Η Τουρκία διευρύνει το πεδίο των αξιώσεών της ενόψει της σημερινής επίσκεψης του Ελληνα πρωθυπουργού στην Αγκυρα ● Πώς διαμορφώνεται το πλαίσιο των συνομιλιών ● Οι παγίδες για τα επόμενα βήματα προσέγγισης και ο κίνδυνος επιστροφής στη διπλωματική οξύτητα του 2021 ● Τι γίνεται με τα θαλάσσια πάρκα ● Υπό αίρεση από την τουρκική πλευρά τα «ήρεμα νερά».
Με μια επικοινωνιακή καταιγίδα, η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει τις παρενέργειες, διπλωματικές και πολιτικές, της επίσκεψης του Κ. Μητσοτάκη στην Αγκυρα, ανεπιτυχώς, όμως, όπως φαίνεται από την εξέλιξη των πραγμάτων. Η συνέντευξη καλών προθέσεων του Ελληνα πρωθυπουργού στη «Milliyet» δεν ήταν αρκετή για να αντισταθμίσει το επιθετικό μήνυμα του Τ. Ερντογάν, ο οποίος με συνέντευξη στην «Καθημερινή» διαμήνυσε ότι πρέπει να τεθούν υπό διαπραγμάτευση και «ζητήματα κυριαρχίας» της Ελλάδας.
Από την πλευρά του, ο Γ. Γεραπετρίτης, με συνέντευξη στη «Βραδυνή», τόνισε ότι «θέματα κυριαρχίας δεν μπορούν να τεθούν στο τραπέζι του διαλόγου», εντούτοις η «κανονικότητα» με την οποία ήθελε να περιβάλει η κυβέρνηση τη σημερινή επίσκεψη γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Και εκεί που με τις προηγούμενες συνεντεύξεις και δηλώσεις του Κ. Μητσοτάκη και του υπουργού Εξωτερικών (Alpha, ΣΚΑΪ κ.ά.) το ταξίδι στην Αγκυρα παρουσιαζόταν σαν επαφή ρουτίνας μεταξύ γειτόνων, γίνεται τώρα αντιληπτό πως ανοίγει ένας νέος κύκλος τουρκικών αξιώσεων. Και με διαρροές κυβερνητικών πηγών υπογραμμίζονται τα θετικά της προσέγγισης έως τώρα, για τη μείωση των παραβιάσεων και παραβάσεων, τις μεταναστευτικές ροές, τις τουρκικές επισκέψεις στα ελληνικά νησιά με σύντομη βίζα και το ζητούμενο από ελληνικής πλευράς οι διαφωνίες να μην οδηγούν σε κρίσεις.
Το πρώτο ερώτημα που εγείρεται τώρα είναι αν τα δύσκολα θέματα που πρόκειται να συζητήσουν Ερντογάν - Μητσοτάκης εξαντλήθηκαν μέσω των συνεντεύξεων, κάτι που βεβαίως δεν συνεπάγεται διμερή κανονικότητα. Ομως, στην περίπτωση που υπάρξει συνέχεια επάνω στον καμβά που διαμόρφωσε ο πρόεδρος της Τουρκίας, η επικείμενη συνάντηση μπορεί και να σηματοδοτήσει επιστροφή στην «αντικανονικότητα» και στα ταραγμένα νερά του 2022.
«Πακέτο» για δύο
Για το ένα και μοναδικό θέμα που δηλώνει η Αθήνα ότι μπορεί να μπει σε διάλογο και κατόπιν σε διαπραγμάτευση, οι θαλάσσιες ζώνες (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα), ο Τ. Ερντογάν δήλωσε χωρίς περιστροφές: «Η λύση εδώ είναι ξεκάθαρη, η λύση είναι να συμμορφωθούμε με το διεθνές δίκαιο και να το κάνουμε βιώσιμο. Εφόσον δεν το αποφεύγουμε, δεν πρέπει να υπάρχουν εμπόδια που δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε μαζί. Οπως γνωρίζετε, υποστηρίζουμε ότι τα προβλήματα πρέπει να επιλύονται ως πακέτο. Δεν πρέπει να αγνοούμε άλλα αμφιλεγόμενα σημεία εστιάζοντας σε μία και μόνο διαφορά. Οταν λέμε ότι καταλήξαμε σε μια συνολική λύση, δεν πρέπει να μεταφέρουμε προστριβές στις μελλοντικές γενιές».
