Πώς η κυβέρνηση εξασφάλισε με τα υπερ-πλεονάσματα την ανοχή των Βρυξελλών για «πακέτο» επιδοματικών παροχών το 2025 και το 2026 ώστε να στηρίξει την επανεκλογή της στις επόμενες εκλογές.
Οποιος παρατηρεί τον επίμονο και συντονισμένο τρόπο με τον οποίο το υπουργείο Οικονομικών προβάλλει τις επιτυχίες της οικονομικής πολιτικής στο ζήτημα της «πάταξης της φοροδιαφυγής», όποιος παρατηρεί την πυκνή αρθρογραφία που αναδεικνύει αυτό το ζήτημα συνδέοντάς το με κυβερνητικό σχέδιο για παροχές και μειώσεις φόρων επ’ ωφελεία της «μεσαίας τάξης» που θα παρουσιαστεί από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ και θα βασίζεται στα υπερβάλλοντα έσοδα λόγω «πάταξης της φοροδιαφυγής», δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί πώς το ένα («πάταξη της φοροδιαφυγής») συνδέεται με το άλλο (παροχές και μειώσεις φόρων), αλλά και πώς αυτά τα δύο συνδέονται με την παραγωγή πρωτογενών υπερ-πλεονασμάτων.
Η σύνδεση όχι μόνο υπάρχει, αλλά είναι η βάση ενός διαφαινόμενου πολιτικού deal μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Κομισιόν που βασίζεται σε εκατέρωθεν «ανταλλάγματα», δηλαδή σε ένα ιδιότυπο δούναι και λαβείν.
Από το «κρυφτούλι»…
Η κυβέρνηση επαίρεται σε κάθε ευκαιρία για τα επιτεύγματα της πολιτικής της στο δημοσιονομικό πεδίο με «πετράδι του στέμματος» τα πρωτογενή υπερ-πλεονάσματα, δηλαδή για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων πάνω από τους στόχους του προϋπολογισμού. Για να είμαστε όμως ακριβείς, επαίρεται γι’ αυτά τα επιτεύγματα από τα τέλη του 2023 και ύστερα. Πριν από τα τέλη του 2023 όχι μόνο δεν επαιρόταν για τα υπερ-πλεονάσματα, αλλά προσπαθούσε να αποκρύψει την έκτασή τους ή και να αμφισβητήσει μέχρι και την τελευταία στιγμή την ύπαρξή τους.
Τι εξηγεί την αλλαγή στάσης από τα τέλη του 2023; Το νέο ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Σύμφωνο που συμφωνήθηκε ύστερα από μακρά διαπραγμάτευση στα τέλη του 2023 και άρχισε να ισχύει από τις αρχές του 2024. Το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο προέβλεπε κάτι σημαντικό: οι πόροι των υπερ-πλεονασμάτων, δηλαδή το «περίσσευμα» πάνω από το προβλεπόμενο στον προϋπολογισμό πρωτογενές πλεόνασμα, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κοινωνικές παροχές, αλλά πρέπει να πάνε για τη μείωση του χρέους.
Εκτός εάν… προέρχονται από μόνιμου χαρακτήρα μέτρα ή επιτεύγματα της δημοσιονομικής πολιτικής. Η πρόβλεψη αυτή εισάγει την… αρχή της απροσδιοριστίας, αφού δεν είναι πάντα εύκολο να τεκμηριωθεί ποιο μέρος του υπερ-πλεονάσματος είναι προϊόν μόνιμου ή ευκαιριακού χαρακτήρα επιτευγμάτων της δημοσιονομικής διαχείρισης.
Το σίγουρο όμως είναι ότι μέχρι να τεθεί σε ισχύ το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο δεν απαγορευόταν η χρησιμοποίηση των υπερ-πλεονασμάτων για μέτρα κοινωνικών παροχών, γι’ αυτό και μέχρι τότε χαρακτηρίζονταν «δημοσιονομικός χώρος», που δίνει την ευκαιρία για τέτοια μέτρα.
Μέχρι και τα τέλη του 2023 η κυβέρνηση επέλεξε να μοιράσει μικρό τμήμα των υπερ-πλεονασμάτων. Κατάρτιζε προϋπολογισμούς που υποεκτιμούσαν καταφανώς τα δημόσια έσοδα (ιδίως τα φορολογικά), ενώ ταυτόχρονα κατά την εκτέλεση των προϋπολογισμών περιέκοπτε σημαντικά τις δημόσιες δαπάνες σε σχέση με τις προβλεπόμενες στον προϋπολογισμό. Στον συνδυασμό τους αυτά τα δύο παρήγαγαν υπερ-πλεονάσματα.
