Σε αλλαγή του καθεστώτος της Golden Visa από 1ης Σεπτεμβρίου προχωρά η κυβέρνηση, καθώς το σημερινό όριο των 250.000 ευρώ θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλό για την αγορά ακινήτου και την απόκτηση της Golden Visa από ξένους υπηκόους. Ως εκ τούτου ιδιοκτήτες και κατασκευαστές σπεύδουν να κλείσουν συμφωνίες κυρίως για ξεχασμένα ακίνητα, μισοτελειωμένες οικοδομές, παλαιές μονοκατοικίες, αλλά και για μεγαλύτερα ακίνητα που θέλουν να τα αποσύρουν από τις μισθώσεις λόγω παλαιότητας.
Από 1ης Σεπτεμβρίου το όριο για την απόκτηση της Golden Visa αναμένεται (εάν δεν υπάρξει κάποια παράταση) να ανέβει στις 800.000 ευρώ σε πολλές περιοχές της Αττικής, της Θεσσαλονίκης και ορισμένων τουριστικών νησιών.
Η πρόβλεψη για την αλλαγή κινείται σε δύο μέτωπα:
Όσοι είχαν ή διαθέτουν ακόμα, έτοιμα προς αξιοποίηση, ακίνητα χαμηλότερης αξίας από το σημερινό όριο των 250.000 ευρώ, προσπαθούν να πουλήσουν υψηλότερα μέσω κυρίως μεσιτικών γραφείων, σε ενδιαφερόμενους Κινέζους, Τούρκους, Ισραηλινούς, Αμερικανούς και άλλους. Πρόκειται κυρίως για ελεύθερους επαγγελματίες που μένουν στην Ελλάδα ή έχουν αποκτήσει άδεια διαμονής μέσω Golden Visa και ασχολούνται με την αναζήτηση σχεδόν έτοιμων ακινήτων για να τα μεταπουλήσουν σε τρίτους που θέλουν τη «χρυσή βίζα».
Η δεύτερη περίπτωση αφορά μισοτελειωμένα ακίνητα ή άλλα που χρειάζονται εργασίες και ανακαίνιση, και οι ιδιοκτήτες ψάχνουν κατασκευαστικές εταιρείες να τα αποπερατώσουν και στη συνέχεια οι ίδιες να τα διαθέσουν μέσω Golden Visa. Εδώ οι διαδικασίες είναι περισσότερο σύνθετες και κοστοβόρες, καθώς ναι μεν ο ιδιοκτήτης θέλει να πουλήσει πάνω από το όριο των 250.000 ευρώ, αλλά οι κατασκευαστές αποφεύγουν τα συγκεκριμένα ακίνητα λόγω των επιβαρύνσεων που προκύπτουν πέρα από την αγορά (εργασίες αποπεράτωσης, προμήθεια του ξένου μεσίτη με τον οποίο συνεργάζονται (στην περίπτωση της Κίνας φτάνει το 20%), ΦΠΑ, άλλοι φόροι κλπ).
Το πρόγραμμα «χρυσή βίζα» αναμένεται φέτος να σημειώσει νέο ρεκόρ, με το ύψος των επενδύσεων να κινείται πάνω από τα 3 δισ. ευρώ. Πέρυσι τα κεφάλαια που εισέρρευσαν από το εξωτερικό ξεπέρασαν τα 2,54 δισ. ευρώ από 1,3 δισ. ευρώ το 2022, με τις υποβληθείσες αιτήσεις να φθάνουν τις 8.516 και τις τελικές εγκρίσεις για το πρόγραμμα να διαμορφώνονται σε 1.802.