Και περαιτέρω για να φωτίσει το πακέτο έτσι όπως το εννοεί, ο πρόεδρος της Τουρκίας, εξ αφορμής της ελληνικής εξαγγελίας για τη δημιουργία θαλάσσιων πάρκων, λέει τα εξής: «Ολοι γνωρίζουν πόσο ευαίσθητοι είμαστε, ως Τουρκία, για το περιβάλλον. Ωστόσο, δεν θα ήταν σωστό να το δούμε αυτό ως ένα εύχρηστο κάλυμμα και να προσπαθήσουμε να κρύψουμε πίσω του άλλες αμφιλεγόμενες καταστάσεις. Κάθε ζήτημα πρέπει να αντιμετωπίζεται στο δικό του πλαίσιο. Πράγματι, το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των παράκτιων κρατών σε κλειστές ή ημίκλειστες θάλασσες, όπως το Αιγαίο, μεταξύ άλλων και σε περιβαλλοντικά θέματα. Από την άλλη πλευρά, όλοι γνωρίζουν ότι η Τουρκία δεν θα δεχθεί de facto καταστάσεις σε αυτή τη γεωγραφία». Ουσιαστικά, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να ανακαλέσει το σχέδιο για τα θαλάσσια πάρκα, παρότι το ένα είναι στις Κυκλάδες και το άλλο στο Ιόνιο.
Συνολικά, για τη διευθέτηση ο Τ. Ερντογάν θεωρεί ότι «η έγερση ζητημάτων κυριαρχίας δεν είναι μια κατάσταση που βλάπτει το έδαφος του διαλόγου και εμποδίζει την πρόοδό του. Μπορούμε να προστατεύσουμε αυτό το έδαφος υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και να διασφαλίσουμε την πρόοδο. Τα θέματα αυτά έχουν ήδη μια ιδιαίτερη θέση στον κατάλογο των θεμάτων που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Μπορούμε να συζητήσουμε τα ζητήματα αυτά με μια προοπτική που απέχει από τετελεσμένα και υιοθετώντας μια προσέγγιση που πιστεύει στη λύση». Δεν γίνεται αναφορά στη Χάγη αλλά σε διμερή συζήτηση, χωρίς μάλιστα να υπονοείται κάποιας μορφής διαιτησία.
Ανοιχτοί δίαυλοι
Περαιτέρω ο Τ. Ερντογάν δηλώνει εμφατικά ότι δεν αναγνωρίζει τη συμφωνία ΑΟΖ Κύπρου - Ισραήλ, βάζει στην εξίσωση το μνημόνιο της Τουρκίας με τη Λιβύη, ανοίγει διά της πλαγίας τα θέματα εξοπλισμών της Ελλάδας, ζητώντας «να διατηρηθεί η ισορροπία στη σχέση των ΗΠΑ με Ελλάδα και Τουρκία» (παραπέμποντας στην ισορροπία 7:10), και για τα «ήρεμα νερά στο Αιγαίο» δηλώνει τα εξής: «Εμείς δεν διστάζουμε να τείνουμε χείρα φιλίας όσο υπάρχει ανταπόκριση. Δίνουμε σημασία στη φιλία και στις σχέσεις καλής γειτονίας. Οσο δεν γίνονται βήματα τα οποία μπορούν να μας βλάψουν, αυτή η στάση μας θα συνεχιστεί».
Από την άλλη, ο Κ. Μητσοτάκης προτάσσει στη δική του συνέντευξη τη διατήρηση των διαύλων επικοινωνίας: «Οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών πρέπει να παραμείνουν ανοιχτοί ακόμη και σε περιόδους έντασης. Ημουν πάντα συνεπής σε αυτό και έχω προσωπικά υποστηρίξει αυτή την προσέγγιση από την αρχή της πρώτης μου θητείας. Θα συνεχίσω να το πράττω», τονίζει στη Milliyet και ως προς τα κρίσιμα θέματα που εγείρονται αρκείται στη γενική θεώρηση ότι «υπάρχουν ζητήματα, τόσο διμερή όσο και διεθνή, στα οποία συμφωνούμε και άλλα όπου διαφωνούμε. Ακόμα και οι φίλοι δεν συμφωνούν πάντα. Αλλά αυτό δεν θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στο να επιδιώκουμε πάντα συνεργασία και συνέργειες».
