύτερης κοινωνίας. Με αφορμή τον φόνο, βγαίνουν στην επιφάνεια οι παθογένειες της οικογένειας, τα μυστικά και τα ψέμματα του καθενός. Στην ελληνική κοινωνία, το θέμα της απόδοσης δικαιοσύνης είναι εξαιρετικά επίκαιρο και ευαίσθητο. Υπάρχει μία γενική παραδοχή ότι δεν λειτουργεί σωστά το σύστημα και ότι δεν αποδίδεται δικαιοσύνη. Χωρίς δικαιοσύνη και την εφαρμογή των νόμων, οι πολίτες μιας χώρας δε μπορούν ούτε να προκόψουν, ούτε να ευτυχήσουν. Η δημοκρατία απειλείται.
Στην ιστορία βλέπουμε έναν πατριάρχη να πρέπει να πάρει μια μοιραία απόφαση. Η έννοια της πατριαρχίας και της οικογενειακής ιεραρχίας παραμένει τόσο ισχυρή σήμερα στη χώρα μας και ειδικά στην επαρχία;
Ο πατέρας της οικογένειας αναγκάζεται να πάρει κάποιες αποφάσεις αλλά η μητέρα είναι αυτή που όταν τα πράγματα κωλυσιεργούν, αναλαμβάνει δράση και παίρνει τα πράγματα στα χέρια της. Κατά την γνώμη μου, η έννοια της πατριαρχίας δε παραμένει τόσο ισχυρή στη χώρα μας όσο παλαιότερα, αλλά σαφώς υπάρχουν ακόμα τα κατάλοιπα της ανδροκρατούμενης κοινωνίας. Θλιβερή απόδειξη είναι οι περιπτώσεις κακοποίησης γυναικών τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στην επαρχία. Και στην καθημερινότητα όμως, μικρά μεμονωμένα περιστατικά βίας και «macho» νοοτροπίας, δυστυχώς καταδεικνύουν ότι χωρίς παιδεία και ψυχική μόρφωση τέτοια φαινόμενα θα επαναλαμβάνονται διαρκώς.
Ο χαρακτήρας του Χρήστου, ενός νεαρού μετανάστη που μεγαλώνει μέσα σε μια ελληνική οικογένεια αλλά παραμένει ξένος, ανοίγει μια συζήτηση για την ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία. Η ταινία καταφέρνει να σχολιάσει αυτό το ζήτημα μ' έναν δυνατό τρόπο;
Ο Χρήστος, αλβανικής καταγωγής, είναι το ψυχοπαίδι της οικογένειας. Μάλιστα ο Τάκης, ο πατέρας, φαίνεται να εμπιστεύεται και να τον θαυμάζει πιο πολύ από τον γιο του, τον Παύλο. Είναι ο ξένος, αλλά είναι μετανάστης δεύτερης γενιάς, με όνειρα και δυνατότητες να φτιάξει τη ζωή του. Στα δύσκολα βέβαια, όπως είναι ο φόνος, προσπαθούν να τον εξαγοράσουν και να τον πείσουν ν' αναλάβει αυτός την ευθύνη. Αυτό που βρίσκω πολύ ενδιαφέρον στην ταινία είναι ότι δεν ηθικολογεί, δε κρίνει τους χαρακτήρες, οι καλοί και οι κακοί, αλλά ξετυλίγει μπροστά στα μάτια μας με δυνατή κινηματογραφική γλώσσα, τα συμπτώματα μια μικρής κοινωνίας που νοσεί.
Πώς προσεγγίσατε την ηρωίδα σας και αν μπορούσατε ν' αλλάξετε κάτι στον χαρακτήρα της, τι θα ήταν αυτό;
Με τον Δημήτρη Νάκο, μιλήσαμε πολύ για τον χαρακτήρα της Ελένης, στη διάρκεια των προβών, σε σχέση φυσικά με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και το κοινωνικό της περίγυρο. Είναι μία γυναίκα κουρασμένη από τις επιπόλαιες επιχειρηματικές κινήσεις του άντρα της, όχι ιδιαίτερα ευτυχισμένη μέσα στο γάμο της. Υπερπροστατευτική κάποιες φορές με τον γιο της, ως αντίβαρο στην απαξιωτική συμπεριφορά του άντρα της απέναντι στο παιδί τους. Εγκλωβισμένη μέσα σε μια κλειστή κοινωνία. Αν κάτι θα άλλαζα, πριν να είναι αργά, θα ήταν ο τρόπος που μεγαλώνουν το παιδί τους. Και οι δύο γονείς, ανίκανοι να ωριμάσουν πραγματικά, καθένας μόνος του αλλά και μέσα στην σχέση τους, κακομαθαίνουν και ταυτόχρονα ευνουχίζουν το παιδί τους.