Η κυβέρνηση αρνιόταν την ύπαρξή τους μέχρι αυτή να επιβεβαιωθεί στα απολογιστικά στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού τον Ιανουάριο του επόμενου έτους κρυπτόμενη πίσω από τη διαφορά μεταξύ πρωτογενούς πλεονάσματος σε ταμιακή βάση και πρωτογενούς πλεονάσματος σε δημοσιονομική βάση. Τον Αύγουστο του 2023, όταν λόγω της καταστροφής της Θεσσαλίας από τον «Daniel» υπήρχε πίεση για γενναία μέτρα στήριξης, το υπουργείο κήρυξε την εξάντληση του «δημοσιονομικού χώρου» για να ελαχιστοποιήσει το ύψος των μέτρων. Στη συνέχεια όμως, στις αρχές Οκτωβρίου του 2023 με την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού, αναθεώρησε η ίδια τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα από 0,7% του ΑΕΠ σε 1,1% του ΑΕΠ, για να επιτευχθεί στο τέλος πρωτογενές πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ! Υπερδιπλασιασμός του πρωτογενούς πλεονάσματος ενώ ο «δημοσιονομικός χώρος» είχε κηρυχθεί εξαντλημένος από τον Αύγουστο…
Το 2024 ο στόχος του προϋπολογισμού για το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν 2,1%, αναθεωρήθηκε σε 2,5% και σύμφωνα με το Δελτίο Εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το σύνολο του 2024, αλλά και σύμφωνα με δήλωση του υπουργού Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη, έκλεισε στο 3% του ΑΕΠ!
Ξανά όμως ελάχιστο τμήμα του υπερ-πλεονάσματος διατέθηκε για μέτρα κοινωνικής στήριξης με το «εορταστικό φιλοδώρημα» του Δεκεμβρίου.
…στη θριαμβολογία
Από τα τέλη του 2023 και στη συνέχεια όμως το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο προσέφερε την τέλεια δικαιολογία ώστε να «κόβεται η συζήτηση» για διάθεση του υπερ-πλεονάσματος για μέτρα κοινωνικής στήριξης: το απαγόρευε το Σύμφωνο…
Ετσι η κυβέρνηση μετατοπίστηκε εκ του ασφαλούς από τις τακτικές απόκρυψης του υπερ-πλεονάσματος στη θριαμβολογία για την υπεραπόδοση της δημοσιονομικής πολιτικής. Σε τι αποδίδεται αυτή η υπεραπόδοση; Αρχικά στην απόδοση συνολικά της οικονομικής πολιτικής που φέρνει ανάπτυξη κι αυτή με τη σειρά της αυξάνει τα δημόσια έσοδα κ.λπ.
Πιο πρόσφατα όμως η κυβερνητική προπαγάνδα άλλαξε κέντρο βάρους: τα δημοσιονομικά επιτεύγματα, δηλαδή τα πρωτογενή υπερ-πλεονάσματα, αποδίδονται πλέον όλο και περισσότερο, αν όχι αποκλειστικά, στην «πάταξη της φοροδιαφυγής».
Το πολιτικό deal με τις Βρυξέλλες
Υπάρχει λόγος που γίνεται αυτό. Ο λόγος είναι ότι τα υπερέσοδα του προϋπολογισμού που αποδίδονται στην πάταξη της φοροδιαφυγής θεωρούνται προϊόντα μόνιμου χαρακτήρα και άρα επιτρέπεται από το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο η διάθεσή τους για «κοινωνικές παροχές»! Σε αυτή τη βάση η κυβέρνηση, που «προκατέβαλε» στις Βρυξέλλες και στις αγορές υψηλά υπερ-πλεονάσματα, υπολογίζει τώρα στο δικό της πολιτικό μέρισμα: την ανοχή της Κομισιόν στο να αναγορευτεί σημαντικό τμήμα των υπερεσόδων του προϋπολογισμού προϊόν «πάταξης της φοροδιαφυγής» και άρα να διατεθεί για να στηρίξει μέτρα που θα ευνοήσουν τη νίκη στις επόμενες εκλογές.
Δεδομένου ότι η κυβέρνηση με τη στρατηγική της παραγωγής υπερ-πλεονασμάτων έχει βάλει ψηλά τον πήχη, η χρηματοδότηση των μέτρων στήριξης του 2025 και του 2026 με στόχο τη νίκη της Ν.Δ. στις επόμενες εκλογές απαιτεί να θεωρηθεί όλο το υπερ-πλεόνασμα αποτέλεσμα της «πάταξης της φοροδιαφυγής». Πώς όμως τεκμαίρεται αυτό; Πώς μπορεί να διαγραφεί η αποφασιστική συμβολή του πληθωρισμού (που είναι στοιχείο παροδικό κι όχι μόνιμο) και του τουρισμού (που αυξάνει την κατανάλωση και τη διεθνή ζήτηση, άρα και τα φορολογικά έσοδα), αλλά επίσης δεν μπορεί να θεωρηθεί μόνιμο στοιχείο;
Πολλή αρθρογραφία, μερικές εκθέσεις εταιρειών συμβούλων, μερικές ακόμη εκτιμήσεις του ποδαριού θα δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα...
Πάνος Κοσμάς