Με ποιον τρόπο θα απαντηθούν τα ζητήματα που ανοίγει ο Τ. Ερντογάν στην κοινή συνέντευξη που θα δοθεί στην Αγκυρα είναι ένα τεράστιο ζήτημα για την ελληνική κυβερνητική αποστολή. Στην περίπτωση που όλα αυτά τεθούν (συν το θέμα των μειονοτήτων και της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, το Κυπριακό, το Παλαιστινιακό, αλλά και τα αιτήματα που μονίμως προβάλλει η Αγκυρα στην Ε.Ε. για βίζα, τελωνειακή σύνδεση, άνοιγμα ενταξιακών κεφαλαίων), το σκηνικό θα είναι χαοτικό, όπως εκείνο στις συνομιλίες Τσαβούσογλου - Δένδια, τον Απρίλιο του 2021.
Μια τέτοια εξέλιξη θα ισοδυναμούσε με επιστροφή στο καλοκαίρι του 2022, κάτι που δεν φαίνεται να επιθυμεί καμία πλευρά. Εντούτοις, η διατήρηση του πλαισίου που περιέγραψε ο Τ. Ερντογάν στη δημόσια σφαίρα συνιστά επίσης πρόβλημα, όχι μόνον στο διπλωματικό πεδίο, καθώς διαμορφώνει την ατμόσφαιρα για τις επόμενες συναντήσεις του πολιτικού διαλόγου και των ΜΟΕ, αλλά και στο πολιτικό πεδίο για τον Κ. Μητσοτάκη και μάλιστα στην τελική για τις ευρωεκλογές. Ακόμη και αν προκύψει διάθεση επανεξέτασης του θέματος της Μονής της Χώρας από την τουρκική πλευρά, η ατζέντα πλέον είναι πολύ βαριά για να προκύψει θετικό πρόσημο. Ακόμα και στη θετική ατζέντα, οι δύο συμφωνίες που είναι προς υπογραφή αφορούν θέματα που θα μπορούσαν να διεκπεραιωθούν σε επίπεδο γραμματέων υπουργείων (για την πολιτική προστασία και το συμβούλιο επιχειρηματικότητας).
Μπάμπης Αγρολάμπος
Μητσοτάκης: Προκλητική, παράνομη και ανεπίτρεπτη η στάση της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας
Αυστηρό μήνυμα έστειλε μέσα από ανάρτηση που έκανε το πρωί της Δευτέρας ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά την στάση της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, η οποία αναφέρθηκε στη «Βόρεια Μακεδονία», χρησιμοποιώντας τον όρο «Μακεδονία», προκαλώντας έντονες αντιδράσεις.
Ο πρωθυπουργός έγραψε ειδικότερα:
Η προκλητική επιλογή της νέας Προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας να παραβεί το επίσημο κείμενο του όρκου της και να αποκαλέσει τη χώρα της με διαφορετικό όνομα αποτελεί πρωτοβουλία παράνομη και ανεπίτρεπτη. Πράξη, η οποία παραβιάζει τη Συμφωνία των Πρεσπών και το ίδιο το Σύνταγμα του κράτους της. Ναρκοθετώντας, όμως, και το μέλλον του, όπως ήδη δήλωσαν η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
Είναι γνωστό ότι, ως αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία καταψήφισε τη Συμφωνία του 2019. Προειδοποιώντας, μάλιστα, τότε, για τα προβλήματα που θα δημιουργούσαν οι αστοχίες της. Ως κυβέρνηση, ωστόσο, σεβαστήκαμε την ελληνική υπογραφή σε μία διεθνή συνθήκη, δεσμευτική για τη χώρα. Δυστυχώς, η πρόσφατη εξέλιξη δικαιώνει τη σταθερά επιφυλακτική θέση μας.