Το «Κρέας» ήταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Δημήτρη Νάκου. Πώς ήταν η συνεργασία μαζί του και τι σας εντυπωσίασε στη σκηνοθετική του προσέγγιση;
Με τον Δημήτρη συνεργάζομαι για τρίτη φορά. Έχουμε δουλέψει μαζί στις μικρού μήκους ταινίες του, «Κατάψυξη» και «11:20». Ο Δημήτρης είναι ένας σκηνοθέτης που ενώ γνωρίζει πολύ καλά το θέμα που κάθε φορά προσεγγίζει, που ενώ ξέρει τι θέλει, δίνει χώρο στον ηθοποιό, τον καθιστά συνδημιουργό. Το σενάριο είναι πολύ δυνατό, ειναι μια ιστορία με στοιχεία crime, με αρχή, μέση και τέλος, που μου κέντρισε από την αρχή το ενδιαφέρον. Επίσης, οι χώροι που γυρίστηκε το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, στην Κύμη της Εύβοιας, τα σκηνικά, τα ρούχα, το μακιγιάζ, όλα μας βοήθησαν να μπούμε στον κόσμο αυτών των ανθρώπων.
Υπήρξε κάποιο στοιχείο της ταινίας που σας άγγιξε προσωπικά ή σας θύμισε κάποια δική σας εμπειρία;
Έχω μεγαλώσει στην επαρχία, σε μία μικρή πόλη, οπότε το περιβάλλον της ταινίας, η μικρή ασφυκτική κοινωνία, ο τρόπος που μεγαλώνουν οι άνθρωποι, τα πρότυπα που αποκτούν, ο εγκλωβισμός που μπορεί να νοιώθουν, μου είναι γνώριμα στοιχεία.
Η αρχαιολογία και το θέατρο έχουν κάτι κοινό: και τα δύο προσπαθούν να φέρουν στο φως κρυμμένες ιστορίες. Υπάρχουν στιγμές που νιώθετε πως το θέατρο είναι μια μορφή «ανασκαφής» στον εαυτό σας και στους ρόλους που υποδύεστε;
Ναι ασφαλώς! Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος που επέλεξα αυτή τη δουλειά. Κάθε θεατρικό έργο ή σενάριο, κάθε ρόλος είναι μια αφορμή για ψάξιμο και έρευνα. Ψάχνω μέσα μου, στα δικά μου υλικά, να βρω τον πυρήνα του χαρακτήρα που υποδύομαι. Κάθε φορά, βάζω τον εαυτό μου στις συγκεκριμένες συνθήκες που προκύπτουν μέσα σε μία ιστορία. Είναι μια διαδικασία που απαιτεί υπομονή, επιμονή, συστηματική εργασία, συνδυαστική τεχνική, καθαρό μυαλό και ασκημένα εκφραστικά μέσα. Όπως και στην επιστήμη της αρχαιολογίας, μόνο που στη δουλειά του ηθοποιού, τα βασικά εργαλεία του ηθοποιού είναι ο ίδιος στην ολότητα του.
Αν δεν είχατε δει εκείνη την παράσταση στο Εμπρός, πού φαντάζεστε τον εαυτό σας σήμερα; Θα μπορούσε η αρχαιολογία να σας είχε κρατήσει κοντά της;
Είναι γεγονός ότι η παράσταση που είχα δει στο θέατρο Εμπρός, «Σωσμένος» του Έντουαρντ Μποντ, το 1992, σε σκηνοθεσία του Τάσου Μπαντή, με την Ράνια Οικονομίδου, τον Δημήτρη Καταλειφό, τον Γιώργο Κέντρο, την Άννα Μακράκη, κ.α., ήταν για μένα καθοριστική. Λίγους μήνες μετά, σχεδόν υπνοβατώντας, έδωσα εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εμπρός, που μόλις ιδρυόταν. Μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Δε μπορώ να φανταστώ πώς αλλιώς θα ήταν τα πράγματα, αν δεν είχα δει την συγκεκριμένη παράσταση. Ίσως με κάποια άλλη αφορμή, απο κάποιον άλλο δρόμο να έκανα την ίδια διαδρομή. Όλα τότε συνέκκλιναν ν' ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο, να βρεθώ στην συγκεκριμένη θεατρική οικογένεια της σχολής του Εμπρός.
Έχετε ζήσει τα πάνω και τα κάτω της υποκριτικής, τη χαρά της αναγνώρισης αλλά και την ανασφάλεια της δουλειάς. Υπάρχει κάποια σκέψη ή φιλοσοφία που σας βοηθά να ισορροπείτε αυτές τις διακυμάνσεις;
Η αγάπη μου για την τέχνη μου και η πίστη μου σ' αυτήν, με βοηθούν ν' ανταπεξέρχομαι στις δυσκολίες. Δεν ξέρω για πόσο θα κάνω αυτή τη δουλειά, αλλά μέχρι στιγμής δε μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτή τη δυνατότητα έκφρασης με αφορμή ένα ρόλο. Αισθάνομαι πολύ τυχερή για τις συνεργασίες μου τόσο στο θέατρο, όσο και στο σινεμά και την τηλεόραση. Είναι ένας δρόμος να μαθαίνω τον εαυτό μου και τον κόσμο. Αυτό το νόημα έχει για μένα η έννοια καριέρα.
Άγγελος Γεραιουδάκης