Η Ελλάδα απορρίπτει χειρισμούς όπως αυτούς με τους οποίους εγκαινιάζει τη θητεία της η κυρία Σιλιάνοφσκα. Την καλεί να επανέλθει στα νόμιμα καθήκοντά της και στις συμπεριφορές που απορρέουν από τον ρόλο της. Δηλώνουμε κατηγορηματικά ότι δεν θα δεχτούμε παρόμοια ολισθήματα. Και επαναλαμβάνουμε ότι κάθε πρόοδος στις διμερείς σχέσεις, όπως και κάθε βήμα των Σκοπίων προς την Ευρώπη εξαρτώνται από την ειλικρινή τήρηση των συμφωνηθέντων. Από τη σωστή χρήση της συνταγματικής ονομασίας της γειτονικής χώρας. Και, ασφαλώς, από την αποφυγή προκλήσεων.
To χρονικό της σύγκρουσης
Με το… καλημέρα της ορκωμοσία της Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα άρχισαν και τα διπλωματικά επεισόδια μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων καθώς η νέα πρόεδρος της χώρας ορκίστηκε σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής και κατά την ορκωμοσία της αποκάλεσε τη χώρα «Μακεδονία» παρά το γεγονός ότι στο κείμενο του όρκου, το οποίο ανάγνωσε ο πρόεδρος της απερχόμενης Βουλής, Γιόβαν Μίτρεσκι καλώντας τη νέα Πρόεδρο να το επαναλάβει, αναφερόταν ως «Βόρεια Μακεδονία».
Η κίνησή της αυτή προκάλεσε την αντίδραση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών το οποίο τόνισε ότι «η πράξη αυτή παραβιάζει κατάφωρα τη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και το Συντάγμα της γείτονος χώρας» ενώ πρόσθεσε πωςη περαιτέρω πρόοδος στις διμερείς σχέσεις της με τη Βόρεια Μακεδονία καθώς και η ευρωπαϊκή πορεία της τελευταίας εξαρτώνται από την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών και κυρίως από τη χρήση της συνταγματικής ονομασίας της χώρας.
Νωρίτερα και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έστειλε σαφές μήνυμα προς τη γειτονική χώρα χαρακτηρίζοντας την τήρηση της Συμφωνίας των Πρεσπών ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ενταξιακή πορεία προς την ΕΕ.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ
«Κατά τη σημερινή ορκωμοσία της στη Βουλή και παρά το γεγονός ότι στο επίσημο κείμενο του όρκου που της υπαγορεύθηκε η χώρα αναφερόταν ως «Βόρεια Μακεδονία», η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, κυρία Σιλιάνοφσκα-Ντάβκοβα, επέλεξε να αποκαλέσει τη χώρα της «Μακεδονία».
Η πράξη αυτή παραβιάζει κατάφωρα τη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και το Συντάγμα της γείτονος χώρας, το οποίο έχει εναρμονιστεί με τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Η ελληνική κυβέρνηση, παρά τις αντιρρήσεις που είχε εκφράσει ως αντιπολίτευση κατά την κύρωση της συμφωνίας, τη σεβάστηκε ως επικυρωθείσα διεθνή συνθήκη που υπερέχει κάθε άλλης διάταξης νόμου.
Η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτό, δηλώνει κατηγορηματικά ότι η περαιτέρω πρόοδος στις διμερείς σχέσεις της με τη Βόρεια Μακεδονία καθώς και η ευρωπαϊκή πορεία της τελευταίας εξαρτώνται από την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών και κυρίως από τη χρήση της συνταγματικής ονομασίας της χώρας».
Φον ντερ Λάιεν: Απαραίτητη προϋπόθεση η συμφωνία των Πρεσπών για να μπει στην ΕΕ
Αυστηρό και παράλληλα ξεκάθαρο μήνυμα προς τη νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας αποστέλει η πρόεδρος της ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μετά τις δηλώσεις ορκωμοσίας της προέδου της χώρας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, η οποία αποκάλεσε τη χώρα ως «Μακεδονία», δημιουργώντας διπλωματικό ζήτημα με την Ελλάδα.
Στην ουσία η πρόεδρος της Κομισιόν καλέι την κυβέρνηση της χώρας αφενώς να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και μα τηρήσεις τις συμφωνίες της, κάνοντας ονομαστική αναφορά σε εκείνη της Συμφωνίας των Πρεσπών. Διαφορετικά δεν θα μπορέσει να συνεχίσει την ενταξιακή της πορεία προς την ΕΕ.
«Προκειμένου η Βόρεια Μακεδονία να συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία της στην ένταξη στην ΕΕ, είναι υψίστης σημασίας η χώρα να συνεχίσει την πορεία των μεταρρυθμίσεων και τον πλήρη σεβασμό των δεσμευτικών συμφωνιών της, συμπεριλαμβανομένης της Συμφωνίας των Πρεσπών», έγραψε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Κομισιόν στο X (πρώην Twitter).
Αποχώρησε η πρέσβης της Ελλάδας
Η πρώτη ελληνική αντίδραση ήρθε από την πρέσβη της Ελλάδας στη Βόρεια Μακεδονία, Σοφία Φιλιππίδου, η οποία είχε προσκληθεί στη συνεδρίαση της Βουλής για την ορκωμοσία της Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα. Συγκεκριμένα, μόλις αποκάλεσε η νέα πρόεδρος της χώρα της με τον όρο «Μακεδονία» η κ. Φιλιππίδου αποχώρησε ως ένδειξη διαμαρτυρίας.
Η Συμφωνία των Πρεσπών παραμένει «ανοιχτή»
Η νέα πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας θεωρούσε από την προεκλογική περίοδο πως το θέμα με τη Συμφωνία των Πρεσπών παραμένει «ανοιχτό» ενώ η ίδια από την αρχή ξεκαθάρισε πως δεν θα χρησιμοποιεί τη νέα ονομασίας της χώρας, Βόρεια Μακεδονία.
Ακόμα και στο επίσημο πρόγραμμα της Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα για τις προεδρικές εκλογές, που παρατίθεται στην ιστοσελίδα του VMRO-DPMNE, οι θέσεις της υποψήφιας του κόμματος αυτού για τη Συμφωνία των Πρεσπών ήταν οι εξής:
«Η Συμφωνία των Πρεσπών, συμπεριλαμβανομένων των συνταγματικών τροποποιήσεων, εγκρίθηκε κατά παράβαση του εθνικού δικαίου και συνιστά επίμαχο θέμα στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, ιδίως σε σχέση με το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, την αρχή της ισότητας των κρατών, την παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κυρίαρχου κράτους, ενώ η παρείσφρηση στην ταυτότητα, συνιστά επιπλέον και σοβαρή παραβίαση των συλλογικών και ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών της Μακεδονίας. Τόσο από νομικής όσο και από πολιτικής άποψης εξακολουθώ να θεωρώ ότι το θέμα παραμένει ανοιχτό.
Σεβόμενη την ξεκάθαρα εκπεφρασμένη βούληση των μακεδόνων πολιτών τον Σεπτέμβριο του 1991 (στο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της χώρας), καθώς και τον Σεπτέμβριο του 2018 (στο δημοψήφισμα για τη Συμφωνία των Πρεσπών), αλλά και ως πολίτης, στις δημόσιες δηλώσεις μου δεν θα χρησιμοποιώ τον επιθετικό προσδιορισμό βόρεια».
Στα κάγκελα η Αθήνα
Οι «φωτιές» στη γειτονική χώρα άναψαν μετά τη νίκη των εθνικιστών του VMRO που αμφισβητούν τη Συμφωνία των Πρεσπών. Κι αυτό γιατί εξελέγησαν με «σημαία» ότι δεν θα την υλοποιήσουν ειδικά το βασικότερο σημείο της συμφωνίας που αφορά την ονομασία, καθώς θα συνεχίσουν χρησιμοποιούν σκέτο τον όρο «Μακεδονία». Ο πρωθυπουργός της χώρας προειδοποίησε τώρα τη νέα πολιτική ηγεσία της χώρας να μην συνεχίσει αυτή την προεκλογική ρητορική, κυρίως σε ότι αφορά την ονομασία της χώρας, αλλιώς, όπως είπε θα δημιουργηθούν ζητήματα. Στην ουσία κάλεσε το VMRO να σεβαστεί στο ακέραιο τη Συμφωνία των Πρεσπών.